Ήταν μια δύσκολη ώρα για την κυβέρνηση και προσωπικά για τον Κυριακό Μητσοτάκη η κοινοβουλευτική διαδικασία ψήφισης της ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας για τις Βάσεις, η οποία δίνει το δικαίωμα παραμονής των αμερικανικών δυνάμεων και εγκαταστάσεων στη χώρα μας , πρακτικά επ αόριστον. Και αυτό γιατί έγινε 24 ώρες μετά την δημοσιοποίηση της προτροπής του Μπάϊντεν προς το Κογκρέσο να εγκρίνει μια νέα συμφωνία για την ενίσχυση της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας με προηγμένα οπλικά συστήματα. Και την ίδια ώρα οι ΗΠΑ απαιτούν από την Ελλάδα να απογυμνώσει την άμυνά της από οπλικά συστήματα για να τα στείλει στην Ουκρανία. Και όλα αυτά συμβαίνουν λίγα 24ωρα πριν ο Κ. Μητσοτάκης βρεθεί στην Ουάσιγκτον, όπου θα συναντηθεί με τον Μπάϊντεν και θα μιλήσει στο Κογκρέσο.
Με σειρά προτάσεων που συνιστούν αποθέωση του τακτικισμού , ο Γραμματέας του ΜέΡΑ 25 Γιάνης Βαρουφάκης τοποθετήθηκε στο ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ . Η απάντησή του αποτελείται από δύο σκέλη. Μια δαιδαλώδη διαδικαστική και μία πολιτική. Η πολιτική επικεντρώνεται σε 7+1 προτάσεις ρήξης, όπως τις χαρακτηρίζει, στις οποίες πρέπει να τοποθετηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο ίδιος είχε απορρίψει τις 5+1 δεσμεύσεις του Αλέξη Τσίπρα στο συνέδριο του κόμματός του. Οι προτάσεις Βαρουφάκη, διακρίνονται για τον άκρατο οικονομισμό τους περιορίζοντας την ακτίνα δράσης μιας κυβέρνησης συνεργασίας στην οικονομία και μάλιστα σε επιμέρους ζητήματα. Αλλά κάθε κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με πλήθος προβλημάτων που οφείλει να αντιμετωπίσει. Υπάρχουν εργασιακοί νόμοι, εξωτερική πολιτική, άμυνα ασφάλεια, πολυμερείς οργανισμοί που συμμετέχει η χώρα. Υπάρχει αγροτική οικονομία, Μέσα Μεταφοράς, εθνικοί δρόμοι, παιδεία, πολιτισμός κλπ. Μια κυβέρνηση, δεν αποτελείται μόνο από το Υπουργείο Οικονομικών.
Η ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, αλλάζει το μεταπολεμικό καθεστώς ασφάλειας, σηματοδοτώντας ταυτόχρονα την έναρξη ενός νέου Ψυχρού Πολέμου. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι η αφορμή, όλα όμως δείχνουν ότι οι αιτίες είναι διαφορετικές. Η ένταξη τους στο ΝΑΤΟ, σηματοδοτεί επίσης την πολύ σκληρή αντιπαράθεση της Δύσης με την Ρωσία. Οι κυβερνήσεις των δύο αυτών χωρών είναι φανερό ότι έχουν αποφασίσει τη ένταξη, μένει βεβαίως η διαδικασία να πειστεί η πλειοψηφία της κοινής γνώμης ότι είναι αναγκαίο και προς τον συμφέρον τους να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ για να προστατευθούν μια για πάντα από τον ρωσικό κίνδυνο. Η Μόσχα αντιδρά με υπονοούμενες απειλές, αλλά δεν φαίνεται οτι μπορεί να κάνει στην πράξη.
Του Σωτήρη Σιδέρη
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ίσως η πιο ξεδιάντροπη χώρα του κόσμου. Υποδαυλίζουν αντιπαραθέσεις και πολέμους για να βρίσκεται σε αιώνια κίνηση η πολεμική τους βιομηχανία. Δεν έχουν κανόνες , συνεργάζεται εξίσου άνετα με φιλελεύθερες και φασιστικές χώρες, αρκεί να κερδίζουν. Η μόνη χώρα του κόσμου ίσως που την σέρνει από τη μύτη είναι η Τουρκία. Εκτελεί το δικό της σχέδιο για να γίνει περιφερειακή δύναμη, συμμαχεί εκτός πλάνων ΗΠΑ ή ανατρέπει συμμαχίες , προσποιείται την μονίμως ανικανοποίητη και βρίσκει πάντα τρόπο να νοιώθουν οι Αμερικανοί ότι την έχουν ανάγκη. Έτσι λοιπόν, λίγα 24ωρα πριν την επίσκεψη Μητσοτάκη στον Λευκό 0ίκο , διοχετεύθηκε στην Wall Street Journal η πληροφορία ότι , η κυβέρνηση Μπάιντεν ζητά από το Κογκρέσο να εγκρίνει μια νέα συμφωνία στρατιωτικού υλικού υπέρ της Τουρκίας με προηγμένα οπλικά συστήματα. Ταυτόχρονα όμως οι ΗΠΑ απαιτούν από την Ελλάδα να απογυμνώσει την άμυνά της από οπλικά συστήματα για να τα στείλει στην Ουκρανία και στην Αθήνα το ΥΠΕΞ και το Μέγαρο Μαξίμου δηλώνουν ότι θα στηρίξουν την Ουκρανία με οποιοδήποτε κόστος για την Ελλάδα. Πρόκειται για ένα ρεσιτάλ υποτέλειας. Έχουν αυτό το δικαίωμα;
«Η Ελένη Τουλουπάκη είναι η πιο γνωστή εισαγγελέας στην Ελλάδα. Η 57χρονη θεωρούνταν ορκισμένη μαχήτρια κατά της διαφθοράς και διερεύνησε μερικές από τις μεγαλύτερες οικονομικές υποθέσεις σε ελληνικά δικαστήρια.» Έτσι προλογίζει την πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς που συνέδεσε το όνομά της με το σκάνδαλο της φαρμακοβιομηχανίας Novartis, το Spiegel, στο οποίο παραχώρησε συνέντευξη.«Ένα σκάνδαλο που κλόνισε το ελληνικό σύστημα», με την φαρμακοβιομηχανία να κατηγορείται για «δωροδοκίες εκατομμυρίων ευρώ σε πολιτικούς, δημόσιους υπαλλήλους και εργαζομένους νοσοκομείων προκειμένου να κρατήσει τεχνητά υψηλά τις τιμές και να αποκτήσει καλύτερη πρόσβαση στην ελληνική αγορά». Όπως παρατηρεί το Spiegel «μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τη συντηρητική κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2019, η κατεύθυνση της έρευνας άλλαξε. Ξαφνικά οι κατήγοροι έγιναν κατηγορούμενοι».