Σαν εκδίκηση της απλής αναλογικής φαντάζουν οι έριδες και ο επικοινωνιακός κλεφτοπόλεμος μεταξύ ΝΔ-ΠΑΣΟΚ για το ενδεχόμενο μεταξύ τους συνεργασίας, σε περίπτωση που δεν υπάρξει αυτοδυναμία. Τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και ο Νίκος Ανδρουλάκης αρνήθηκαν κάθε συζήτηση πριν από τις εκλογές της 21ης Μαίου με τον δεύτερο να έχει τη θέση ότι δεν πρόκειται να δεχθεί συνεργασία με πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη. Να όμως που το ΠΑΣΟΚ , αν και θυμίζει τα υπολείμματα του κραταιού κόμματος που κυβέρνησε χρόνια την Ελλάδα, δεν έχει αποτινάξει ακόμη τις παιδικές του ασθένειες και συνεχίζει να αλληθωρίζει πότε προς τα Αριστερά πότε, κυρίως προς τα δεξιά.
Η Μιλένα Αποστολάκη που επανέκαμψε στον δημόσιο βίο , όχι μόνο δεν ήταν αρνητική σε ενδεχόμενη συνεργασία με τη ΝΔ, έδειξε μάλιστα να την ενθουσιάζει η ιδέα, αλλά μετά τις αντιδράσεις αναδιπλώθηκε. Ενώ η πρωτοκαθεδρία της ΝΔ δεν αμφισβητείται, αυτό που μένει να απαντηθεί στις νέες κάλπες είναι τι θα κάνει αν δεν έχει αυτοδυναμία. Ο Μητσοτάκης δεν θέλει καν να το σκέφτεται, αλλά το σκέφτονται πολλοί άλλοι για λογαριασμό του .
Η Μιλένα Αποστολάκη με ισχυρές διασυνδέσεις στο οικονομικό κατεστημένο , διόρθωσε την αρχική της δήλωση και είπε ότι «δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο συνεργασίας με τη ΝΔ” και πρόσθεσε ότι ακόμη και αν λείπουν μία ή δύο έδρες το ΠΑΣΟΚ θα είναι η αξιόπιστη προγραμματική αντιπολίτευση που έχει ανάγκη η χώρα. Επειδή όμως όλοι τη χώρα σκέφτονται πριν μιλήσουν η ίδια , απαντώντας σε ερώτηση «αν σας πει ο Κ. Μητσοτάκης ελάτε να κυβερνήσουμε, θα του πείτε δεν ερχόμαστε ή να μην είσαι εσύ πρωθυπουργός;» απάντησε: «Θα του πούμε, βεβαίως πάμε να κυβερνήσουμε» σημειώνοντας βέβαια ότι κάτι τέτοιο θα γίνει με ένα πρωθυπουργό κοινής αποδοχής και όχι τον κ. Μητσοτάκη. Κάτι φυσικά που δεν δέχεται ο Μητσοτάκης. Οπότε η ΝΔ αναγκαστικά , είτε θα προσπαθήσει να αποσπάσει βουλευτές από το ΠΑΣΟΚ, είτε θα απευθυνθεί στην συνέχεια στην Ελληνική Λύση. Στην περίπτωση αυτή θα αναρωτηθούν , ήδη αναρωτιούνται, για ποιο λόγο ο Μητσοτάκης δεν απευθύνθηκε στον Βελόπουλο ή το ΠΑΣΟΚ από τις πρώτες εκλογές. Ήθελε αυτοδυναμία, αλλά η κάλπη απέδειξε ότι είναι ιδιαίτερα ρευστή η εκλογική συμπεριφορά των πολιτών και τίποτα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο.
Υπό αυτή την οπτική , ήδη ένα μεγάλο ενδιαφέρον της προεκλογικής συζήτησης θα μετατεθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ στις σχέσεις της ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και την Ελληνική Λύση και σίγουρα θα έχουν ενδιαφέρον οι απαντήσεις του Μητσοτάκη. Μέχρι τώρα και αφού η απλή αναλογική τον διευκόλυνε , επέμεινε να μην μπει στη συζήτηση για συνεργασίες, συζήτηση στην οποία είχε εγκλωβιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα όμως που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει φύγει από τη μέση, ο Μητσοτάκης είναι υποχρεωμένος να απαντήσει και οι απαντήσεις έχουν φθοροποιό χαρακτήρα. Γιατί δεν θα νοιώθει σαν να βρίσκεται σε θρόνο, όπως έκανε το βράδυ των εκλογών, αρνούμενος και μια τυπική επαφή για τον σχηματισμό κυβέρνησης και ας απέρριπταν οι άλλοι την πρότασή του.
Το ΠΑΣΟΚ από την πλευρά του έχει εγκατασταθεί στον δικό του θρόνο και πολύ θα ήθελε να μην γίνουν δεύτερες εκλογές. Όμως η έπαρση κινητοποιεί τον Νίκο Ανδρουλάκη κυρίως και μερικά στελέχη που θεωρούν ότι υπάρχει περιθώριο για ολική επαναφορά του ΠΑΣΟΚ στην κεντρική πολιτική σκηνή. Εκ των προτέρων και μετά από το κάζο των πρώτων εκλογών, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει τίποτα. Αλλά κανένα ρεαλιστικό σενάριο δεν μπορεί να ισχύσει , ότι δηλαδή το σημερινό ΠΑΣΟΚ είναι σε θέση να γίνει δεύτερο κόμμα και να επανακάμψει με τον Νίκο Ανδρουλάκη στην ηγεσία του.
Πολλά θα εξαρτηθούν από πολλούς παράγοντες και ιδιαίτερα από την τακτική του ΣΥΡΙΖΑ. Όλα τα κόμματα επανατοποθετούνται στον βατήρα εκκίνησης και ελπίζουν ή φοβούνται ότι μπορούν να νικήσουν ή μπορεί και να χάσουν δυνάμεις.
Γι αυτό οι εκλογές της 25ης Ιουνίου κρίνουν και τι κυβέρνηση θα έχουμε, αυτοδύναμη ή συνεργασίας, οπότε αυτό θα συμπαρασύρει και την αντιπολίτευση και συνολικά το πολιτικό σύστημα.
Ήδη όμως και ενώ δεν έχουμε κλείσει εβδομάδα από τις κάλπες τα λάθη και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και πολύ λιγότερο του ΣΥΡΙΖΑ είναι αισθητά.