Είναι εύλογο και κατανοητό, ένα κόμμα να επιδιώκει τον πολιτικό συνεταιρισμό με συγγενείς ιδεολογικά χώρους, αλλά και μεμονωμένα πρόσωπα, ιδιαίτερα όταν πλησιάζει ο χρόνος διεξαγωγής των εθνικών εκλογών, που σύμφωνα με πληροφορίες υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να γίνουν την πρώτη ή την δεύτερη Κυριακή του Απριλίου. Η επίσπευση των εθνικών εκλογών θεωρείται από πολλούς στην κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ επιβεβλημένη καθώς εκτιμάται ότι η επιδιωκόμενη πόλωση εκ μέρους της κυβέρνησης είναι εφικτή μόνο αν γίνουν χωριστά οι εθνικές εκλογές και μάλιστα με κάποια απόσταση από τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Ωστόσο, κάθε κίνηση, όπως ο τελευταίος ανασχηματισμός, που από κάποιους θεωρήθηκε ως «άνοιγμα» στην λεγόμενη κεντροαριστερά, κρίνεται από την σοβαρότητα, την αποφασιστικότητα , τα χαρακτηριστικά του και την διαφάνεια που πρέπει να συνοδεύει τέτοιες αποφάσεις . Δηλαδή, η συνεργασία μεταξύ κομμάτων κρίνεται από τις προγραμματικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν, ενώ η ένταξη μεμονωμένων προσώπων, από το ειδικό βάρος και την γενικότερη πολιτική επιρροή που ασκούν, στην κοινωνία φυσικά, με την επιστημονική τους κατάρτιση ή την πολιτική τους συγκρότηση και την σοβαρότητά τους.
Αυτά τα μίνιμουμ κριτήρια, κάθε άλλο παρά υπήρξαν στους δύο τελευταίους ανασχηματισμούς του πρωθυπουργού. Ο Αλέξης Τσίπρας εκμεταλλεύεται συχνά σε απόλυτο βαθμό τα προνόμια που του παρέχει το πρωθυπουργικοκεντρικό μοντέλο διακυβέρνησης , αδιαφορώντας αν οι επιλογές του ικανοποιούν ή όχι το κόμμα του και κυρίως τους αριστερούς ψηφοφόρους του.
Ο πρωθυπουργός, έχει διαρρήξει τις σχέσεις του με το αριστερό του παρελθόν και απορρίπτει την κριτική που του ασκείται γι αυτό. Θεωρεί ότι οι αριστεροί ψηφοφόροι, είτε είναι δεδομένοι, είτε δεν τους θέλει ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές και επιμένει στην δεξιά στροφή. Υπό αυτό το πρίσμα, θα έχει ιστορικό ενδιαφέρον η αποχή στις εκλογές και φυσικά αν δικαιωθεί ο Τσίπρας για τις επιλογές του, ή θα οδηγήσει το κόμμα του σε στρατηγική ήττα.
Μέχρι το καλοκαίρι ο πρωθυπουργός, είχε το άλλοθι ότι η Ελλάδα ήταν υπό τον απόλυτο έλεγχο των δανειστών και δεν μπορούσε να εκφράσει τα αριστερά του ιδεώδη. Τώρα μπορεί να τα εκφράσει , ως ένα βαθμό τουλάχιστον, αλλά οι επιλογές του αντί να συγκλίνουν με το κόμμα που τον ανέδειξε, μεγαλώνουν το χάσμα. Και φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ, με ελάχιστες εξαιρέσεις, παρακολουθεί αδρανής, την χωρίς φρένα ενσωμάτωσή του στο παρακμιακό ΠΑΣΟΚ και όχι στο κινηματικό της περιόδου 1974-1981, με δεξιές πολιτικές και πρόσωπα που οδηγούν την αριστερά στον πολιτικό βυθό και όχι στην ανάδειξή του σε προοδευτική δύναμη.
Με τον τρόπο αυτό, ο Αλέξης Τσίπρας , οδήγησε εκατοντάδες χιλιάδες αριστερούς ψηφοφόρους στο περιθώριο, την αποχή, την αδράνεια , ίσως και την παραίτηση από πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες γι αυτό και η συσπείρωση παραμένει σε απογοητευτικά επίπεδα . Πολλές φορές, η απογοήτευση επιδρά καταλυτικά στην συμπεριφορά των ανθρώπων.
Ούτε καν ως ρητορικό σχήμα δεν μπορεί να σταθεί το επιχείρημα, ότι με τον τελευταίο ανασχηματισμό, εξίσου απογοητευτικό με τον προτελευταίο, ο Τσίπρας επιχείρησε κάποιου είδους «άνοιγμα» στο ΚΙΝΑΛ ή έστω στο ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου. Οι νέοι υφυπουργοί, Τόλκας και Μωραίτης, πέραν των συχνών επιθέσεων κατά του ΣΥΡΙΖΑ στο πρόσφατο παρελθόν, δεν έχουν το παραμικρό πολιτικό βάρος στο δημόσιο βίο της χώρας για να δικαιολογηθεί κάποια κριτική, ούτε τα επικοινωνιακά τρικ περί ανοίγματος.
Είναι ενοχλητικό και μόνο να σκεφθεί κάποιος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει στελέχη του ….εκτοπίσματος των Τόλκα –Μωραίτη. Φυσικά διαθέτει και πολύ καλύτερα. Όμως ο Τσίπρας απλά γελοιοποιεί και περιφρονεί το ίδιο του το κόμμα παίρνοντας μόνος του τις αποφάσεις του, κυρίως όμως σέρνοντας το κόμμα του στην χρεοκοπημένη αυλή του πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ. Προφανώς ο Τσίπρας αναλαμβάνει και την ευθύνη για ότι συμβεί στις εκλογές. ….
Αθροιστικά πλέον, ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ επιβαρύνονται με την τετράχρονη σχεδόν συνεργασία με τον ακροδεξιό Καμμένο, αλλά και με την συνεργασία με πρόσωπα που όχι μόνο δεν έχουν να παρουσιάσουν τίποτα απολύτως , αλλά δεν διαθέτουν και την ελάχιστη πολιτική και ιδεολογική «πιστοποίηση», για να αποτελέσουν εταίρο του ΣΥΡΙΖΑ.
Μοιραία, αυτές οι επιλογές καταγράφονται στην πολιτική και κομματική μνήμη , όχι ως τυχαία περιστατικά, αλλά ως πολιτικές πράξεις που προκαλούν αποστροφή . Ο πρωθυπουργός και ο ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται ότι δεν έχουν διδαχθεί τίποτα από τις στρατηγικές ήττες που έχουν υποστεί πολλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, που επίσης, με τις επιλογές τους, οδήγησαν στην αύξηση των δυνάμεων της ακροδεξιάς.
Την επομένη των εκλογών λοιπόν ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ας μην αναζητούν υπεύθυνους για την ήττα, αλλά και την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται έχει κάνει τις επιλογές του και προφανώς οι ψηφοφόροι θα κάνουν τις δικές τους