Κώστας Δουζίνας
Ανέκαθεν η Δικαιοσύνη με τα δεμένα μάτια έριχνε κρυφές ματιές επιθυμίας προς τους χρηματιστές, τους πλούσιους, τις εξουσίες. Η αλλαγή ξεκινάει από τη Νομική Σχολή, προχωράει στην εκπαίδευση των δικαστών, τέλος στην επιλογή της ηγεσίας. Αν μεταφερθεί από την κυβέρνηση στους ίδιους χωρίς συμμετοχή της κοινωνίας, η απαξίωση δεν θα σταματήσει.
Η σχέση μεταξύ της κυβέρνησης και της δικαστικής εξουσίας ήταν ο κύριος στόχος των μεγαλειωδών συλλαλητηρίων στις 28 Φεβρουαρίου. Της δικαστικής εξουσίας και όχι της «δικαιοσύνης». Η δικαιοσύνη είναι πολιτική αξία και προσωπική αρετή που συχνά παραβιάζεται από τον δικαστικό θεσμό – ας μην μπερδεύουμε τα δύο. Ας εξετάσουμε τη σχέση.
Στις 15 Φεβρουαρίου 2024, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου επιτέθηκε σε ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καταδίκαζε τις μεγάλες παραβιάσεις του κράτους δικαίου από τη δικαστική εξουσία και την κυβέρνηση. Μεταξύ άλλων οι Ευρωπαίοι ανέφεραν την έρευνα για το δυστύχημα στα Τέμπη, την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, τη λίστα Πέτσα και τις καταχρηστικές αγωγές SLAPP, τη μη έρευνα για το ναυάγιο της Πύλου, τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, τον θάνατο του ακτιβιστή Ζακ Κωστόπουλου, όπως και την αντιμετώπιση των θυμάτων βιασμού και σεξουαλικής βίας. Ο Αρειος Πάγος ανέλαβε να υπερασπίσει τη Μαύρη Βίβλο των επιθέσεων της κυβέρνησης στη δημοκρατία, την ελευθερία του Τύπου και τη δικαιοσύνη, και έχει κερδίσει την παλλαϊκή απαξίωση.
Οφείλεται στον διορισμό της δικαστικής ηγεσίας από την κυβέρνηση, όπως υποστηρίζουν πολλοί; Οι ανώτεροι δικαστές εξαρτώνται άμεσα από την κυβέρνηση ή έμμεσα επειδή ελπίζουν σε μελλοντική προαγωγή σε διευθυντική θέση. Η ερμηνεία αυτή είναι βολική και οδηγεί σε εύκολη λύση: αλλαγή του τρόπου επιλογής της δικαστικής ηγεσίας και η εμπιστοσύνη επιστρέφει. Αλλά έτσι αποκρύπτονται πολλές προβληματικές πλευρές της σχέσης: τα συντηρητικά χαρακτηριστικά του δικαίου, ο ρόλος της νομικής ιδεολογίας, τέλος, ο σφετερισμός από τη δικαστική ηγεσία καθοριστικής θέσης στο πολιτειακό οικοδόμημα.
Η αλλαγή του τρόπου επιλογής της ηγεσίας ελάχιστα θα βελτιώσει την απονομή δικαιοσύνης από τη δικαστική εξουσία. Αυτό γίνεται ολοφάνερο αν συγκρίνουμε την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με αυτή του Μητσοτάκη. Στην πρώτη, ο αληθινός ή φανταστικός φόβος ότι οι εκλογές μπορεί να οδηγήσουν στην αμφισβήτηση της κοινωνικής ισορροπίας, φόβος των φιλελευθέρων από τον 19ο αιώνα, φάνηκε να επιβεβαιώνεται. Οι «ανεξάρτητοι» άρχοντες, δικαστές και τραπεζίτες, ανέλαβαν την υπεράσπιση του καθεστώτος. Οι δικαστές ανέλαβαν την προστασία της ιδιοκτησίας και των «πυλώνων» της εξουσίας ενάντια στις πολιτικές της κυβέρνησης. Το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε σωρεία κεντρικών πολιτικών της κυβέρνησης. Ο Αρειος Πάγος πήρε επανειλημμένα αποφάσεις υπέρ των τραπεζών και του μεγάλου κεφαλαίου. Τα ανώτατα δικαστήρια έγιναν η πιο αποτελεσματική αντιπολίτευση. Τώρα έχουμε το ακριβώς αντίθετο, τους δικαστές ως χειροκροτητές της κυβέρνησης. Τότε όπως τώρα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ διόριζε την ηγεσία των δικαστηρίων. Αλλά τα αποτελέσματα είναι τελείως διαφορετικά.
Ας δούμε λίγες αποφάσεις της περιόδου των μνημονίων. Τα δύο πρώτα μνημόνια είναι συνταγματικά (ΣτΕ/2012). Αντισυνταγματική η διάταξη που δίνει την Ελληνική ιθαγένεια σε μετανάστες δεύτερης γενιάς, παιδιά νόμιμων μεταναστών που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα ή έχουν συμπληρώσει σχολική εκπαίδευση έξι χρόνων (ΣτΕ 460/2013). Ο «νόμος Παππά» αντισυνταγματικός. Ο νόμος Μπαλτά για την επιλογή διευθυντών στα σχολεία αντισυνταγματικός (ΣτΕ/2017). Αντισυνταγματική η πρακτική του Δημοσίου να παρατείνει τη δυνατότητα φορολογικού ελέγχου φυσικών και νομικών προσώπων που εμπλέκονται στις λίστες φοροδιαφυγής (657/2017). Η παράταση των συμβάσεων συμβασιούχων στους ΟΤΑ αντισυνταγματική (Απόφαση Ελεγκτικού Συνεδρίου 10 Μαΐου 2017). Η μη καταβολή δεδουλευμένων, ακόμη και μακροχρόνια, από εργοδότες δεν αποτελεί βλαπτική μεταβολή της συμβατικής σχέσης (Αρειος Πάγος, 2017).
Πώς φτάσαμε εδώ; Η δικαστική εξουσία μπορεί να καταργεί πολιτικές αποφάσεις και νόμους ως αντισυνταγματικούς. Αυτό που ονομάζω «κράτος των δικαστών» αποτελεί κατάχρηση της αρμοδιότητας. Οι δικαστές ακύρωναν επανειλημμένα κεντρικές επιλογές της αριστερής κυβέρνησης. Το δίκαιο επιβαλλόταν επί της πολιτικής εξουσίας, οι δικαστές επί των πολιτικών, τα δικαστήρια γίνονται αποφασιστικός πολιτειακός παράγοντας, αντιπολιτευτικός την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ, συμπολιτευόμενος και νομιμοποιητικός σήμερα. Οι περισσότερες δικαστικές αποφάσεις με σοβαρό πολιτικό επίδικο υποκαθιστούσαν λειτουργικά τη νομοθετική εξουσία. Οι δικαστές συστηματικά νομοθετούσαν υπό το πρόσχημα ότι ερμηνεύουν τον νόμο.
Το νομικό κατεστημένο δεν παραδέχεται ότι η δικαστική «νομοθέτηση» προωθεί συντηρητικές απόψεις. Ετσι, επιλέγουν τον μύθο της «ουδετερότητας» των δικαστών και της «αντικειμενικότητας» του δικαίου. Τα δικαστήρια είναι «φερέφωνα του νόμου» που με τη νομική επιχειρηματολογία ανακαλύπτουν τη μία «σωστή» απόφαση. Αλλος μύθος. Ας πάρουμε τη χαρακτηριστική επιχειρηματολογία της απόφασης του ΣτΕ το 2018 για τη διδασκαλία των θρησκευτικών. Το δικαστήριο ακύρωσε το νέο πρόγραμμα του μαθήματος επειδή δεν έχει ορθόδοξο κατηχητικό χαρακτήρα και δίνει πληροφορίες για άλλα δόγματα και θρησκείες.
Η απόφαση στηρίχτηκε στη συνταγματική αναφορά στην «επικρατούσα θρησκεία» και στην ελευθερία «της θρησκευτικής συνειδήσεως».
«Η έννοια της “θρησκευτικής” συνειδήσεως είναι, ενόψει και της χρήσεως οριστικού άρθρου [της συνειδήσεως] συγκεκριμένη και δεν αφορά σε οποιοδήποτε Εθνος και σε οποιοδήποτε θρήσκευμα». Ως ανάπτυξη της συνείδησης νοείται η «εμπέδωση και η ενίσχυση της συγκεκριμένης αυτής [ορθόδοξης] θρησκευτικής συνειδήσεως». Αν το μάθημα εισάγει στοιχεία από άλλα δόγματα και θρησκείες, «καλλιεργεί αμφιβολίες, προκαλεί σύγχυση και με τη σύγχυση και με τον επιδιωκόμενο αναστοχασμό των μαθητών κλονίζει την ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση». Η αντιδραστική επιχειρηματολογία δεν οδηγεί στην «ορθή» απόφαση, αλλά αποκαλύπτει τη δικαστική ιδεολογία.
Σε υποθέσεις με έντονο πολιτικό επίδικο, οι δικαστές δεν μπορούν να αποφύγουν τις ιδεολογικές και ηθικές προτιμήσεις τους. Η νομική θεμελίωση περιλαμβάνει νομικά επιχειρήματα, λογικές και ευλογοφανείς προτάσεις, ιδεολογικές ή πολιτικές επιλογές που δεν αναφέρονται και, τέλος, ασυνείδητα κίνητρα που δεν τα ξέρουν ούτε οι ίδιοι οι δικαστές, όπως συμβαίνει με όλους μας. Στις πολιτικά αμφισβητούμενες υποθέσεις το δικαστήριο δεν ερμηνεύει το δίκαιο. Η ίδια η απόφαση δημιουργεί δίκαιο και αλλάζει τον συσχετισμό δύναμης. Και τα δύο αντίθετα αποτελέσματα μπορούν να βρουν τα αναγκαία επιχειρήματα για να υποστηρίξουν μια προειλημμένη απόφαση. Ενα άρθρο («της») οδήγησε στην κατάργηση μιας προοδευτικής, μελετημένης και κεντρικής πολιτικής.
Η κάθε υπόθεση έχει βέβαια τα δικά της μοναδικά στοιχεία. Δεν οφείλονται οι μονόπατες αποφάσεις αποκλειστικά στην ιδεολογία των δικαστών. Οι θεμελιακές αξίες του δικαίου τις προετοιμάζουν. Οταν ο Αρειος Πάγος αποφάσισε ότι η μακροχρόνια μη πληρωμή δεδουλευμένων δεν αποτελεί βλαπτική μεταβολή της εργασιακής σύμβασης, ακολουθούσε υπαρκτά επιχειρήματα υπέρ της εργοδοσίας που βγαίνουν μέσα από την πρωταρχική θέση της ιδιοκτησίας. Οι δομικές προτεραιότητες του φιλελεύθερου δικαίου, ο εθνικισμός και η επίπλαστη θρησκοληψία αρκούν, ανεξάρτητα από τις προτιμήσεις των δικαστών. Το γεγονός ότι οι δικαστές συμφωνούν ιδεολογικά, κάνει τις αποφάσεις πιο πειστικές.
Δεν με ενδιαφέρει τι ψηφίζουν οι δικαστές. Αλλά οι αποφάσεις τους και τότε και τώρα μας υποχρεώνουν να εξετάσουμε τη νομική ιδεολογία και τη δομική σχέση του δικαίου με την κυβέρνηση. Δείχνουν ότι τα ανώτερα δικαστήρια, αλλά όχι όλοι οι δικαστές, εξαρτώνται από την πολιτική, αποφασίζουν πολιτικά, ενεργούν πολιτικά υποστηρίζοντας το κεφάλαιο και την πολιτική εξουσία, εκτός αν είναι αριστερή. Το δόγμα «νόμος και τάξη» σημαίνει «νόμος, καταστολή και κοινωνική τάξη». Ανέκαθεν η Δικαιοσύνη με τα δεμένα μάτια έριχνε κρυφές ματιές επιθυμίας προς τους χρηματιστές, τους πλούσιους, τις εξουσίες. Η αλλαγή ξεκινάει από τη Νομική Σχολή, προχωράει στην εκπαίδευση των δικαστών, τέλος στην επιλογή της ηγεσίας. Αν μεταφερθεί από την κυβέρνηση στους ίδιους χωρίς συμμετοχή της κοινωνίας, η απαξίωση δεν θα σταματήσει. Γι’ αυτά χρειάζεται μια μεγάλη συζήτηση που δυστυχώς δεν γίνεται.
***Αναδημοσίευση από την ΕΦΣΥΝ
Ντιρκ ΚάουφμανΗ σύλληψη του Ιμάμογλου είχε σοβαρές επιπτώσεις στις τουρκικές χρηματαγορές και τη λίρα. Θα μπορέσει η κυβέρνηση Ερντογάν να κρατήσει όρθια την τουρκική οικονομία;Η είδηση της σύλληψης του αντιπάλου του Ερντογάν, Εκρέμ Ιμάμογλου, είχε σοβαρές...
Εκρηκτική είναι η κατάσταση στην Τουρκία, μετά την σύλληψη και την κράτηση, του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου και ενώ πρόκειται να ανακηρυχθεί επίσημα υποψήφιος για την προεδρία, παρά την ακύρωση του πτυχίου του. Ο Ερντογάν επιβεβαιώνει το τυραννικό καθεστώς του, ενώ η σιωπή της ΕΕ είναι απογοητευτική...
Οι κοινοί εγκληματίες του Ισραήλ υπό τον Νετανιάχου, αφού απέτυχαν να ερημώσουν τη Γάζα και να φύγουν οι Παλαιστίνιοι από τη γη τους, πέρασαν στη δεύτερη φάση της γενοκτονίας.
Η τουρκική κυβέρνηση συνεχίζει να βομβαρδίζει κουρδικές περιοχές, απαιτώντας παράδοση όπλων άνευ όρων από την ηγεσία του ΡΚΚ, που επικαλείται πρακτικές δυσκολίες για να συνεδριάσει προκειμένου να λάβει αποφάσεις.Το φιλοκουρδικό κόμμα DEM της...