Του Σωτήρη Σιδέρη
Η Τουρκία επιβεβαιώνοντας τον παραβατικό εαυτό της κατέθεσε στον ΟΗΕ συντεταγμένες περιοχών που θεωρεί δική της υφαλοκρηπίδα που φυσικά είναι διάτρητη νομικά. Η Αθήνα απάντησε καταγγέλλοντας την ενέργεια, περιέργως όμως αρνήθηκε να απαντήσει στην ταυτόχρονη πρόταση της Άγκυρας για διάλογο. Προφανώς η Τουρκία δημιουργεί τετελεσμένα και χρησιμοποιεί ως άλλοθι τον διάλογο, αλλά η πολιτική της Αθήνας είναι αποκαρδιωτική.
Η ελληνική κυβέρνηση, ενώ επικαλείται τον διάλογο, δεν τον επιδιώκει και την ίδια στιγμή δεν απαντά ούτε καν στην πρόταση που της γίνεται . Παρά την παρέλευση μηνών από το τουρκολιβυκό σύμφωνο, τις διαρκείς επιθετικές κινήσεις σε Κύπρο , Ανατολική Μεσόγειο και Έβρο και τώρα με την κατάθεση των συντεταγμένων, η ελληνική κυβέρνηση είναι παθητικός θεατής.
Εδώ και καιρό υπάρχει συζήτηση για κατάθεση ελληνικών συντεταγμένων, αλλά από μόνη της δεν αρκεί. Την ίδια στιγμή όμως καταγράφηκε και ένα νέο στοιχείο στην ελληνική πολιτική σκηνή. Για πρώτη φορά και αποφασιστικά, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας τοποθετήθηκε με σαφήνεια στις τελευταίες κινήσεις της Τουρκίας προκαλώντας μια σημαντική μετατόπιση της πολιτικής της αξιωματικής αντιπολίτευσης από την εύλογη κριτική στην πολιτική πρωτοβουλιών που δεν θα περάσει σίγουρα απαρατήρητη με την πάροδο του χρόνου και όταν η επιδημία υποχωρήσει .
Ανήμερα της εθνικής επετείου για την επανάσταση του 1821, ο Αλέξης Τσίπρας , ουσιαστικά παρακίνησε την κυβέρνηση να κάνει το βήμα και να καταθέσει συντεταγμένες της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στον ΟΗΕ ως απάντηση στην Τουρκία και αν το πράξει η κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ θα στηρίξει ανεπιφύλακτα.
Ο κ. Τσίπρας είπε ότι «η Ελλάδα πλέον έχει κάθε λόγο να ασκήσει τα δικαιώματά της για την κατάθεση συντεταγμένων». Ωστόσο, πρόσθεσε, «όποτε και αν το πράξει, θα πρέπει πρώτα να έχει δοθεί ένα αυστηρό μήνυμα από την Ευρώπη, ότι μονομερείς ενέργειες όπως αυτή οδηγούν σε κυρώσεις». Με απλά λόγια αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εισηγείται μια πιο αποφασιστική πολιτική έναντι της Άγκυρας βασισμένες στο δίπτυχο κυρώσεις –συντεταγμένες, ενώ σταθερά προκρίνει τον διάλογο για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και επανεκκίνηση των διερευνητικών συνομιλιών.
Η επιστολή όμως του Μονίμου Αντιπροσώπου της Τουρκίας στον ΟΗΕ Σινιρίογλου με την οποία γνωστοποιεί τις συντεταγμένες της τουρκικής υφαλοκρηπίδας, εμπεριέχει ενδιαφέροντα στοιχεία όπως η πρόταση για διάλογο που δεν πρέπει να αγνοηθεί από την Αθήνα, ακόμη και αν γνωρίζει τον προσχηματικό χαρακτήρα της.
Το υπουργείο Εξωτερικών στην Αθήνα απαντώντας στην κίνηση της Τουρκίας εξέδωσε μια ανακοίνωση που είναι πιστή στην καταγγελτική γραμμή του ΥΠΕΞ, αλλά αγνόησε εντελώς και παραδόξως την ανοιχτή πρόταση της Άγκυρας για διάλογο με την Ελλάδα, ενώ θα έπρεπε να είναι η πρωταρχική απάντηση.
Τα νέα αυτά στοιχεία έρχονται να προσθέσουν μια νέα πραγματικότητα στο ήδη βαρύ φορτίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αλλά η ελληνική κυβέρνηση παραμένει καθηλωμένη σε μια αμήχανη στάση. Η καταγγελία και ο σχολιασμός των τουρκικών θέσεων δεν παράγουν πολιτική και ο Νίκος Δένδιας δεν παράγει απολύτως τίποτα πάνω από οκτώ μήνες στο υπουργείο εξωτερικών.
Τα μυστήρια των Αθηνών
Προφανώς στο μεγαλύτερο μέρος της η επιστολή Σινιρίογλου αποτελεί ένα απάνθισμα από διαχρονικά καιροσκοπικές απόψεις όπως η αγνόηση της Κυπριακής Δημοκρατίας ή η υποκρισία περί μηδενικής επήρειας των μεγάλων μάλιστα ελληνικών νησιών σε πιθανή οριοθέτηση ΑΟΖ . Αυτό που μπορούμε λοιπόν να συγκρατήσουμε είναι ο Σινιρίογλου, όπως και ο νόμιμος πρόεδρος της Λιβύης Σάρατζ, προτείνουν στην Ελλάδα διάλογο για μια συμφωνημένη οριοθέτηση, την οποία η Αθήνα ακόμη κρατά στα συρτάρια της, γιατί αδυνατεί να πάρει αποφάσεις. Υπό αυτό το πρίσμα το υπουργείο Εξωτερικών αν ήθελε να δώσει μια πλήρη απάντηση στον Σινιρίογλου, δηλαδή στο προεδρικό μέγαρο στην Άγκυρα, όφειλε να απαντήσει όχι μόνο σε σχέση με τις συντεταγμένες, αλλά και στην πρόταση διαλόγου που η Αθήνα αγνόησε.
Ειδικότερα, η σχετική αναφορά της επιστολής του Τούρκου αξιωματούχου επισημαίνει:
«Η Τουρκία πιστεύει ότι η οικοδόμηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο θα είναι δυνατή μόνο μέσω διαλόγου και συνεργασίας. Θα σας ήμουν ευγνώμων αν η παρούσα επιστολή και το παράρτημά της κυκλοφορούσαν ως έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης, σύμφωνα με τα σημεία 41 και 74 της ημερήσιας διάταξης, και δημοσιευόταν στον δικτυακό τόπο του Τμήματος Ωκεανών και Δικαίου της Θάλασσας, καθώς και στην επόμενη έκδοση του Law of the Sea Bulletin».
Στην απάντησή της η ελληνική κυβέρνηση στις 25 Μαρτίου, τονίζει μεταξύ άλλων ότι:
«Ψευδεπίγραφα, για πολλοστή φορά, στο όνομα της ειρήνης και σταθερότητας της Ανατολικής Μεσογείου, με ανυπόστατα επιχειρήματα, η Τουρκία επιμένει στην παραβατικότητα και αποσταθεροποίηση και χτίζει παράνομους, χάρτινους πύργους»….. «Για πολλοστή φορά επιμένει να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, κράτος μέλος της ΕΕ και του ΟΗΕ, να μην αναγνωρίζει κυριαρχικά δικαιώματα ελληνικών νησιών, να παραβιάζει κατάφωρα το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας».
Επίσης αναφέρει ότι η Ελλάδα «συνεχίζει να απαιτεί το σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων των νησιών σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και να υπογραμμίζει ότι παράνομες και άκυρες συμφωνίες δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα» και καταλήγει :.
«Επαναλαμβάνουμε ότι η εμμονή στην παραβατικότητα, με ή χωρίς χάρτες, δεν δημιουργεί ούτε δίκαιο, ούτε δικαιώματα. Και, βεβαίως, απαντάται καταλλήλως».
Σε επίπεδο ειδικών επιστημόνων υπάρχει μια ισχυρή άποψη υπέρ της κατάθεσης συντεταγμένων και ταυτόχρονα να σταλεί επίσημη πρόσκληση στην Τουρκία για έναρξη του διαλόγου. Διάλογος όμως στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί να γίνει χωρίς την συμμετοχή της Αιγύπτου, που θα ενισχύσει την ελληνική πολιτική. Επίσης ο κ. Δένδιας και η κυβέρνηση συνολικά δεν έχουν αποφασίσει ούτε πρόκειται κατά τα φαινόμενα να αποφασίσουν σχετικά με την πρόταση του καθηγητή Χρήσου Ροζάκη για αποδοχή της πρότασης Σάρατζ να παραπεμφθεί η διαφορά με την Λιβύη στη Χάγη.
Για την εικόνα των τουρκικών ελιγμών και ενεργειών έχει τοποθετηθεί εξαντλητικά και με απόλυτη ευκρίνεια καταθέτοντας και σοβαρές προτάσεις και ο καθηγητής Πέτρος Λιάκουρας . Είναι ερώτημα τι ακριβώς θέλει η κυβέρνηση καθώς η θολή εικόνα που εκπέμπει διευκολύνει μόνο την Τουρκία .
Παρά την καταθλιπτική συγκυρία , τα κράτη οφείλουν να κοιτάζουν προς το μέλλον γιατί η ζωή και η διπλωματία δεν απουσιάζουν ποτέ . Και η Ελλάδα , σε όλα τα διπλωματικά μέτωπα συμπεριφέρεται ως να έχει την εξωτερική πολιτική στην εντατική . Και αυτό είναι σοβαρό πρόβλημα