Του Σωτήρη Σιδέρη
Πριν ακόμη συνέλθει η ΕΕ από την πανδημία και πριν καν ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις της καθώς η οικονομία δοκιμάζεται εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία και μια νέα κρίση ασφάλειας αναδύεται, εννιά χώρες που υπερισχύουν πληθυσμιακά, ίδρυσαν μια “Ομάδα Φίλων” για την προώθηση της ενισχυμένης πλειοψηφίας στην Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ. Πρόκειται για μια ουσιαστική στην πράξη ανατροπή που προκαταλαμβάνει τις σχετικές συζητήσεις εντός της ΕΕ, αλλά δεν αιφνιδιάζουν κανέναν. Τα θέματα αυτά αποτελούν αντικείμενο συζητήσεων σε πλήθος επαφών και διαβουλεύσεων και αποτελεί ένα βήμα για την διάσωση της ευρωπαικής εξωτερικής πολιτικής που έχει βαλτώσει. Φυσικά οι προθέσεις των χωρών αυτών δεν είναι αγαθές , τα συμφερόντά τους ενοποιούν και υπερασπίζονται. Για μια ακόμη φορά η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι θλιβερή εξαίρεση. Δεν συμμετέχει σε καμία συζήτηση, δεν πιέζει, δεν διαπραγματεύεται. Η Ελλάδα έχει μείζονα εθνικά συμφέροντα να υπερασπιστεί μέσω του βέτο, την στιγμή μάλιστα που θεωρείται δεδομένη η έναρξη εντατικών συνομιλιών μετά τις εκλογές με την Τουρκία, για την αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης. Το σοβαρό αυτό ζήτημα που θα εξελιχθεί ταχύτατα, δεν συζητά κανείς κατά την προεκλογική εκστρατεία. Πολύ ανησυχητική κατάσταση…
Το τρένο που χάνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ
Σε ανάρτησή του στο Twitter, το υπουργείο Εξωτερικών του Βελγίου σημειώνει:
“ Σήμερα, Βέλγιο, Γερμανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Σλοβενία και Ισπανία, ίδρυσαν μια Ομάδα Φίλων, για την προώθηση της ενισχυμένης πλειοψηφίας στην Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), της ΕΕ. Στο πλαίσιο των τρεχουσών γεωπολιτικών προκλήσεων, το Βέλγιο ζητά μια ισχυρή εξωτερική πολιτική της ΕΕ, με πιο αποτελεσματικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων”. Προφανώς οι χώρες αυτές εκβιάζουν τις εξελίξεις, καθώς είναι αρκετά κράτη που δεν θέλουν κατάργηση της αρχής της ομοφωνίας, οπότε η σιωπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι διπλά προβληματική.
Στο Omegapress.gr έχουμε αναφερθεί δεκάδες φορές σε αυτές τις εξελίξεις με την υπογράμμιση ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει πάρει καμία ουσιαστική θέση, ούτε έχει πιέσει για ανταλλάγματα σε περίπτωση που η Αθήνα συναινέσει στην κατάργηση του Βέτο. Υπενθυμίζεται ότι δύο φορές η Ελλάδα έκανε χρήση του βέτο. Μία από τον Α. Παπανδρέου που πέτυχε από την Θάτσερ τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα που στήριξαν τότε την ελληνική οικονομία και η δεύτερη φορά στο Μακεδονικό θέτοντας βέτο στην προώθηση των σχέσεων των Σκοπίων με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Εν μέρει υπήρξε σχετική απειλή και στο Ελσίνκι και τότε η σύνοδος κορυφής του Δεκεμβρίου του 1999 είχε καταλήξει σε έναν οδικό χάρτη για την επίλυση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων που ακύρωσε ο ανεκδιήγητος Κώστας Καραμανλής το 2004 υπό την πίεση του Πέτρου Μολυβιάτη, του χειρότερου ίσως διπλωμάτη στην ιστορία του ΥΠΕΞ, οπαδού του δόγματος της εθνικής ακινησίας.
Τώρα η ΕΕ εισέρχεται σε νέα φάση. Η ενισχυμένη συνεργασία στην εξωτερική πολιτική θα αλλάξει πολλά στην ευρωπαική πολιτική με δεδομένη την στοίχιση με τις ΗΠΑ που προωθούν , εκτός από την Ρωσία και την ένταση στις σχέσεις με την Κίνα. Να σημειωθεί ότι έχουμε μπροστά μας δυσεπίλυτα προβλήματα στα βαλκάνια, ιδιαίτερα στις σχέσεις με την Αλβανία, έχουμε προβλήματα στην εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών, έχουμε το Κυπριακό, έχουμε την κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο και έχουμε την μείζονα απειλή εκ μέρους της Τουρκίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει προτάσεις ο πυρήνας των οποίων υποστηρίζει το βέτο , αλλά αν η Ελλάδα υποχωρήσει θα αποσπάσει ισχυρά ανταλλάγματα στις σχέσεις με την Τουρκία και ανταλλάγματα ασφάλειας και έναν οδικό χάρτη για προσφυγή στη Χάγη, με σαφείς κόκκινες γραμμές.
Η θολή στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη αποτελεί παράγοντα ανησυχίας για το τι θα συμβεί σε περίπτωση επανεκλογής του. Το τρένο χάνεται και αυτή την στιγμή, η μόνη δύναμη που μπορεί να βραχυκυκλώσει και τον Μητσοτάκη και να τον προκαλέσει και την ΕΕ, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ από τον οποίο αναμένουμε στοιχειώδη έστω ένταση σε ένα μεγάλο εθνικό ζήτημα.