Του Σωτήρη Σιδέρη
Μέχρι τις αρχές καλοκαιριού η κυβέρνηση έμοιαζε με θωρακισμένο όχημα. Τα ΜΜΕ είναι στην υπηρεσία της με το αζημίωτο, το βαλκανικών μεγεθών ελληνικό κεφάλαιο είναι εταίρος, αλλά εξαρτημένο από τις κρατικές παροχές, η πρώτη φάση της πανδημίας είχε αντιμετωπιστεί θετικά, μόνο σκανδαλώδεις αποφάσεις, απευθείας αναθέσεις , πελατειακό σύστημα και κράτος δικαίου έμοιαζαν με στίγματα, αλλά αυτά θέλουν χρόνο για να κρίνουν την πορεία μιας κυβέρνησης. Μετά ήρθε η κλιμάκωση της ελληνοτουρκικής κρίσης, η δεύτερη φάση της πανδημίας που είναι πιο απειλητική από την πρώτη, η εδραίωση της πελατειακής λογικής, η τραγωδία στην Εύβοια , η οικονομική κρίση και η Τουρκία που γίνεται όλο και πιο απειλητική. Η αυτοπεποίθηση αρχίζει να κλονίζεται.
Οι επιθέσεις κατά της κυβέρνησης από τα διεθνή ΜΜΕ για τις επαναπροωθήσεις διαδέχονται η μία την άλλη. Είναι μια απάνθρωπη πρακτική που το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν αντιμετωπίζει το μεταναστευτικό πρόβλημα, αντίθετα εκθέτει κυβερνήσεις και στιγματίζει πολιτικούς, ακόμη και λαούς. Βλέποντας η ΕΕ ότι η Ελλάδα δεν τους πιέζει , δεν δείχνουν καμία διάθεση να εγκανιάσουν μια νέα πολιτική. Η σημερινή κυβέρνηση όμως προτιμά τον στιγματισμό από τον ανθρωπισμό και το αποδεικνύει με τις βίαιες μάλιστα ενέργειές της. Η κυβέρνηση που εθελοντικά ανέλαβε τον ρόλο του συνοριοφύλακα της Ευρώπης , άνευ ανταλλαγμάτων, αντί να προβληματίζεται, αντί να δει πως θα διορθώσει το πρόβλημα, απορρίπτει τις επικρίσεις. Το έκανε και ο Τραμπ και ο Σαλβίνι και ο Όρμπαν, απέτυχαν
Η διαφωνία της Γερμανίας με την Ελλάδα , η οποία στάθηκε αιτία να μην εκδοθεί Κοινό Ανακοινωθέν των 27 υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, αναδεικνύει την δυσκολία της ελληνικής κυβέρνησης να πετύχει την ουσιαστική και έμπρακτη αλληλεγγύη των εταίρων έναντι της τουρκικής επιθετικότητας. Η στάση της Γερμανίας όμως αποκαλύπτει και τις συμφωνίες τις οποίες έκανε η κυβέρνηση στο Βερολίνο και τις οποίες προσπαθεί να κρατήσει ακόμα και τώρα κρυφές. Το σημαντικότερο όμως είναι, ο τρόπος που επιδιώκει να συμβιβάσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε με τις απο δω και πέρα ενέργειες της. Και υπό ποιές προυποθέσεις πλέον θα κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Του Σωτήρη Σιδέρη
Ενδείξεις πολιτικής σύγχυσης καταγράφηκαν στην Αθήνα με την πρώτη ευθύνη να έχει το Μέγαρο Μαξίμου, τα τελευταία εικοσιτετράωρα σχετικά με τα πραγματικά γεγονότα γύρω από τις κινήσεις του Ουρούτς Ρέϊς και την εμπλοκή ναυτικών δυνάμεων στην περιοχή. Αρχικά η κυβέρνηση προσπάθησε με εκστρατεία χειραγώγησης των ΜΜΕ να πείσει ότι το τουρκικό πλοίο δεν κάνει έρευνες. Μετά ότι ο θόρυβος των πλοίων καθιστά αδύνατες τις έρευνες, στην συνέχεια υπάρχει η σιωπηλή παραδοχή ότι έρευνες γίνονται και τέλος με κορυφαίο, αλλά αμφιλεγόμενο περιστατικό τον εμβολισμό τουρκικής φρεγάτας από ελληνική που προκάλεσε ζημιές και στα δύο πλοία. Όλη την ημέρα στις 13 Αυγούστου, η κυβέρνηση προσπαθούσε να εξομαλύνει την κατάσταση, ενώ στο επικοινωνιακό επίπεδο υπήρξε τραγελαφική διαχείριση που κορυφώθηκε με μια προσβλητική για την ελληνική κοινή γνώμη ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών.
Με τα τουρκικά πλοία (ερευνητικά και πολεμικά) να δρουν στην ελληνική ΑΟΖ, η κυβέρνηση επιδιώκει να επιστρέψει στην συμφωνία του Βερολίνου για άμεσες διμερείς διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Διαμεσολαβητής και επιδιαιτητής η καγκελάριος Μέρκελ. Με την οποία ο κ. Ερντογάν δηλώνει έτοιμος «να συζητήσει μια δίκαιη μοιρασιά των φυσικών πόρων της ανατολικής Μεσογείου». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε διάγγελμα του (το απόγευμα της Τετάρτης 12.8) δήλωσε την ετοιμότητα του να προσέλθει στην διαπραγμάτευση, την οποία έχει ήδη συμφωνήσει, αρκεί η Τουρκία να αποσύρει τις απειλητικές ενέργειες. Και μάλιστα ο πρωθυπουργός προανήγγειλε και την ετοιμότητα της κυβέρνησης του να παραπεμφθεί σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο (όχι κατ ανάγκη στην Χάγη δηλαδή) , η οριοθέτηση Θαλασσίων Ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και είναι πάλι η καγκελάριος Μέρκελ που επιδιώκει να επαναφέρει τις διαδικασίες πριν απο την συμφωνία Ελλάδας-Αιγύπτου.