Του Σωτήρη Σιδέρη
Το τι μπορεί να διεκδικήσει η Ελλάδα στον περιφερειακό και διεθνή στίβο μπορεί να συγκροτηθεί ως μια σχεδιασμένη εξωτερική πολιτική και όχι με ιαχές. Αυτή η συζήτηση δεν έχει ξεκινήσει καν στη χώρα μας , καθώς έχει εγκλωβιστεί στα συνοριακά της χαρακώματα επιχειρώντας να αναχαιτίσει την αναθεωρητική και επεκτατική πολιτική της Τουρκίας. Η αρχή όμως μπορεί να γίνει με ένα καλό βιβλίο. Ο Κωνσταντίνος Φίλης διαθέτει μια αξιοθαύμαστη πνευματική ενέργεια που όταν γράφει εμπλουτίζει την σκέψη και τις γνώσεις των αναγνωστών του. Το κίνητρό του δεν είναι πολιτικό, γι αυτό και τα βιβλία του είναι προϊόν ανεξάρτητης σκέψης , άρα διπλά ωφέλιμα. Και για τους πολιτικούς και για τους πολίτες. Υπό αυτό το πρίσμα , το τελευταίο του βιβλίο «διεκδικητικός πατριωτισμός: ανατομία μιας συζήτησης που δεν έγινε ποτέ» είναι ένα σπουδαίο κίνητρο να ξανασυζητήσουμε για το μέλλον μας. Το μέλλον της Ελλάδας , όχι μόνο υπό την οπτική της στατικής Ελλάδας, αλλά της ενεργητικής δημοκρατίας που θέλει να γράψει η ίδια το μέλλον της και όχι να της το υπαγορεύσουν. Πολλά βιβλία για την εξωτερική πολιτική ανακυκλώνουν ή αναμασούν γνωστά θέματα. Σε αντίθεση με αυτά, το βιβλίο του Κ. Φίλη μας υποχρεώνει να ξανασκεφθούμε και να ξεκινήσουμε μια νέα συζήτηση , όχι με επίκεντρο την Τουρκία, τις ΗΠΑ ή την Ρωσία , αλλά την ελληνική εξωτερική πολιτική.
Η δήλωση του Ανδρέα Λοβέρδου ότι η υποψηφιότητα του “θα καταστρέψει κάθε σενάριο που μπροστά μου λανσάρεται ως δήθεν προοδευτική διακυβέρνηση ΚΙΝΑΛ-ΣΥΡΙΖΑ ίσως και Βαρουφάκη", δείχνει άμεσα την αλλαγή που έφερε η υποψηφιότητα Γιώργου Παπανδρέου για την αρχηγία του ΚΙΝΑΛ. Η υποψηφιότητα Παπανδρέου άλλαξε αυτομάτως τις ισορροπίες και μέσα στο ΚΙΝΑΛ αλλά και στην πολιτική σκηνή γενικότερα. Το αντιΣΥΡΙΖΑ Μέτωπο, που έφερε στην εξουσία τον Κ. Μητσοτάκη ενοχλείται ήδη πριν μάθουμε αν ο Γ. Παπανδρέου κερδίσει την εσωκομματική μάχη. Ενοχλείται ήδη από έναν πρώην πρωθυπουργό που επιχειρεί να επιστρέψει ως αρχηγός ενός μικρότερου κόμματος ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ.
Είναι η ώρα της δουλειά σε μικροεπίπεδο για να πειστούν οι περίπου 2 εκ. συμπολίτες μας που δεν εμβολιάζονται. Η ώρα της γενικής διαφήμισης και του παραδείγματος τελείωσαν τώρα είναι η ώρα στο πεδίο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της Εκκλησίας. Εκεί που η κυβέρνηση δεν πάει για να μην φέρει σε δύσκολη θέση τους γαλάζιους δημάρχους και να μην συγκρουστεί με τον κλήρο, με τον παπά της Ενορίας. Μετά από 19 μήνες πανδημίας η κυβέρνηση Μητσοτάκη αδυνατεί (ή δεν θέλει) να αξιοποιήσει την συσσωρευμένη εμπειρία για την διαμόρφωση πολιτικής. Προτιμά να κατηγορεί τους “ανεύθυνους πολίτες” που δεν εμβολιάζονται και να αναζητά μέτρα πίεσης κατά των μη εμβολιασμένων. Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταλήξει ή δεν διατυπώνει, σαφή και χωρίς πισωγυρίσματα πολιτική για το θέμα αυτό. Επιτρέπει έτσι στην κυβέρνηση να στρέφει την προσοχή των πολιτών μακριά από την ουσία της καταστροφικής πολιτική της.
του Σωτήρη Σιδέρη
Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς το συνέδριο άρχισε . Θα διεξαχθεί σε τέσσερις μήνες, στις 24-27 Φεβρουαρίου σύμφωνα με εισήγηση του Αλέξη Τσίπρα και απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου. Η πορεία αυτή θα επηρεαστεί καθοριστικά από τις ανατροπές στο πολιτικό σκηνικό που σηματοδοτεί η υποψηφιότητα του Γ. Παπανδρέου , την εξεταστική επιτροπή για την λίστα Πέτσα, την συμφωνία για τις βάσεις που θα έρθει στη βουλή, τις ζυμώσεις στο χώρο της ακροδεξιάς, την συζήτηση για τον προυπολογισμό τον Δεκέμβριο και φυσικά τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών που τοποθετείται την άνοιξη. Εννοείται πως η οικονομία και ζητήματα πολιτικής ηθικής θα είναι στο προσκήνιο. Το κρίσιμο ερώτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αν μπορεί κατά την διάρκεια αυτού του τετραμήνου με εξωστρεφή δράση, να συσπειρώσει τις δικές του δυνάμεις πρώτα και στην συνέχεια τους προοδευτικούς πολίτες που θέλουν ανατροπή , αν μπορεί να εντείνει την φθορά της κυβέρνησης και να την καρπωθεί ή η πορεία αυτή θα εξελιχθεί σε μια κρίση εσωστρέφειας με πολύ αρνητικές συνέπειες και για τον ΣΥΡΙΖΑ και για την κοινωνία που περιμένει απαντήσεις και δράση από την αξιωματική αντιπολίτευση.
Υπάρχει μια ισχυρή αίσθηση ότι η Δικαιοσύνη είναι επιλεκτική. Για άλλους είναι άδικη, για πολλούς είναι υπέρ των ισχυρών που έχουν ιδιότυπη ασυλία, ενώ περιπτώσεις κακοδικίας απασχολούν συνεχώς τα ΜΜΕ. Σήμερα υπάρχει μια επίσης ισχυρή αίσθηση ότι ένα μέρος των λειτουργών της Δικαιοσύνης έχει ιδιαίτερες πολιτικές προτιμήσεις, ενώ πολλά και μεγάλα ζητήματα ανακύπτουν συνεχώς και τα ερωτηματικά πληθαίνουν. Από το πόθεν έσχες του πρωθυπουργού και της συζύγου του , μέχρι τους εξοπλισμούς, τις απευθείας αναθέσεις, τις ιδιωτικοποιήσεις όπως της Εθνικής Ασφαλιστικής και άλλες πολλές υποθέσεις «φωνάζουν», αλλά παρέμβαση καμία. Ας δούμε λίγες μόνο περιπτώσεις των τελευταίων ημερών.