Το Παρίσι φλέγεται λόγω της αστυνομικής βίας, αλλά δεν είναι η πρώτη φορά. Και ο Μακρόν κατεβάζει άρματα μάχης για να ελέγξει την κατάσταση που ξέφυγε απο κάθε έλεγχο. Ο θάνατος του αλγερινής καταγωγής 17χρονου Ναχέλ στο προάστιο Ναντέρ του Παρισιού την Τρίτη (27.6), μετά απο πυροβολισμό αστυνομικού μέσα στο αυτοκίνητο του, προκάλεσε μια ακόμα εξέγερση στα προάστια του Παρισιού αλλά και όλων των μεγάλων πόλεων της Γαλλίας. Στην Μασσαλία, στη Λυών, στην Τουλούζ, στην Λίλ, στην Γκρενόμπλ κα. Πρωτίστως εκεί που ζουν άνθρωποι αλγερινής, ή μαροκάνικης καταγωγής. Η αστυνομική βία στην Γαλλία είναι συνήθως η αιτία ή η αφορμή, για τις τις πολεμικού χαρακτήρα συγκρούσεις. Εξεγέρσεις και συγκρούσεις που προσομοιάζουν με τα γεγονότα στις αμερικανικές πόλεις, λόγω της υπέρμετρης αστυνομικής βίας σε βάρος των αφροαμερικανών.
Το Παρίσι έχει την εικόνα βομβαρδισμένης πόλης με ένα ολόκληρο Mall να εχει καεί , χιλιάδες καταστήματα σπασμένα και λεηλατημένα. Οι συγκρούσεις με την αστυνομία είναι πολεμικού χαρακτήρα, είναι εκατοντάδες οι τραυματίες και πάνω απο 1300 οι συλλήψεις. Κανείς δεν μπορεί να στοιχηματίσει πως θα εξελιχθεί η κατάσταση. Η κυβέρνηση Μακρόν αρχικά πήρε αποστάσεις απο την στάση της Αστυνομίας, που για ένα τροχαίο έλεγχο χρησιμοποίησε όπλο. Όμως στην συνέχεια επειδή η κατάσταση ξέφυγε, προχωρά σε αυτό που στην Γαλλία είναι συνηθισμένο, στην κρατική βία.
Ήταν στις 27 Οκτώβρη 2005 όταν ο Μουιτίν Αλτούν, 17 χρονών, ο Ζιέντ Μπένα, 17 χρονών, και ο Μπούνα Ταορέ, 15 χρονών, ενώ κατευθύνονταν προς τα σπίτια τους ύστερα από έναν αγώνα ποδοσφαίρου σ’ ένα γήπεδο στο προάστιο Κλισύ Σου Μπουά, άκουσαν τη σειρήνα ενός περιπολικού. Ο Μπούνα φώναξε στους υπόλοιπους να τρέξουν. Κάποιος άνδρας ιδιωτικής εταιρίας φύλαξης που βρισκόταν σε παρακείμενο κτίριο είχε φωνάξει την αστυνομία πιστεύοντας πως τα τρία παιδιά είχαν καταπατήσει ιδιωτικό χώρο. Ο Μουιτίν, Ο Ζιέντ και ο Μπούνα πήδηξαν τον φράχτη ενός ηλεκτρικού υποσταθμού που βρισκόταν εκεί κοντά για να γλιτώσουν από τους μπάτσους, αλλά μόνο ο Μουιτίν επέζησε. Ο Ζιέντ και ο Μπούνα πέθαναν από ηλεκτροπληξία.
Το επόμενο βράδυ η σύγκρουση επεκτάθηκε και 300 αστυνομικοί κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν τους περίπου 400 νέους που μαζεύτηκαν από την περιοχή. Η σύγκρουση που ακολούθησε προκάλεσε σειρά διαδηλώσεων σε όλη τη Γαλλία.
Οι συγκρούσεις οξύνθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν με αφορμή μια δήλωση του τότε υπουργού εσωτερικών Νικολά Σαρκοζί στις 30 Οκτώβρη, ο οποίος προκλητικά χαρακτήρισε τους κατοίκους των περιοχών αυτών ως «αποβράσματα» (racailles) και πως αυτό που χρειάζονται είναι «ένα καλό πλύσιμο με πιεστικό».
Στις 7 Νοέμβρη, μετά από δύο εβδομάδες συγκρούσεων στα προάστια γύρω από το Παρίσι και άλλες πόλεις, με 8.400 καμμένα αυτοκίνητα και 2.600 συλλήψεις σε πάνω από 100 πόλεις της χώρας, το γαλλικό κράτος, δια στόματος του Γάλλου πρωθυπουργού Ντομινίκ ντε Βιλπέν απάντησε με μέτρα άγριας καταστολής. Ανασύροντας ένα νόμο του 1955, από την περίοδο δηλαδή του αποικιοκρατικού πολέμου στην Αλγερία, απαγόρευσε την κυκλοφορία σε τμήματα της επικράτειας του, πεζή ή μηχανοκίνητη, σε όλους τους ανηλίκους χωρίς συνοδό από τις 10 το βράδυ ως τις 6 το πρωί, ενώ ταυτόχρονια παρείχε τη δυνατότητα στην αστυνομία να διενεργεί ελέγχους και έρευνες οπουδήποτε και οποτεδήποτε χωρίς δικαστική έγκριση ή εντολή
Το Νοέμβριο του 2007 ο θάνατος δύο νεαρών στο υποβαθμισμένο προάστιο της γαλλικής πρωτεύουσας Βιλιέ Ντε Μπελ, από σύγκρουση του δικύκλου στο οποίο επέβαιναν με περιπολικό της αστυνομίας, πυροδοτεί κύκλο ταραχών που γρήγορα εξαπλώνεται στις υποβαθμισμένες συνοικίες του Παρισιού.
Κοινός παρονομαστής των δύο εξεγέρσεων, του 2005 και του 2007, ο «ατυχής», κατά τις γαλλικές αρχές, θάνατος νεαρών, η οργή κατά της αστυνομίας και των δυνάμεων καταστολής κι ένα καζάνι κοινωνικής αναταραχής που βράζει, περιμένοντας την επόμενη σπίθα για να ανάψει.
Απο τότε έως την Τρίτη (Ιούνιος του 2023) μεσολάβησαν πολλά παρόμοια περιστατικά. Το μοτίβο επαναλαμβάνεται. Κάποιοι αστυνομικοί χρησιμοποιούν υπέρμετρη και δυσανάλογη βία, που οδηγεί στον θάνατο νεαρών με καταγωγή απο την Αλγερία, το Μαρόκο ή άλλη αφρικανική χώρα.