Του Σωτήρη Σιδέρη
Στις 14 Οκτωβρίου αναμένεται να πραγματοποιηθεί η Σύνοδος Κορυφής της Διαδικασίας του Βερολίνου, στην οποία αναμένεται να πάρει μέρος και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Στο επίκεντρο θα βρεθεί η κατάσταση στα βαλκάνια, η έξαρση των εθνοτικών προβλημάτων, η ευρωπαική τους προοπτική, η στοίχιση των χωρών της περιοχής με τις ΗΠΑ και την ΕΕ για τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα είχε πραγματοποιηθεί η σύνοδος των υπουργών Εξωτερικών που ουσιαστικά κατέληξε σε φιάσκο, καθώς δεν δόθηκε καμία απολύτως προοπτική στις χώρες της περιοχής, ούτε υπήρξε κάποια νέα πρωτοβουλία, οπότε η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής βαδίζει στα τετριμμένα.
Η Γερμανία δεν θέλει τη διεύρυνση, οι χώρες των δυτικών βαλκανίων ερίζουν συνεχώς για προβλήματα μειονοτήτων, ενώ ταυτόχρονα, στο παιχνίδι της επιρροής συμμετέχουν πολλές ευρωπαικές χώρες και φυσικά η Τουρκία. Η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να αξιοποιήσει τη Σύνοδο του Βερολίνου για να παρουσιάσει δικές της ιδέες και προτάσεις, αλλά και να ασκήσει επιθετική διπλωματία για τις δικές της εκκρεμότητες. Οι οποίες είναι και σοβαρές και χρονίζουν.
Η κρίση στο Κοσσυφοπέδιο , η διαρκής ένταση μεταξύ Βόρειας Μακεδονίας και Βουλγαρίας, οι παγωμένες σχέσεις Βόρειας Μακεδονίας και Ελλάδας και εν μέρει ο αλβανικός μεγαλοϊδεατισμός δημιουργούν μια εύφλεκτη ύλη που επί χρόνια δεν αντιμετωπίζεται. Η ΕΕ έχει σοβαρό μερίδιο ευθύνης γι αυτή την αδυναμία, με τις διακηρύξεις να περισσεύουν, αλλά πραγματική πολιτική διεύρυνσης να μην υφίσταται.
Όπως είναι γνωστό, η διαδικασία του Βερολίνου ξεκίνησε το 2014 από την Άγκελα Μέρκελ με σκοπό να αποτελέσει ένα σοβαρό , αλλά άτυπο βήμα , που θα συνέβαλε στη συνεργασία των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, αλλά και στη διαδικασία προσέγγισης με την ΕΕ. Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, κανείς δεν μπορεί να πει ότι έχει αποδώσει ή ότι είναι εμφανής η επίδραση της ευρωπαικής πολιτικής της περιοχή. Στη Διαδικασία του Βερολίνου συμμετέχουν η Αλβανία, η Βοσνία-Eρζεγοβίνη, το Κοσσυφοπέδιο, το Μαυροβούνιο, η Βόρεια Μακεδονία και η Γερμανία. Πέρα από την οικοδέσποινα Γερμανία συμμετέχουν επίσης η Αυστρία, η Βουλγαρία, η Γαλλία, η Ελλάδα, η Μ. Βρετανία, η Κροατία, η Ιταλία, η Σλοβενία και η Πολωνία καθώς επίσης και η Κομισιόν.
Ενώ όλο και περισσότερες ευρωπαικές χώρες παρατηρούν με μεγαλύτερο ενδιαφέρον τα δυτικά βαλκάνια, κυρίως μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ελλάδα παραμένει ακίνητη και με το κύρος της απόλυτα υποβαθμισμένο. Η πολιτική επιρροή της Αθήνας έχει σχεδόν μηδενιστεί και επί πέντε χρόνια, δεν έχει βρεθεί ούτε μια στιγμή στο επίκεντρο κάποιας συζήτησης με θετικές κρίσεις. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα Ευρωπαίων διπλωματών που απορούν με το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που δείχνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για τις σχέσεις με το Κατάρ ή τα Εμιράτα, αλλά όχι για τα δυτικά βαλκάνια.
Ωστόσο το γεγονός ότι τα διμερή προβλήματα οξύνονται, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει αναδειχθεί σε κανέναν ρόλο. Ούτε επιδραστικό για τον κατευνασμό των εντάσεων, ούτε παρεμβατικό, αναλαμβάνοντας κάποιες πρωτοβουλίες. Παλιότερα η Αθήνα βρίσκονταν στο επίκεντρο των διαβουλεύσεων και όλες οι κυβερνήσεις της περιοχής επιδιωκαν την παρέμβασή της .
Η Βουλγαρία έχει θέσει βέτο στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων ΕΕ -Βόρειας Μακεδονίας απαιτώντας την τροποποίηση του συντάγματος από τα Σκόπια , ώστε να αναγνωρίσει βουλγαρική εθνική μειονότητα, κάτι που δεν αποδέχεται η κυβέρνηση Μίτσκοσκι. Η Αλβανία , κατάφερε να διαχωρίσει την ευρωπαική πορεία των δύο χωρών και θα ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την υπογραφή της Αθήνας, παρά το γεγονός ότι ο Έντι Ράμα δεν ικανοποίησε κανένα από τα προαπαιτούμενα, το νόμο για τις περιουσίες, το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού και αλλαγές στην λειτουργία της Δικαιοσύνης (έγιναν πολύ περιορισμένες αλλαγές) και ενώ ηττήθηκε κατά κράτος στην υπόθεση Μπελέρη, ο οποίος καθαιρέθηκε παράνομα, ενώ είχε εκλεγεί δήμαρχος Χειμάρρας.
Η κρίση μεταξύ Κοσόβου -Σερβίας έχει συνεχείς κύκλους έντασης και άλυτο το πρόβλημα παρά την συμφωνία Πρίστινας -Βελιγραδίου που δεν εφαρμόζει η πρώτη. Σε όλα αυτά τα προβλήματα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η υπαρξιακή κρίση της Βοσνίας -Ερζεγοβίνης που διατηρεί τον πολυεθνικό του χαρακτήρα υπό την πίεση της ΕΕ και των ΗΠΑ.
Υπό αυτό το πρίσμα αν ο Έλληνας πρωθυπουργός θέλει να επαναφέρει τη χώρα σε πορεία ανάκτησης του κύρους της, οφείλει να κάνει τουλάχιστον αισθητή την παρουσία του , αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία εξομάλυνσης των σχέσεων με τη Βόρεια Μακεδονία. Αυτό μπορεί να γίνει με την δέσμευση ότι φέρει στη βουλή τα πρωτόκολλα που προβλέπονται από τη Συμφωνία των Πρεσπών, απαιτώντας από τον Μίτσκοσκι να τηρήσει έμπρακτα τη Συμφωνία, παρουσία των ξένων ηγετών. Αν ο Μίτσκοσκι αρνηθεί το πρόβλημα θα είναι δικό του και μόνο .
Ένα ακόμη πρόβλημα ότι εξαιτίας των πολέμων στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, οι βαλκανικές σπίθες υποβαθμίζονται, θέση εντελώς λανθασμένη. Καλό είναι να προληφθεί η κρίση , αυτή είναι η δουλειά των κυβερνήσεων και όχι όταν εκδηλωθεί η κρίση να τρέχουν να σβήσουν τη φωτιά.
Σε κάθε περίπτωση μια ακόμη διάσκεψη που αφορά την περιοχή μας, θα αναλωθεί σε ένα ευχολόγιο και κατά την εκτίμηση εγκύρων διπλωματικών πηγών, δεν θα γίνει κανένα ουσιαστικό βήμα. Η ΕΕ γενικότερα, δείχνει να μην έχει καμία στρατηγική και παραπαίει σε μια διαρκή κρίση σαφούς στρατηγικής που θα την καθιστούσε περισσότερο φερέγγυα στις χώρες της περιοχής.
Κάθε χρόνος που περνά χωρίς οι λαοί των δυτικών βαλκανίων να έχουν μια ξεκάθαρη πορεία, τόσο πιο ασταθής θα γίνεται η κατάσταση. Πόσο μάλλον που τώρα γεωπολιτικοί κίνδυνοι απειλούν και την ασφάλεια και την σταθερότητα της περιοχής.