Του Σωτήρη Σιδέρη
Τα ζητήματα που αναδύονται από την ανακοίνωση της κυβέρνησης για τη δημιουργία δύο θαλάσσιων πάρκων στο Αιγαίο και το Ιόνιο και την συνακόλουθη αντίδραση της Τουρκίας, δημιουργούν νέα δεδομένα στις διμερείς σχέσεις. Η Τουρκία με την απάντησή της έθεσε θέμα κυριαρχίας νησιών, γιατί απ ότι φαίνεται η Ελλάδα θα τοποθετήσει ανεμογεννήτριες σε μεμονωμένες βραχονησίδες που η Τουρκία τις θεωρεί γκρίζες ζώνες. Οπότε , ειδικοί στο Δίκαιο της Θάλασσας εκτιμούν ότι ανοίγει ένα νέο πεδίο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το νέο στοιχείο είναι ενδεχομένως η ανάμειξη Ελλήνων επιχειρηματιών, ίσως και Τούρκων στο βάθος του χρόνου. Ωστόσο, η διαχείριση της υπόθεσης είναι διπλωματική, είναι περίπλοκη και φυσικά δεν έχει τόση σχέση με την απάντηση του ελληνικού ΥΠΕΞ στην Άγκυρα ότι “πολιτικοποιεί ένα αμιγώς περιβαλλοντικό ζήτημα.” Υπάρχουν και αυτό, αλλά όχι μόνο για την ακρίβεια..
Από την τουρκική ανακοίνωση διαφαίνεται ενόχληση από τη δημόσια ανακοίνωση της Αθήνας, δηλαδή περίμεναν παρασκηνιακή διαβούλευση , ίσως και συνεννόηση. Οπότε απομένει να διαπιστωθεί αν και κατά πόσο η υπόθεση αυτή θα επηρεάσει την συνάντηση Μητσοτάκη -Ερντογάν το Μάιο, αν θα προκαλέσει νέο κύκλο έντασης ή οι δύο ηγέτες θα το αντιμετωπίσουν έγκαιρα. Ως προς το πάρκο του Ιονίου έχουμε πολύ πιο σοβαρά ζητήματα που είναι αποκλειστικά ελληνικά και αποτελούν μια ακόμη ένδειξη πως οι αποφάσεις λαμβάνονται χωρίς σχέδιο, ερήμην και της λογικής, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Αυτό που φαίνεται να έχει ενοχλήσει την Άγκυρα είναι η πρόθεση της Αθήνας να τοποθετήσει ανεμογεννήτριες σε μεμονωμένες βραχονησίδες , μία και σε κάθε βραχονησίδα και όχι μαζικά σε μεγάλα νησιά . Είναι μια καχυποψία που θα την βρούμε μπροστά μας με διάφορες αντιδράσεις. Υπάρχουν ζητήματα αλιείας, προστασίας θαλάσσιων θηλαστικών, αλλά συνδέονται και με έρευνες και υδρογονάνθρακες κλπ
Η υπόθεση δεν είναι αμιγώς περιβαλλοντική όπως λέει το ελληνικό ΥΠΕΞ. Είναι ταυτόχρονα και άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων σε μια ευρεία περιοχή του Αιγαίου που αμφισβητεί η Τουρκία μέσω της γνωστής αναθεωρητικής της πολιτικής. Η ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΕΞ είναι πολύ προσεκτική και η απάντηση της Αθήνας είναι η υπηρεσιακά επιβεβλημένη. Αν όμως η υπόθεση αυτή τροφοδοτήσει αρνητικά τις διμερείς σχέσεις θα φανεί από τις επόμενες κινήσεις, κυρίως από την στάση του Ερντογάν. Άμεσα η Άγκυρα έθεσε ζήτημα παραβίασης της Διακήρυξης των Αθηνών εκτιμώντας ότι η ανακοίνωση της Αθήνας είναι μονομερής , κάτι που απαγορεύει η Διακήρυξη. Ωστόσο η Ελλάδα, ουδέποτε αναγνώρισε την ύπαρξη γκρίζων ζωνών, κατά συνέπεια η εμπλοκή είναι προ των πυλών.
Αν μάλιστα η Αθήνα τοποθετούσε ανεμογεννήτριες στη θάλασσα -κάτι που έπρεπε να κάνει στο Ιόνιο- τότε θα υπήρχε ακόμη μεγαλύτερο ζήτημα γιατί η εκμετάλλευση της επιφάνειας της θάλασσας συνδέεται με την ΑΟΖ που δεν έχει οριοθετηθεί.
Το ενδεχόμενο να προκύψει στην πορεία συνεργασία Ελλάδας -Τουρκίας με την δημιουργία κοινών πάρκων με την εμπλοκή επιχειρηματιών και την οικονομική στήριξη των κρατών, μένει να αποδειχθεί, καθώς έγκυρες πηγές επισημαίνουν ότι η συζήτηση αυτή υφίσταται ήδη στο παρασκήνιο. Στην περίπτωση αυτή θα μιλάμε δηλαδή για συνεκμετάλλευση για της πλαγίας…
Στο Ιόνιο αναστενάζει η ελληνική διπλωματία, τα αρμόδια υπουργεία , το Μέγαρο Μαξίμου και όλοι όσοι εμπλέκονται στην λήψη των αποφάσεων. Γιατί όπως επισημαίνουν πηγές με άριστη γνώση του αντικειμένου, η κυβέρνηση έπρεπε εδώ και τέσσερα χρόνια να θεσπίσει την ΑΟΖ , μετά την συμφωνία οριοθέτησης με την Ιταλία. Η συμφωνία με την Ιταλία προβλέπει δημιουργία πολλαπλών ζωνών, δηλαδή και συνορεύουσα ζώνη και πολιτισμική ζώνη και τοποθέτηση αιολικών πάρκων στη θάλασσα που ενδείκνυται και όχι σε νησιά. Η καθυστέρηση είναι ανεξήγητη , χωρίς μάλιστα να υπάρχει καν ως συζήτηση στον δημόσιο διάλογο τι ακριβώς συμβαίνει .
Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών είχε κάνει γνωστό, ότι ενόψει του 9ου “Our Ocean Conference” 15-17 Απριλίου , θα ανακοινώσει την άμεση θεσμοθέτηση δύο μεγάλων, εθνικών, θαλάσσιων πάρκων. Πρόκειται για δύο πάρκα, στο Ιόνιο και στο Αιγαίο, τα οποία θα είναι από τα μεγαλύτερα στην Μεσόγειο. Για την επιτήρησή τους, σύμφωνα με την ανακοίνωση, θα αξιοποιηθεί υπερσύγχρονο σύστημα παρακολούθησης, με drones, ραντάρ, δορυφόρους και σκάφη, σε πραγματικό χρόνο (real time). Για την υλοποίηση αυτών των πρωτοβουλιών θα διατεθούν πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών στην δική του ανακοίνωση στις 10 Απριλίου , ουσιαστικά γκρινιάζει , θέτει το ζήτημα της κυριαρχίας νησιών και βραχονησίδων, αλλά αφήνει σαφώς να εννοηθεί ότι η ενόχλησή της προέρχται από το γεγονός ότι η Αθήνα δεν συνεργάστηκε μαζί της και δηλώνει έτοιμη για συνεργασία. Ειδικότερα, η ανακοίνωση τόνιζε:
"Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα προσπαθεί εδώ και καιρό να εκμεταλλευτεί σχεδόν κάθε πλατφόρμα στο πλαίσιο των προβλημάτων του Αιγαίου. Παρά την πρόσφατη αποκλιμάκωση των σχέσεών μας, παρατηρείται ότι η Ελλάδα εκμεταλλεύεται πλέον τα περιβαλλοντικά ζητήματα. Θα θέλαμε να συμβουλέψουμε την Ελλάδα να μην χρησιμοποιεί τα προβλήματα του Αιγαίου και το καθεστώς ορισμένων νησιών, βραχονησίδων και βράχων, η κυριαρχία των οποίων δεν έχει μεταβιβαστεί στην Ελλάδα με διεθνείς συμφωνίες, για τη δική της ατζέντα. Θα θέλαμε επίσης να προειδοποιήσουμε τρίτους, συμπεριλαμβανομένης της ΕΕ, να μην αναλαμβάνουν ρόλο στις πολιτικές κινήσεις της Ελλάδας σε περιβαλλοντικά προγράμματα.
Από την άλλη πλευρά, υπενθυμίζουμε ότι το διεθνές δίκαιο της θάλασσας ενθαρρύνει τη συνεργασία, μεταξύ άλλων και σε περιβαλλοντικά θέματα, μεταξύ παρόχθιων κρατών σε κλειστές ή ημίκλειστες θάλασσες, και στο πλαίσιο αυτό, η χώρα μας είναι πάντα έτοιμη να συνεργαστεί με την Ελλάδα στο Αιγαίο Πέλαγος. Με την ευκαιρία αυτή, εφιστούμε εκ νέου την προσοχή στο γεγονός ότι δεν θα αποδεχθούμε τις πιθανές de facto καταστάσεις που δημιουργεί η Ελλάδα σε γεωγραφικούς σχηματισμούς με αμφισβητούμενο καθεστώς. Επαναλαμβάνουμε ότι τα αναφερόμενα θαλάσσια πάρκα δεν θα έχουν καμία νομική επίδραση στο πλαίσιο των προβλημάτων μεταξύ των δύο χωρών στο Αιγαίο Πέλαγος».
Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών απαντώντας δηλώνει το αυτονόητο ότι δηλαδή η Αθήνα “θα συνεχίσει να υποστηρίζει απαρέγκλιτα την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας στο πλαίσιο εξωτερικής πολιτικής αρχών. Με έρεισμα στο διεθνές δίκαιο και, ιδίως, στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, της οποίας η Ελλάδα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος. Η πρακτική της συναλλακτικής διπλωματίας και της χρήσης υβριδικών μέσων για γεωπολιτικά οφέλη δεν προσιδιάζουν στην ελληνική εξωτερική πολιτική”, απορρίπτοντας την τουρκική πρόταση γιατί απορρίπτει “την πρακτική της συναλλακτικής διπλωματίας”.