Τα όσα είπε ο Γ. Βαρουφάκης στο eurogroup, αναδεικνύουν την εμφανή πρόθεση των δανειστών-εταίρων να μην υπάρξει καμία συμφωνία με την Ελλάδα. Οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης αφορούν μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμους τομείς (ασφαλιστικό, δημόσια διοίκηση, δικαιοσύνη, προϋπολογισμός κλπ) με την διαμεσολάβηση του ΟΟΣΑ και συγχρόνως παρέχονται εγγυήσεις για την εφαρμογή αυτών των μεταρρυθμίσεων υπό τον έλεγχο των δανειστών.
Παρ όλα αυτά οι κύριοι ευρωπαίοι μαζί και η κα Λαγκάρντ, προτιμούν να διακωμωδούν κάθε προσπάθεια για συμφωνία, κάθε πρόταση, συνεχίζοντας στο μοτίβο «για όλα φταίει η ελληνική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ». Το παιχνίδι της απόδοσης ευθυνών θα συνεχιστεί και στην Σύνοδο Κορυφής της Δευτέρας, στις Βρυξέλλες. Εκεί θα έχουν σαν στόχο τον ίδιο τον έλληνα πρωθυπουργό, τον Αλέξη Τσίπρα. Δυστυχώς οι έλληνες πολίτες καλούνται να αναζητήσουν μόνοι τους τις ελληνικές προτάσεις, για να διαπιστώσουν ποιος κοροϊδεύει ποιόν. Προς το παρόν η κυρίαρχη ενημέρωση ξεκινά από την αλήθεια των …δανειστών και από τις ύβρεις της κας Λαγκάρντ. Στο Eurogroup της Πέμπτης όπως είπε ο κ. Βαρουφάκης:
«Η ελληνική πλευρά παρουσίασε νέα ολοκληρωμένη πρόταση η οποία εφόσον γίνει αποδεκτή θα θέσει τέλος στο δράμα των τελευταίων ετών.
Εξηγήσαμε ότι η δική μας πλευρά και η πλευρά των Θεσμών έχουν έρθει κοντά ως προς τα δημοσιονομικά, στο μισό τοις εκατό του ΑΕΠ.
Αυτή η διαφορά δεν μπορεί να δικαιολογήσει μια έλλειψη συμφωνίας.
Ο πραγματικός λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι Θεσμοί δεν είχαν εντολή να διαπραγματευτούν περαιτέρω ως προς την ουσία των μέτρων για να καλυφθεί η διαφορά και οι προτάσεις μας για το δημόσιο χρέος.
Επισημάναμε την πρόταση του Ολιβιέ Μπλανσάρ.
Η λύση θα δοθεί από όλες τις μεριές. Δυστυχώς η προεδρία του Eurogroup επέλεξε να επικεντρωθεί στις ευθύνες της ελληνικής μόνο μεριάς.
Ξεκαθαρίσαμε πως η πολιτική ευθύνη είναι ευθύνη όλων των ηγετών για να βρουν λύση όπως απαιτούν οι εκλογείς μας.
Το άρθρο του Μπλανσάρ μιλάει για τις προσαρμογές και από τις δύο μεριές.
Το ερώτημα για εμάς, είναι τι είδους προσαρμογές όπως περικοπές και αύξηση συντελεστών φορολόγησης.
Από αυτή την άποψη η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια.
Οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν πέσει έως και κατά 48%, οι θέσεις στο δημόσιο έχουν μειωθεί και η κατανάλωση το ίδιο.
Αυτό που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία είναι μεταρρυθμίσεις. Αυτές παρουσιάσαμε.
Για ιδιωτικοποιήσεις, για ανεξάρτητη αρχή φόρων και τελών, για δημοσιονομικό συμβούλιο, πρόγραμμα για κόκκινα δάνεια, μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα, απελευθέρωση επαγγελμάτων, κατάργηση φόρων υπέρ τρίτων, διοικητική μεταρρύθμιση, μείωση του μη μισθολογικού κόστους και ενιαίο μισθολόγιο.
Εξήγησα ότι μετά τη συνάντηση μου με τον Α. Γκουρία η ελληνική πλευρά προωθεί πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για να αντιμετωπίσουμε τη διαφθορά, για να υπάρξει απελευθέρωση στον κατασκευαστικό κλάδο, για τη φιλελευθεροποίηση του χονδρικού εμπορίου, για την ενοποίηση των ρυθμιστικών κανόνων για ίντερνετ, τηλεόραση, συχνότητες και ΜΜΕ.
Για επιχειρηματικά ΚΕΠ και ψηφιοποίηση τους για να ιδρύονται επιχειρήσεις σε μια μέρα. Και η συνεισφορά του ΟΟΣΑ για το ασφαλιστικό σύστημα.
Παρακαλέσαμε τους ομολόγους να δώσουν έμφαση στη διαφορά μεταξύ μεταρρυθμίσεων από τις περικοπές. Οι περικοπές δεν αποτελούν μεταρρύθμιση. Το πρόβλημα με τον ΦΠΑ δεν είναι το ύψος του αλλά η εισπραξιμότητα του. Αυτό είναι μεταρρύθμιση.
Το να αυξήσουμε τη ΔΕΗ δεν είναι μεταρρύθμιση.
Μια από τις μεγάλες αγωνίες των εταίρων είναι ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις ίσως κάποια στιγμή επιτρέψουν τον εκτροχιασμό προϋπολογισμών και τη δημιουργία ελλειμμάτων.
Μοιραστήκαμε τις αγωνίες και κάναμε μια καινοτόμα πρόταση: Προτείναμε στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός δημοσιονομικού συμβουλίου που θα παρακολουθεί προϋπολογισμούς, η παρακολούθηση να συνδυάζεται με αυτοματοποιημένο σύστημα ώστε να γίνεται άμεση μείωση των δαπανών του Δημοσίου.
Το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα θα αποτελεί τη βάση για να κλείσει το υπάρχον πρόγραμμα και να προχωρήσουμε στη μετά Ιούνιο, Ιούλιο εποχή.
Η ελληνική κυβέρνηση διαισθανόμενη την ιστορική ευθύνη κάλεσε τους εταίρους μας να προβούμε όλοι μαζί σε μια πολύ γρήγορη διαπραγμάτευση σε επίπεδο αρχηγών κρατών.
Ο χρόνος είναι λίγος αλλά αρκετός για να επιτευχθεί μια συμφωνία που θα τελειώσει μια και καλή την ελληνική κρίση και θα εμπνεύσει τους πολίτες ξανά για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους πολιτικούς».