Του Σωτήρη Σιδέρη
Οι βάσεις για την ήττα του 2023 είχαν τεθεί μετά τις εκλογές του 2019. Ο Αλέξης Τσίπρας με την στήριξη της πλειοψηφίας του κόμματος, ενορχήστρωσαν τις διαδικασίες που με αλλεπάλληλα λάθη, οδήγησαν στην απώλεια της ιδεολογικής ταυτότητας του κόμματος, το οποίο , τώρα, κινδυνεύει να χάσει και την ψυχή του. Ο ΣΥΡΙΖΑ μετατράπηκε σε κόμμα σούπερ -μάρκετ, σχεδόν κλειστό αρχηγικό, με θολή κυβερνητική πρόταση και το πλήρωσε. Το βράδυ της ήττας, ο Τσίπρας, ανακοίνωσε ότι θα κινήσει τις διαδικασίες για μια νέα ανασυγκρότηση με τον ίδιο να τίθεται στην κρίση των μελών του κόμματος , διεκδικώντας εκ νέου την ηγεσία.
Πριν καν συνέλθει το κόμμα, ο ίδιος ο Τσίπρας, μέσω στελεχών της επιρροής του, αρχίζει να διοχετεύει σενάρια για τη νέα ηγετική δομή του ΣΥΡΙΖΑ, ξεκινώντας και πάλι από λάθος αφετηρία. Στην συνέχεια, ο καθένας λέει τα δικά του και όλοι μαζί να δημιουργούν εικόνα αποσύνθεσης. Αντί δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ να προτάξει την συζήτηση για τα αίτια της κατάρρευσής του, την ταυτότητά του, τις θέσεις του, ένα νέο σχέδιο και μετά να εκλεγούν τα πρόσωπα που θα το εφαρμόσουν, συζητά τον εξουσιαστικό μικρόκοσμο. Όλα αυτά, την στιγμή που ένα νέο τρομακτικό αυτή τη φορά, αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο φαίνεται να συγκροτείται στη βουλή.
Ποιος θα έχει την εξουσία; ο πρόεδρος του κόμματος ή ο πρόεδρος της ΚΟ; άρα θα αλλάξει πάλι το Καταστατικό. Ό,τι δηλαδή προκαλεί αηδία στον λαό. Η διαρκής ενδοσκόπηση σημαίνει απουσία σχεδίου και οράματος. Καλλιεργούν δηλαδή κάποιοι μια νέα τετραετία ψευδαισθήσεων;
Επειδή πολλοί στον ΣΥΡΙΖΑ λατρεύουν να ζουν με τις διαδικασίες και επειδή ίσως δεν έχουν αντιληφθεί ότι το δικό τους πάθος προκαλεί αντιπάθεια στον λαό, καλό θα ήταν, ως πρώτη κίνηση να οριστεί άμεσα ο οδικός χάρτης με ημερομηνία λήξεως των εσωκομματικών διαδικασιών.
Ο Τσίπρας, αντί να μεριμνήσει να κρατήσει το κόμμα του ενωμένο που είναι η βάση για την ανασυγκρότηση , το καθηλώνει. Πήρε την αρχηγία, έκανε προσωπικό think tank, άλλαξε γραμματέα, πρότεινε πέντε διαφορετικές κυβερνήσεις και έχασε 14 μονάδες σε σχέση με το ποσοστό του 2019 και δεν έχει καμία επαφή με πλήθος στελεχών. Ακόμη και οι προσωπικές σχέσεις έχουν διαρραγεί . Και ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει όλο και πιο αναξιόπιστος. Η πρώτη πρωτοβουλία που όφειλε να αναλάβει ο Αλέξης Τσίπρας ήταν η διατήρηση και σταδιακά η ενίσχυση της ενότητας του κόμματος. Αν δεν τον ενδιαφέρει η ενότητα , αλλά η ανασυγκρότηση μέσω ρήξης, ας το δηλώσει. Το πρώτο θύμα θα είναι ο ίδιος.
Υπάρχει όμως και ένα νέο στοιχείο στην πολιτική ζωή της χώρας που καθιστά προβληματική την συζήτηση για την ηγετική πυραμίδα του ΣΥΡΙΖΑ. Στη νέα βουλή, θα συγκροτηθεί ένα νέο, ανελέητο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο που θα επιδιώξει να τον διαλύσει κυριολεκτικά, πολιτικά, ιδεολογικά και ηθικά. Θα επιδιώξει να τον λεηλατήσει εκλογικά και να διαμοιράσει τα ιμάτιά του. Η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και η Πλεύση Ελευθερίας θα στοχοποιήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ και θα επιδιώξουν την συντριβή του. Ταυτόχρονα, η ακροδεξιά σε όλες τις εκφάνσεις της θα τον στοχοποιήσει για τους δικούς της ιδεολογικούς λόγους, ένα κλίμα εμφυλίου και μισαλλόδοξος λόγος θα εκπέμπεται από κάθε κατεύθυνση.
Αντί λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ να αρχίζει ήδη να ανησυχεί και να πέσει με τα μούτρα στην ανασυγκρότηση και την προετοιμασία του κόμματος για να δώσει πολιτικές και ιδεολογικές μάχες εντός και εκτός βουλής περιχαρακώνεται και μάλιστα σε λάθος χαράκωμα.
Αρκετοί , ανιστόρητοι αλλά και επιδερμικοί αναλυτές ισχυρίζονται ότι ΣΥΡΙΖΑ χωρίς Τσίπρα δεν μπορεί να υπάρξει. Το ίδιο έλεγαν παλιότερα για τη ΝΔ όταν αποχώρησε ο ιδρυτής της Κωνσταντίνος Καραμανλής, το ίδιο ισχυρίζονταν και για μετά την Ανδρέα Παπανδρέου εποχή στο ΠΑΣΟΚ.
Όσο ένα κόμμα εκφράζει κοινωνικές ανάγκες δεν θα χαθεί ποτέ. Το ΠΑΣΟΚ εκτροχιάστηκε πολιτικά και ηθικά , γι αυτό τον διαδέχθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΕΡΕ έκανε τον κύκλο της και ιδρύθηκε η ΝΔ την μεταπολίτευση. Η Ένωση Κέντρου διαλύθηκε και το ΠΑΣΟΚ την διαδέχθηκε. Το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε και έγινε πόλος ο ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα είναι σε κομβικό σημείο και τα δύο κόμματα. Η αντίληψη ότι ο Τσίπρας μπορεί να αποχωρήσει από τον ΣΥΡΙΖΑ να ιδρύσει δικό του κόμμα και να επικρατήσει είναι κρύο ανέκδοτο. Αν πιστεύει ότι μπορεί να ιδρύσει ένα νέο κόμμα και να πάρει μαζί του το 18% ούτε ως φαντασίωση δεν μπορεί να ισχύσει. Ο Τσίπρας θα κάνει το αντίθετο. Θέλει τον ΣΥΡΙΖΑ και το 18% ως βάση επανεκκίνησης και θα σπρώξει τους διαφωνούντες προς την παραίτηση. Αλλά μάλλον δεν θα γίνει ούτε αυτό. Μαζικά δεν θα γίνει, επιμέρους αποχωρήσεις ίσως να υπάρξουν.
Δεν έχει νόημα καμία διαδικασία και κανένα συνέδριο , ούτε οι τακτικισμοί σε επίπεδο ηγεσίας, αν πρώτα δεν αποκατασταθεί η ιδεολογική και ψυχική ενότητα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αν δεν τεθούν καθαροί στόχοι, αν δεν πάψουν να μιλάει ο καθένας για τον εαυτό του και όχι εκ μέρους ενός κόμματος αρχών. Οπότε το αυτονόητο πρώτο βήμα είναι η αποκατάσταση της ενότητας. Δεύτερο βήμα , η αυτοκριτική με επιστημονικές προσεγγίσεις. Ο εντοπισμός των αιτιών της ήττας, η διόρθωσή τους, ένα νέο σχέδιο και νέοι στόχοι. Ο ΣΥΡΙΖΑ αν θέλει να επιβιώσει στο νέο σκηνικό, θα πρέπει να οργανώσει τις δυνάμεις του για έναν πολυμέτωπο αγώνα. Που θα είναι αντιφασιστικός, που θα είναι ένας πόλεμος κατά της ιδεολογίας που εκπέμπει η σημερινή κυβέρνηση, που θα είναι οι διαχωριστικές γραμμές, όχι μόνο με τη ΝΔ , αλλά και με το ΠΑΣΟΚ και με το ΚΚΕ . Διαφορετικά θα συνθλιβεί. Ήδη ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της κυβέρνησης δίνει δυσανάλογο βάρος στα εσωτερικά του ΣΥΡΙΖΑ, πριν καν αυτά μπουν σε τροχιά, με στόχο να μην συζητά τα της κυβέρνησης.
Ένα ιδιαίτερο στοίχημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η σχέση του με τα ΜΜΕ. Αντί να έχει αγωνία τι θα κάνει ο Μαρινάκης, ο Αλαφούζος ή οποιοσδήποτε άλλος, καλό είναι να ανοίξει το δικό του μέτωπο. Για τους νόμους, για την συγκέντρωση του ΜΜΕ , για την κατάρρευση της δεοντολογίας για τις δωρεάν συχνότητες. Αν νομίζει ο Τσίπρας ότι θα έχει ποτέ προνομιακή μεταχείριση , κάνει τεράστιο λάθος.
Εννοείται πως ο ΣΥΡΙΖΑ είχε απέναντί του ένα ολόκληρο, άριστα οργανωμένο σύστημα. Δικαιοσύνη, ολιγάρχες, ΜΜΕ προστάτευσαν την κυβέρνηση Μητσοτάκη μέχρι τέλους. Και θα συνεχίσουν. Ο Αλέξης Τσίπρας έχασε , όπως και η Ομπρέλα, όπως και όλα τα κορυφαία και μη στελέχη του. Έχασαν όλοι μαζί. Αν όμως θέλουν να επιστρέψουν στην κεντρική πολιτική σκηνή ως πρωταγωνιστές, οφείλουν να εγκαταλείψουν τις παιδικές ασθένειες και να ενηλικιωθούν .