Φάνης Μακρίδης
Χοντραίνει το παιχνίδι σε σχέση με το αίτημα των αμερικανικών Αρχών για έκδοση του Γκαλ Λουφτ από την Κύπρο στις ΗΠΑ. Ο 56χρονος καθηγητής, ο οποίος τελεί υπό κράτηση στην Κύπρο από τις 16/2 μέχρι να αποφασίσει το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας για την έκδοσή του ή όχι (3 Απριλίου η επόμενη δικάσιμος), εξαπέλυσε νέα πυρά κατά της οικογένειας του Πρόεδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν. Αυτή τη φορά μέσω του Αμερικανού δικηγόρου του, Ρόμπερτ Ενόχ.
Ο τελευταίος ισχυρίστηκε πως ο πελάτης του διώκεται πολιτικά επειδή πριν από τέσσερα χρόνια είχε επιχειρήσει να καταγγείλει στο αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης ότι η ελεγχόμενη από την κυβέρνηση της Κίνας εταιρεία, CEFC, είχε οικονομικά πάρε δώσε με τον γιο του Προέδρου των ΗΠΑ, Χάντερ, αλλά και τον αδερφό του Τζο Μπάιντεν, Τζιμ.
Αμφότεροι λάμβαναν μηνιαίως από 100.000 και 65.000 δολάρια, αντίστοιχα. Η κινεζική επιχειρηματική οντότητα που δραστηριοποιείται στον τομέα της ενέργειας, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, είχε δώσει αυτά τα χρήματα με αντάλλαγμα οι Χάντερ και Τζιμ να της δίδουν πληροφορίες από το FBI, στο οποίο είχαν διασυνδέσεις.
Σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς του Ρόμπερτ Ένοχ, η εταιρεία θα αξιοποιούσε και το όνομα των Μπάιντεν στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας να αναπτύξει και να υλοποιήσει το φιλόδοξο πλάνο της για εμπορική σύνδεση με όλο τον κόσμο (Belt and Road Initiative).
Οι πιο πάνω ισχυρισμοί από τον δικηγόρο του Λουφτ, πήραν διαστάσεις και στην χώρα του Ατλαντικού μέσω δημοσιεύματος της New York Post (22/3). Το υπογράφει η αρθρογράφος της εφημερίδας, Μιράντα Ντιβάιν. Η Ντιβάιν, μάλιστα, εμφανίστηκε σε τηλεοπτική εκπομπή του γνωστού ειδησεογραφικού δικτύου, FoxNews μιλώντας για το θέμα.
Το ζήτημα του Λουφτ, όμως, διασυνδέεται με μια άλλη πολύ μεγαλύτερη υπόθεση που απασχολεί το Κογκρέσο των ΗΠΑ και αφορά μεταφορές χρημάτων σε λογαριασμούς του Χάντερ Μπάιντεν.
Σύμφωνα πάντα με τα όσα γράφει η αρθρογράφος της New York Post, ο δικηγόρος Ρόμπερτ Ενόχ υποστηρίζει ότι ο Λουφτ έλαβε πληροφορίες για την πιο πάνω υπόθεση μέσω της σχέσης που είχε με τους επιχειρηματίες-συνεργάτες του Χάντερ Μπάιντεν. Τον Πάτρικ Χο και τον Γιε Γιάνμινγκ, πρόεδρο της CEFC.
Από το 2015 μέχρι και το 2018, ο Λουφτ διοργάνωσε διεθνείς διασκέψεις για τον τομέα της ενέργειας σε συνεργασία με την δεξαμενή σκέψης του Χο. Επρόκειτο για μια μη κερδοσκοπική κινεζική χρηματοδοτούμενη επιτροπή (CEFC-USA), που αποτελούσε βιτρίνα για την CEFC του Γιε Γιάνμινγκ.
Σύμφωνα με τον Ένοχ, ο Γιε φέρεται να εμπιστεύτηκε στον Λουφτ ότι ο Χάντερ Μπάιντεν είχε πληροφοριοδότη στο FBI. Ο εν λόγω πράκτορας είχε το προσωνύμιο «μονόφθαλμος».
Ο «μονόφθαλμος» είπε στον Γιε ότι οι Αρχές της Νότιας περιφέρειας της Νέας Υόρκης είχαν κάνει έρευνα γι’ αυτόν και ενδεχομένως τον συνεργάτη του Χο το 2017, ενώ του έδωσε πληροφορίες για δικόγραφο του FBI με αναφορά σε τρία πρόσωπα. Έναν Ασιάτη, έναν Αφρικανό και έναν Ισραηλινό. Μετά από αυτή την πληροφορία, ο Γιε πρόσφερε στον Χάντερ ένα εκατομμύριο δολάρια για να είναι ο προσωπικός του σύμβουλος. Ο Γιε συνελήφθη στην Σανγκάι τρεις μήνες αργότερα και μετά εξαφανίστηκε.
Πριν να φύγει από τη Νέα Υόρκη ο Γιε είπε στον Χο ότι το πεδίο ήταν ανοικτό γι’ αυτόν και ότι θα μπορούσε να επιστρέψει στις ΗΠΑ. Στις 18 Νοεμβρίου του 2017, ο Χο ταξίδευσε για το αεροδρόμιο JFK, όπου συνελήφθη από πράκτορες του FBI για δωροδοκία και ξέπλυμα χρήματος. Ο Χο καταδικάστηκε τον Δεκέμβριο του 2018, χωρίς να καλέσει ούτε έναν μάρτυρα, έκανε τρία χρόνια στη φυλακή και απελάθηκε.
Η εταιρεία CEFC έδωσε 4,9 εκατομμύρια δολάρια στον Χάντερ και στον Τζιμ Μπάιντεν σε 14 μηνιαίες δόσεις από τον Αύγουστο του 2017, σύμφωνα με στοιχεία των αμερικανικών Αρχών. Εξάλλου, σε έρευνα της Επιτροπής Εποπτείας του αμερικανικού Κογκρέσου, δημοσιεύτηκαν καταστάσεις τραπεζικών λογαριασμών που έδειχναν ένα επιπλέον ποσό 1,065,000 δολαρίων να διοχετεύεται από κινεζική εταιρεία συνδεδεμένη με την CEFC, στους Χάντερ, Τζιμ και στην Χάλι Μπάιντεν (χήρα του αδερφού του Χάντερ, Μπο). Οι πληρωμές έγιναν σε χρονική περίοδο τριών μηνών από τον Ρομπ Γούοκερ, φίλο της οικογένειας Μπάιντεν.
Πληροφορίες που μεταδόθηκαν στις ΗΠΑ αναφέρουν ότι και τέταρτο μέλος της οικογένειας Μπάιντεν, ενδεχομένως να ενέχεται στην υπόθεση.
Ο Λουφτ υποστήριξε ότι επικοινώνησε με το Υπουργείο Δικαιοσύνης μετά τη φυλάκιση του Χο και πως ομοσπονδιακοί πράκτορες ταξίδεψαν για τις Βρυξέλλες όπου του πήραν κατάθεση πέραν των 18 ωρών στις 28 Μαρτίου του 2019. Αλλά, ποτέ δεν είχε ενημέρωση για την διερεύνηση των καταγγελιών του, ενώ τέσσερις εβδομάδες αργότερα, ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι θα έβαζε υποψηφιότητα για Πρόεδρος.
«Το Υπουργείο είχε αυτές τις πληροφορίες τον Μάρτιο του 2019 και δεν έκανε τίποτα» δήλωσε ο δικηγόρος Ρόμπερτ Ένοχ, από το Ισραήλ όπου βρίσκεται αυτή την περίοδο για την υπόθεση του Γκαλ Λουφτ.
Ο Ένοχ πρόσθεσε: «Το Κογκρέσο έχει τα τραπεζικά αρχεία του Μπάιντεν αλλά δεν γνωρίζει τους λόγους για τις πληρωμές. Τώρα ξέρει. Οι πληροφορίες που ο δρ Λουφτ έδωσε στον Υπουργείο πριν από τέσσερα χρόνια είναι το κομμάτι που λείπει, πίσω από τις μεταφορές χρημάτων μεταξύ Κίνας-Μπάιντεν».
Οι δικηγόροι του 56χρονου καθηγητή έχουν ήδη έρθει σε επαφή με ερευνητές του Κογκρέσου και πολιτικούς κύκλους στο Ισραήλ. Φέρονται να έχουν διατυπώσει επισήμως τη θέση ότι ο πελάτης τους διώκεται πολιτικά γιατί κατήγγειλε υπόθεση σε βάρος της οικογένειας του Προέδρου των ΗΠΑ.
Ο Ισραηλινός Λουφτ, ο οποίος έχει και αμερικανική υπηκοότητα, συνελήφθη στις 16/2 στον διεθνή αερολιμένα της Κύπρου, γύρω στις 19:00, καθώς διαπιστώθηκε πως καταζητείται από τις Αρχές των ΗΠΑ και είχε εκδοθεί ερυθρά αγγελία (red notice) σε βάρος του μέσω Interpol.
Ετοιμαζόταν να ταξιδέψει με προορισμό το Τελ Αβίβ. Βάσει των στοιχείων που δόθηκαν στη δημοσιότητα, εναντίον του 56χρονου διερευνάται υπόθεση παράνομης εξαγωγής όπλων, συνωμοσίας και ψευδών δηλώσεων. Τα εν λόγω αδικήματα τελέστηκαν, σύμφωνα πάντα με τις Αρχές των ΗΠΑ, μεταξύ των ετών 2015 και 2023. Πιο συγκεκριμένα, η υπόθεση φαίνεται να αφορά παράνομες εξαγωγές οπλισμού σε Λιβύη και Κίνα.
Αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη η δικαστική διαδικασία για εξέταση του αιτήματος των ΗΠΑ για έκδοση του Λουφτ. Ο τελευταίος παραμένει υπό κράτηση στην Κύπρο, ενώ το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας έχει ορίσει την επόμενη δικάσιμο για τις 3 Απριλίου.
Ο 56χρονος Γκαλ Λουφτ διηύθυνε το Ινστιτούτο για την Ανάλυση της Διεθνούς Ασφάλειας που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, ενώ είναι σύμβουλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας Ενέργειας των ΗΠΑ. Υπηρέτησε στον ισραηλινό στρατό, απ’ όπου αφυπηρέτησε με βαθμό αντισυνταγματάρχη.
*** Αναδημοσιεύεται από τον Φιλελεύθερο Κύπρου