«Σύντροφοι, τι άλλαξε και πρέπει ν αλλάξουμε το πρόγραμμα μας, τις ιδέες μας, να εγκαταλείψουμε την ιδεολογία μας και να αλλοιώσουμε το Κόμμα μας;». Αυτό ήταν το ερώτημα ενός παλαιού στελέχους του ΚΚΕ, από το βήμα του 13ου Συνεδρίου το 1991. Ενός ανθρώπου που πέρασε χρόνια δύσκολα, σε φυλακές και εξορίες, διακινδυνεύοντας και τη ζωή του, πιστός όμως πάντα στις ιδέες του και στο κόμμα του, στο ΚΚΕ. Ήταν η χρονιά που διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση, μετά την κατάρρευση όλων των κομμουνιστικών κρατών της Ευρώπης. Η Αριστερά συνολικά, συμπεριλαμβανομένης και της κομμουνιστικής, είχε μπει σ ένα κύκλο αναζητήσεων και προβληματισμού.
Τριάντα χρόνια μετά, σε πολύ διαφορετικές συνθήκες, σ ένα πολύ διαφορετικό από το ΚΚΕ, αριστερό κόμμα, στον ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει η ίδια ανησυχία. Γιατί ν αλλάξουμε το κόμμα; Γιατί να εγκαταλείψουμε τα πιστεύω μας; Και επίσης γιατί να δεχθούμε «συνδιοίκηση» με παράγοντες και πολιτικούς με τους οποίους είμασταν αντίπαλοι, διαφωνήσαμε στο παρελθόν και ίσως διαφωνούμε; Και όλ αυτά με κίνδυνο να πάψουμε να είμαστε Αριστεροί;
Η συζήτηση σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ -Προοδευτική Συμμαχία κατ΄ αρχάς είναι διαδικασία υγιής και αναγκαία. Γιατί είναι η ώρα της επανεξέτασης, της αναζήτησης, τώρα που υπάρχει και πολιτικός χρόνος. Υπάρχει το 31,5% των εκλογών, υπάρχει η προηγούμενη κυβερνητική θητεία και πάνω απ όλα υπάρχει το αύριο. Οι απαιτήσεις, η προσμονή μιας σημαντικής μερίδας της κοινωνίας από τον ΣΥΡΙΖΑ. Και υπάρχει η διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα.
Υπάρχουν δύο μεγάλα ερωτήματα στον ΣΥΡΙΖΑ που συγκινούν:
Γιατί ν αλλάξει το κόμμα; Πρέπει να πάψει να είναι αριστερό;
Είναι η πολιτική ηγεσία που στρέφει τις εξελίξεις εκεί που πιστεύει ή ακολουθεί την ωμή πραγματικότητα; Υποτάσσοντας τα πιστεύω της και τον ρόλο της πρωτοπορίας, σε μια πεζή πραγματικότητα;
Υπάρχουν παραπάνω από μία απαντήσεις και υπάρχει ένα μακροσκελές πινγκ-πονγκ απόψεων και θεωρημάτων. Είναι όμως απαντήσεις που στηρίζονται στην στασιμότητα. Γιατί αυτό που πραγματικά αλλάζει είναι ο περιβάλλον χώρος. Υποχρεωτικά οι άνθρωποι ως άτομα ή ως ομάδες προσαρμοζόμαστε, ώστε να επιβιώσουμε, να υπάρχουμε στην διαρκώς αλλαγμένη πραγματικότητα. Ούτε οι ανάγκες, ούτε τα κόμματα, ούτε ο ρόλος τους, ούτε οι απαιτήσεις της εποχής έχουν μείνει αναλλοίωτα στο χρόνο.
Το πραγματικό ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θ αλλάξει, αν θα μείνει πιστός αριστερός, αλλά αν θα μείνει ακίνητος. Ομολογώντας την αδυναμία του να ανταποκριθεί στις αλλαγές του περιβάλλοντος. Ομολογώντας ότι αδυνατεί να επεξεργαστεί τα όσα συμβαίνουν γύρω του. Και ότι αρνείται να επικοινωνήσει με τους πολλούς. Δεν φτάνει να είναι η “πρωτοπορία” που θέλει να σώσει, πρέπει και οι άνθρωποι να θέλουν να σωθούν στον δρόμο που τους δείχνει. Και κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα…
Και αυτό είναι ένα σταυροδρόμι πραγματικά υπαρξιακό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ της κυβέρνησης, ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, δεν είναι ίδιος με το κόμμα του 2012, ούτε με τον ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ των προηγούμενων δεκαετιών. Και ας υπάρχουν σ αυτόν οι ίδιοι άνθρωποι. Είναι οι άνθρωποι που ανέβηκαν σ ένα «τρένο» που δεν περίμεναν ποτέ, ανταποκρινόμενοι στα σημεία των καιρών. Δεν κατέθεσαν την εντολή που πήραν και όταν ακόμα ηττήθηκαν και δεν είπαν ότι «αυτό δεν μπορώ να το κάνω γιατί δεν το προβλέπει η ιδεολογία μου ή τα πιστεύω μου». Έκαναν τη «δουλειά» που έπρεπε να είχαν κάνει άλλοι, προσπαθώντας συγχρόνως, να στρέψουν το «καράβι» σε άλλη ρότα. Όσο μπόρεσαν. Και είναι αυτό η μεγαλύτερη απόδειξη ότι το κόμμα ακόμα και η ιδεολογία δεν είναι αυτοσκοπός. Έτσι κ αλλιώς ζούμε σε εποχές περίεργες και ενδιαφέρουσες.
Η Ελλάδα του 2010 δεν είναι ίδια με την σημερινή. Υπάρχει η χρεοκοπία και η πτώχευση (μνημόνια), η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού είναι φτωχότερη (και ας μην θέλει να το παραδεχθεί- συνειδητοποιήσει). Το κράτος είναι φτωχότερο, λεηλατημένο και υπερχρεωμένο.
Αυτοί που κέρδισαν ( ή που διασώθηκαν) από την χρεοκοπία, είναι πλουσιότεροι αλλά συνεχίζουν να θεωρούν ασφαλές μέρος για τα λεφτά τους και τις επενδύσεις τους το ...εξωτερικό. Το κοινωνικό κράτος γονάτισε και τώρα ζούμε την τελική επίθεση για την πλήρη αποδυνάμωση του, ώστε να καταστεί απλώς η έσχατη πρόνοια πριν πεθάνεις έξω από νοσοκομείο.
Παρα τα εύκολα συνθήματα, η χρεοκοπία (κρίση) δεν ήταν ευκαιρία. Είναι καταστροφή.
Άλλαξε η κοινωνία και βασικά της χαρακτηριστικά. Σήμερα μόνο το 18% είναι (ταμειακώς τουλάχιστον) μεσαία στρώματα. Μόνο που το 50% πιστεύει ακόμα, ότι ανήκει σ αυτά, όπως και στο πρόσφατο παρελθόν.
Οι υπερχρεωμένοι και φτωχοποιημένοι (πολίτες, νοικοκυριά και επιχειρήσεις) είναι η πλειοψηφία. Πολύ δύσκολα ένα μικρό ποσοστό απ αυτούς, θα ξαναμπεί στην διανομή του πλούτου (όπως στο παρελθόν), θα πάρει μέρος σε παραγωγική διαδικασία όπως ήξερε.
Οι βαθιές αυτές αλλαγές έφεραν και πολιτικές αλλαγές.
Στην Ελλάδα, η φτωχοποίηση έφερε αναδιανομή πολιτικών ισορροπιών. Η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη είναι συνασπισμός συμφερόντων και παραγόντων. Είναι συγκερασμός πολιτικών παραγόντων από την εξουσία (του ΠΑΣΟΚ ή της ΝΔ) που ευθύνονται για την χρεοκοπία. Είναι επίσης μια προσωρινή “συμμαχία” με παράγοντες που κινούνται προς την ακροδεξιά ή στην ακροδεξιά. Έχοντας από κάτω ένα κοινό να τους ακούει.
Απέναντι σ αυτό το ΜΕΤΩΠΟ (που ο Κ. Σημίτης ονόμασε Αντι-ΣΥΡΙΖΑ), , συσπειρώθηκαν αυθόρμητα μεγάλες ομάδες αυτών που έχασαν από την κρίση. Ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν έχουν ακόμα μεγάλο βαθμό συνοχής, περιμένοντας και τον ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκριθεί.
Συμβαίνει σε ελληνικά μέτρα και εδώ, αυτό που φαντάζει να κερδίζει έδαφος (σ όλη την Ευρώπη και σ όλη τη Δύση). Είναι τα Μαύρα και όχι τα Κόκκινα λάβαρα. Η οργή, έγινε φόβος και απελπισία και μετά μίσος για τους άλλους. ¨Φέρτε τα λεφτά μου πίσω”, “κλείστε πόρτες, υψώστε τείχη, διώξτε κάθε ξένο, χτυπήστε κάθε ταραχοποιό”. Αυτά τα συνθήματα απηχούν συναισθήματα που κάποιοι εύκολα τα κάνουν πολιτική. Οι γροθιές υψώνονται από φόβο, όχι από ψυχική ανάταση. Όχι γιατί ονειρεύονται και ελπίζουν.
Και την ίδια ώρα ο πλούτος χάνεται, φεύγει από τις χώρες με τρόπο μαγικό, όπως το χρήμα μέσα από ηλεκτρονικές εφαρμογές. Ο πραγματικός πλούτος υποτιμάται κάθε μέρα, ενώ ο λογιστικός -ο παράλογα υπολογισμένος πλούτος- πολλαπλασιάζεται ταχύτατα. Και επειδή είναι λογιστικός , αποθηκεύεται στο “σύννεφο” (στο Cloud). Μακριά από δεσμεύσεις και κανόνες εθνικούς ή κρατικούς ή έστω υπερκρατικούς. Τα περίφημα heads funds είναι εκτός ελέγχου , έξω από περιορισμούς.
Ο αληθινός εχθρός είναι αόρατος. Οι ορατές κυβερνήσεις είναι πιο αδύναμες από ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία. Αν δεν είναι υπάλληλοι του μεγάλου χρήματος, είναι φοβισμένοι ή άτολμοι. Δεν μπορούν να δράσουν αποτελεσματικά. Γι αυτό και κάποιοι επιλέγουν τα...τείχη. Είναι ορατά και προσφέρουν ένα κάποιον έλεγχο.
Τα περισσότερα κόμματα στην Ευρώπη έχουν πάψει να έχουν τον παραδοσιακό τους χαρακτήρα. Είναι περισσότερο «εκκλησίασμα» προς άγρα ψήφων ή για την μοιρασιά της εξουσίας. Τα συνέδρια τους είναι ένα πανηγύρι για χειροκρότημα του αρχηγού ή πριν τις εκλογές σε μια συσπείρωση γύρω από προσδοκίες και υποσχέσεις.
Παλαιότερα τα Κόμματα έκαναν πολλές και σύνθετες δουλειές. Από την αποδοχή ή την διαμόρφωση ιδεολογίας, την επεξεργασία προγράμματος, την επεξεργασία προπαγάνδας, την επιρροή των κοινωνικών δικτύων έως και την αφισοκόλληση.
Εδώ και πολλά χρόνια οι βασικές δουλειές (που παραδοσιακά έκαναν τα Κόμματα) έχουν ανατεθεί αλλού. Υπάρχει και εδώ το out sourcing. Τα ιδεολογικά ζητήματα επεξεργάζονται από τους ειδικούς , δεξαμενές σκέψεις (think tanks) κλπ. Η προπαγάνδα ετοιμάζεται και εκτελείται από τις εταιρίες ερευνών, γκάλοπ, συμβούλων , ΜΜΕ κλπ. Υπάρχει και η σχέση με τα κοινωνικά δίκτυα, τα επιμελητήρια, τα συνδικάτα, τα σωματεία, κλαδικές ομοσπονδίες, αλλά και ΜΚΟ ή οργανώσεις ειδικών συμφερόντων. Σχέση που στη χώρα μας δυστυχώς έγινε άκρως πελατειακή. Τα κρατικά και ευρωπαϊκά χρήματα εξαγόρασαν τις διαθέσεις και τα αιτήματα, ετοίμασαν στρατιές κοινωνικών παραγόντων που εργάστηκαν και εργάζονται δίπλα στο κράτος και μέσω αυτού για συγκεκριμένες εξουσίες. Μέσα σ αυτή τη λαίλαπα του έτοιμου, «ορφανού», εύκολου χρήματος, ισοπεδώθηκαν τα κοινωνικά ενδιαφέροντα και συμφέροντα. Ο συνδικαλισμός έγινε κυρίως κρατικοδίαιτος. Οι σχέσεις συνδικαλισμού, πολιτικής εξουσίας αλλά και επιχειρηματικής διαπλοκής έγιναν στενότερες από ποτέ. Κοινωνία των Πολιτών δεν δημιουργήθηκε ποτέ στην Ελλάδα. Και όλο αυτό καλύφθηκε από ιδεολογήματα, από θεωρίες για την υψηλή πολιτικοποίηση των Ελλήνων, οι περισσότεροι παράγοντες από το 1980 και μετά προτιμούν να είναι αριστεροί ή κεντροαριστεροί , επικαλούμενοι και κάποιο αριστερό παρελθόν. Δυστυχώς το ΠΑΣΟΚ παρείχε αυτή την κάλυψη, παρήγαγε ιδεολογήματα -δικαιολογίες και για τα κακώς καμωμένα. Και αυτό είναι που ακόμα και σήμερα πληρώνει. «Για τον Σοσιαλισμό σύντροφοι» φώναζε ο Γιάννος Παπαντωνίου.
Τα κόμματα της Αριστεράς και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη θεωρούν ότι πρέπει και μπορούν να κάνουν όλες τις δουλειές που έκαναν τα κόμματα στο παρελθόν. Να επεξεργάζονται ιδεολογίες και προγράμματα, να ετοιμάζουν την προπαγάνδα τους, να οργανώνουν μαζικές οργανώσεις για να έχουν σχέσεις με τα κοινωνικά δίκτυα. Και σήμερα το Εργατικό Κόμμα της Μ. Βρετανίας έχει αυτή τη δομή, στηριζόμενο πρωτίστως στα συνδικάτα που έχουν στενή και οργανική σχέση με το κόμμα. Όμως οι εποχές έχουν αλλάξει. Η εμμονή μπορεί να έχει αγνές προθέσεις, μπορεί να είναι μια αντίσταση στην ώσμωση με την εξουσία, όμως πρακτικά δεν λειτουργεί και δεν φέρνει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Η επεξεργασία πολιτικής και προγραμμάτων είναι εξαιρετικά σύνθετη υπόθεση, ειδικά για τα κόμματα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που πρέπει να σκέφτονται και να πράττουν και υπερεθνικά. Η επαγγελματική ενασχόληση, οι εξειδικευμένες γνώσεις, είναι απαραίτητες για να μπορούν κάποιες ομάδες ανθρώπων να επεξεργαστούν σύνθετα προβλήματα που αναζητούν σύνθετες απαντήσεις. Δεν είναι αποτελεσματικό π.χ ένα Κόμμα να αναθέτει μόνο σε μέλη του την επεξεργασία της πολύπλοκης πραγματικότητας. Είναι υποχρεωμένο να έχει σχέσεις- διασυνδέσεις (επιρροή) εκεί που γίνεται η επεξεργασία των θεμάτων, εκεί που η επιστήμη δρα. Και όταν μάλιστα ένα κόμμα γίνεται κυβέρνηση ή είναι κόμμα εξουσίας, όπως έγινε από το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ, όλα αυτά τα προβλήματα πλακώνουν το κόμμα και τις καλές προθέσεις.
Ζητήματα όπως αυτά της εθνικής ή εσωτερικής ασφάλειας δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται με ακτιβιστική ή ρομαντική διάθεση. Το κράτος, άρα η κυβέρνηση, καλείται να αναλάβει ευθύνες, για την προστασία των πολιτών, της σημαίας , του Ταμείου, για να αντιμετωπίσει την υπερχρέωση κλπ, κλπ. Ολ αυτά «κτύπησαν» στο δόξα πατρί τον ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του, πέρα από το πρόσθετο πρόβλημα της πτώχευσης (Μνημόνιο) και της χρεοκοπημένης χώρας. Πολλά από τα στελέχη του , ακόμα δεν έχουν συνέλθει από το σοκ της ωμής πραγματικότητας που δεν είναι καθόλου ρομαντική. Δεν είναι εύκολο να βρεθούν καθημερινές απαντήσεις με αναφορές στην γενική θεώρηση της όποιας ιδεολογίας.
Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θ αλλάξει, αλλά αν θα μείνει ακίνητος. Αν μείνει ακίνητος, φοβισμένος και ταμπουρωμένος στην αλήθεια του, θα αντιμετωπίσει προβλήματα ύπαρξης.
Σε κάποιους αυτό μπορεί (ακόμα και σήμερα) να αρέσει. Αφορά όμως μόνο αυτούς και κανέναν άλλον.
Γιατί το Κόμμα που λέγεται ΣΥΡΙΖΑ όπως και κάθε άλλο Κόμμα, είναι εργαλείο, είναι δίκτυο, δεν είναι αυτοσκοπός.
Υπάρχει αντίλογος: «Ο βασικός μας στόχος είναι ο μετασχηματισμός όχι του κόμματός μας, αλλά της κοινωνίας. Κάποιοι που βιάζονται, που αγωνιούν να γίνουμε «κυβερνώσα» -όλοι και όλες το θέλουμε-, αλλά ξεχνούν το «Αριστερά», τη λέξη «μετασχηματισμό» ίσως να τη θεωρούν ακραία, υπερβολική... Ίσως γιατί ξεχνούν, ή δεν το έμαθαν ποτέ, ότι ο σοσιαλισμός για μας είναι μια διαρκής κίνηση, δρόμος, τομές και ρήξεις, που αλλάζουν συνειδήσεις, που διαμορφώνουν ένα διαφορετικό πλαίσιο, απελευθερωτικό σε κάθε περίπτωση», έγραψε στο Facebook ο Π. Λάμπρου (μέλος της ΠΓ του Συριζα).
Όμως η αλλαγή της κοινωνίας δεν θα συμβεί (μόνο) επειδή κάποιοι το πιστεύουν. Θα συμβεί πριν απ όλα, επειδή κάποιοι το χρειάζονται. (Και αυτό είναι πέρα για πέρα μαρξιστικό). Ο 20ος αιώνας έχει περίφημα (όχι πάντα βολικά και ευχάριστα για την Αριστερά) παραδείγματα.
Στην πολιτική (καλώς ή κακώς) πολλές συζητήσεις είναι απλώς η εισαγωγή για αυτό που θεωρείται “το κυρίως πιάτο”. Και αυτό στην προκειμένη περίπτωση είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελέσει ένα χώρο και για την σοσιαλδημοκρατία, αν θα εκφράσει μεγάλα κοινωνικά στρώματα τα οποία συσπειρώνονται γύρω από συγκεκριμένα πράγματα. Η επιστροφή τους στο δίκτυο της μοιρασιάς του πλούτου, η συμμετοχή τους στην εξουσία, ώστε να έχουν λόγο, να έχουν μοχλούς πίεσης. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει το άλλο ΜΕΤΩΠΟ το κόκκινο -πράσινο ΜΕΤΩΠΟ, απέναντι στην Γαλαζο-Μαύρη συσπείρωση.
Το θέμα είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα αγκαλιάσει τους πολλούς ανθρώπους που κάποτε ψήφιζαν και ΠΑΣΟΚ. Όλα όσα συζητούνται δεν αφορούν το α ή β στέλεχος του ΠΑΣΟΚ ή πρώην βουλευτές. Αλλωστε ούτε αυτοί είναι ακίνητοι ή αναλλοίωτοι στον χρόνο και στις απόψεις. Το θέμα είναι οι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που το 2012 μόνοι τους, χωρίς προτροπή, χωρίς να ακούνε τα ανακατεμένα πολύχρωμα συνθήματα του τότε ΣΥΡΙΖΑ, τον επέλεξαν. Επιδιώκοντας να βρουν ένα ΑΛΛΟ ΔΙΚΤΥΟ, μέσω του οποίου θα διοχετεύσουν τις ανάγκες τους, αναζητώντας την σωτηρία τους και μερτικό από τον διανεμόμενο πλούτο και την εξουσία.
Τον Ιούλιο του 2019, ακόμα περισσότεροι άνθρωποι , που παλιά ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ ή και άλλους σχηματισμούς, ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, γνωρίζοντας τις ιδιοτροπίες του.
Δείχνουν και αυτοί μια κατεύθυνση. Θέλουν και αυτοί ν αλλάξουν. Είναι και αυτοί μπροστά στο σταυροδρόμι και περιμένουν να δουν πως θα κινηθούν τα πράγματα.
Ακόμα πιο ωμά λοιπόν: Ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να αλλάξει δομές και χαρακτηριστικά ώστε να μπορέσει να βαδίσει σε νέο μονοπάτι. Και σ αυτή την πορεία δεν είναι καθόλου υποχρεωμένος να ασχοληθεί (να περιοριστεί) μόνο σ αυτά που τα μεσαία ή μικρομεσαία ή φτωχότερα στρώματα επιζητούν.
Η επιδίωξη είναι μια νέα ισορροπία με νέα χαρακτηριστικά οχι η προσθαφαίρεση ατόμων και παλαιών απόψεων. Ένα όχημα που μπορεί να ταξιδέψει στο αύριο.
Είναι πάμπολλα πλέον τα θέματα που ζητούν λύσεις. Ο μετασχηματισμός του κράτους δεν είναι μια απλή υπόθεση. Οι αλλαγές δομών, η αλλαγή του μοντέλου παραγωγής, η διανομή πλούτου, η ενίσχυση της παραγωγής και όχι της συσσώρευσης χρήματος, το Περιβάλλον, η δημιουργία επιτέλους Κοινωνίας των Πολιτών, το κοινωνικό κράτος που πρέπει να στηθεί από την αρχή κλπ, κλπ.
Όμως για να το κάνει αυτό, για να ακουστεί ο λόγος, πρέπει να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο ΔΙΚΤΥΟ, που μπορεί να επικοινωνεί με τους πολλούς, με τους κοινωνικούς φορείς. Και είναι τώρα η ευκαιρία.
Είναι τώρα ορατό το σταυροδρόμι. Και η απόφαση είναι πραγματικά υπαρξιακή.