Του Σωτήρη Σιδέρη
Πως , πότε και με τι είδους συμφωνία μπορούν να γίνουν “κοινά επωφελείς κινήσεις” για την έρευνα και την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο σε μη οριοθετημένες ΑΟΖ; το μείζον αυτό θέμα που φέρεται να συζήτησαν οι Μητσοτάκης και Ερντογάν στην Αθήνα και οι μετέπειτα δηλώσεις του Τούρκου προέδρου προσφέρονται για δεύτερες αναγνώσεις(αν έχουν μεταδοθεί σωστά) ως προς το περιεχόμενο των συνομιλιών. Σημειώνεται ότι σε αυτή την τεράστια σε έκταση περιοχή δεν έχουν γίνει οριοθετήσεις ΑΟΖ ή υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ούτε με τρίτες χώρες, όπως μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης.
Οπότε είναι εύλογη η απορία σε τι ακριβώς συνίσταται η “θετική προσέγγιση” του Έλληνα πρωθυπουργού, σύμφωνα με τον Τούρκο πρόεδρο. Ο οποίος είπε επίσης ότι επανέφερε την ιδέα για Διάσκεψη των χωρών της περιοχής, ενώ στην Αθήνα επικρατεί σιγή. Οι δηλώσεις του Ερντογάν, όπως μεταδίδονται από την Άγκυρα δημιουργούν πλήθος ερωτημάτων που ζητούν απαντήσεις. Επιπρόσθετα, η υπογραφή της Συμφωνίας των Αθηνών απενοχοποιεί την Τουρκία και ανοίγει ο δρόμος για την προμήθεια F-16 και άλλων αεροσκαφών γιατί πως είναι δυνατόν να είναι πειστική η Ελλάδα ότι απειλείται όταν υπογράφει τέτοιες συμφωνίες;.
Σπύρος Σουρμελίδης
Η επίσκεψη Ερντογάν επιβεβαίωσε ότι όλα οδηγούν σε μία συνολική συμφωνία και για τις κρίσιμες διαφορές, δηλαδή ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Υπάρχει ο οδικός χάρτης (που περιλαμβάνει τους τομείς των συμφωνιών) και υπάρχει και χρονοδιάγραμμα. Όπως όλα δείχνουν μετά τις ευρωεκλογές, τον Ιούνιο του 2024, στην Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, στην συνάντηση Μητσοτάκη- Ερντογάν αναμένεται η επιβεβαιωθεί ή όποια συμφωνία προκύψει. Οι διαπραγματεύσεις, είναι σε διμερές επίπεδο (κάτι που διαρκώς τονίζει ο τούρκος Πρόεδρος και επισημαίνεται στην συμφωνία «Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας”) ενώ αν προκύψει παραπομπή στην διεθνή διαιτησία τότε η Τουρκία θα ζητήσει να πάνε όλα τα θέματα. Το καλό κλίμα, οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι ακολουθούνται όλα όσα αρχικώς συμφωνήθηκαν στο Βίλνιους τον περασμένο Ιούνιο.
Του Σωτήρη Σιδέρη
Μια πάγια θέση του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για απευθείας συνομιλίες χωρίς την παρέμβαση τρίτων χωρών, όπως της ΕΕ ή των ΗΠΑ, υιοθετήθηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και αποτελεί πλέον επίσημη πολιτική της κυβέρνησης. Αυτή η αλλαγή στην ελληνική εξωτερική πολιτική αποτυπώνεται στην συμφωνία με τίτλο “Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας” που υπέγραψαν οι δύο ηγέτες στην Αθήνα. Η Ελλάδα αξιοποιώντας το κοινοτικό πλαίσιο σε πλήθος αποφάσεων είχε πολλές φορές τον έλεγχο των εξελίξεων. Έτσι υπήρξε η συμφωνία του Ελσίνκι, αλλά και πλήθος αποφάσεων Συνόδων Κορυφής, που θέτουν αυστηρό πλαίσιο κανόνων στην Άγκυρα.
Αυτή η πολιτική σταδιακά ακυρώθηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη με επιστέγασμα την αλλαγή επιπέδου, από το ευρωπαικό , στο αυστηρά διμερές. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως σε κάθε απόφαση της ΕΕ ή των ΗΠΑ για τήρηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου στο Αιγαίο , η Άγκυρα θα προβαίνει σε διαμαρτυρίες προς την Αθήνα για παραβίαση της Συμφωνίας.Επίσης, αδρανοποιείται οριστικά το δικαίωμα μονομερούς επέκτασης των χωρικών υδάτων, ακόμη και στην Κρήτη. Για την Τουρκία η επίσκεψη αποδείχθηκε εξαιρετικά ωφέλιμη, για την Ελλάδα, εξαιρετικά αμφιλεγόμενη, τουλάχιστον. Τα περί τουρκικής μειονότητας στη Θράκη και η απάντηση του πρωθυπουργού εντάσσονται στις πάγιες θέσεις των δύο χωρών και δεν έχουν καμία περαιτέρω αξία.
Στον ορυμαγδό των επιθετικών , αδιάφορων, θετικών και ανήσυχων προσεγγίσεων για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις με αφορμή την επίσκεψη Ερντογάν, θετική επίδραση μπορούν να έχουν ψύχραιμες προσεγγίσεις που βασίζονται σε διμερή δεδομένα, στο ιστορικό βάθος των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αλλά και στις πραγματικότητες που διαμορφώνονται στο γεωπολιτικό περιβάλλον. Με απλά λόγια κάθε προσέγγιση και άποψη, οφείλει να λαμβάνει υπόψη της τις πραγματικότητες και να μην υποδαυλίζει εθνικιστικές εξάρσεις, ιδιοτελείς επιδιώξεις ή κομματικά σχέδια. Υπό αυτό το πρίσμα, η προσέγγιση του διπλωματικού συμβούλου του Αλέξη Τσίπρα Βαγγέλη Καλπαδάκη αποτελεί σημαντική συνεισφορά στην διαμόρφωση μιας ρεαλιστικής και εθνικά ωφέλιμης εθνικής γραμμής, γιατί δεν θέτει κατά τον συνήθη τρόπο ερωτήματα, αλλά, και αυτό είναι σημαντικό, δίνει απαντήσεις.
Πολύπειρος πλέον , καθώς υπηρέτησε με μεγάλη επιτυχία στο διπλωματικό γραφείο του Αλέξη Τσίπρα και συνεχίζει προς το παρόν , να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Βαγγέλης Καλπαδάκης με την τοποθέτησή του στην παρουσίαση του βιβλίου του Παναγιώτη Ιωακειμίδη “ Ελλάδα: ορίζοντας 2030”, συμβάλλει με θετικό τρόπο στην ανάγνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αλλά και σημειώνει τη διαφορά μιας κομματικής κομματικής όπως αυτή της ΝΔ, έναντι μιας πραγματικά εθνικής πολιτικής.
“Να πάμε στην διεθνή δικαιοσύνη για όλα τα θέματα” δηλώνει (Καθημερινή) ο Ερντογάν, λίγες ώρες πριν προσγειωθεί στην Αθήνα για την ολιγόωρη επίσκεψη του. Τα προβλήματα είναι αλληλένδετα και δεν μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε μεμονωμένα, τονίζει ο κ. Ερντογάν. Πιστεύει όμως οτι τα προβλήματα θα επιλυθούν στο πλαίσιο του διαλόγου και της καλής θέλησης, χωρίς τις παρεμβάσεις τρίτων (βλ. ΗΠΑ). Η ρητορική της έντασης έχει αλλάξει, αλλά μην ξεγελιέστε. Ο τούρκος Πρόεδρος συνεχίζει να ζητά το ίδιο πράγμα. Επίλυση ΟΛΩΝ των διαφορών (απαιτήσεων του δηλαδή) με διάλογο ή με προσφυγή στην διεθνή δικαιοσύνη. Όχι μόνο για ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, αλλά και για την αποστρατικοποίηση των νησιών, τις “γκρίζες ζώνες”, τα χωρικά ύδατα, το εύρος του ελληνικού εναέριου χώρου, την μειονότητα κλπ. κλπ. Ζητά πρωτίστως να τηρηθεί ο οδικός χάρτης που έχει συμφωνήσει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη για την πορεία της διαπραγμάτευσης που οδηγεί στην επίλυση.