Κατά τις έντονες διεργασίες των τελευταίων ημερών για το μακεδονικό, όλες οι δυνάμεις της χώρας, πολιτικές , κοινωνικές , πανεπιστημιακοί και ενεργοί πολίτες, είτε συμφωνούσαν , είτε διαφωνούσαν, δήλωσαν την παρουσία τους. Όλοι πλην ενός. Του Κώστα Καραμανλή, τον οποίο μάλιστα ο λαός τίμησε δύο φορές με την ψήφο του και τον ανέδειξε στο πρωθυπουργικό αξίωμα. Ο πολιτικός «απόπλους» του Κώστα Καραμανλή διαρκεί πλέον οκτώ χρόνια. Κατά κοινή ομολογία , ο Καραμανλής «λιποτάκτησε» μέσω των εκλογών για να μην χρεοκοπήσει η Ελλάδα στα χέρια του. Διετέλεσε πρωθυπουργός από το 2004 μέχρι το 2009, αλλά δεν ανέλαβε ποτέ την ευθύνη για τις πράξεις και παραλείψεις του, για την άθλια και καταστροφική πρωθυπουργία του. Έκτοτε , επίσημα σιωπά, δεν δικαιολογεί ούτε τον βουλευτικό μισθό του, ανεπίσημα όμως προσπαθεί να είναι παρών μέσω συνεχών διαρροών για τις σκέψεις, τις θέσεις ή τις προθέσεις του.
Στο ερώτημα αν η Αθήνα και τα Σκόπια έπρεπε να υπογράψουν τώρα την μεταξύ τους συμφωνία ή να την παραπέμψουν στο μέλλον, η απάντηση είναι απόλυτα καταφατική. Η Ελλάδα έχει υποφέρει από την αναβλητικότητα, την παραπομπή των λύσεων στο μέλλον, από την καλλιέργεια ψευδαισθήσεων ότι στο μέλλον όλα θα είναι ρόδινα, κάτι που ουδέποτε επιβεβαιώθηκε, ούτε στο Αιγαίο, ούτε στην Κύπρο, αντίθετα η χώρα επιβαρύνεται πολιτικά και διπλωματικά. Η πίεση του διεθνούς παράγοντα, ιδιαίτερα των ΗΠΑ ήταν ισχυρή και καταλυτική για να υπάρξει συμφωνία, καθώς η Ουάσιγκτον την θεώρησε επιβεβλημένη για γεωπολιτικούς λόγους.
Σε ναυάγιο οδηγήθηκαν οι διαπραγματεύσεις Ελλάδας –ΠΓΔΜ τυπικά την Παρασκευή 1 Ιουνίου, ουσιαστικά τρείς ημέρες νωρίτερα, μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις. Η τελευταία φάση διαδραματίστηκε στην Αθήνα, όπου η αντιπροσωπεία διπλωματών και εμπειρογνωμόνων της ΠΓΔΜ επιδόθηκε σε ένα τριήμερο τακτικισμών που κατέστησε αδύνατη την συμφωνία.
Πριν όμως από την επισημοποίηση της αποτυχίας, υπήρξε έντονο παρασκήνιο με παράδοξες εκφάνσεις, πρωτοφανείς μάλιστα για τα διεθνή διπλωματικά δεδομένα. Όταν στις 28 Μαϊου ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς και αμέσως μετά από το Βερολίνο, ανακοίνωσε την επίτευξη συμφωνίας , όλοι πίστεψαν ότι οι δύο ηγέτες απλώς θα υπέγραφαν τα συμφωνηθέντα.