Ο τίτλος μπορεί να παραπέμπει σε δραμτικό φινάλε μιας θεατρική παράστασης αλλά επειδή ότι χαρούμενο ήταν να δούμε και να ζήσουμε από το ΠΑΣΟΚ το έχουμε ζήσει, μένει μόνο η πικρή γεύση της τραγωδίας. Μιας πολιτικής τραγωδίας, που ακόμη και οι πιο απαισιόδοξοι δεν φαντάζονταν ότι ένα κόμμα , πραγματικό λαικό κίνημα, θα προκαλούσε στους οπαδούς του , ακόμη και στους συμπαθούντες το αίσθημα απώλειας, σαν να χάνουν κάποιον ή κάτι δικό τους. Που το γέννησαν, το στήριξαν, το μεγάλωσαν για να το δουν μια μέρα να αργοπεθαίνει στα χέρια της Φώφης Γεννηματά, με την στήριξη του Κώστα Σημίτη, του Ευάγγελου Βενιζέλου ή και του Ανδρέα Λοβέρδου. Για να μην πούμε ότι την θανατική καταδίκη την είχε ήδη υπογράψει η πολιτική βουλιμία του Ευάγγελου Βενιζέλου και η ανατροπή –πτώση, του Γιώργου Παπανδρέου . Τώρα παρακολουθούμε αυτή την τελευταία κρίσιμη σκηνή που οδηγεί σε ένα συνέδριο για την εκλογή προέδρου που απλά θα οδηγήσει το ΚΙΝΑΛ στην τελευταία του κατοικία και στην αρμοδιότητα της ιστορίας.
Αυτά μπορούν να έχουν έναν μελαγχολικό τόνο, αλλά όσοι μεγάλωσαν με προσδοκίες αλλαγής σε αυτή τη χώρα, με ανισότητες, με τα εγκλήματα των νικητών του εμφυλίου πολέμου, με τον πελατειακό έλεγχο του κράτους και τον οικονομικό παρασιτισμό, είδαν στο ΠΑΣΟΚ ένα στήριγμα αλλαγής.
Πράγματι την πρώτη τριετία 1981-1984 υπήρξαν θετικές αλλαγές , η συνέχεια είναι γνωστή. Σήμερα όμως η πολιτική σκηνή αλλάξει και το επικείμενο συνέδριο θα είναι κομβικό για τις πολιτικές εξελίξεις. Ήδη ένα μέρος του ΚΙΝΑΛ που εκφράζουν Βενιζέλος, Σημίτης, Λοβέρδος και άλλοι ήδη νοιώθουν συγγενείς με τη ΝΔ και στηρίζουν τον Μητσοτάκη ή την παράδοση του κόμματος στον Μητσοτάκη. Του κόμματος που τους ανέδειξε και τους στήριξε . Είναι αδύνατον πολιτικοί που κάποτε έπιναν νερό στο όνομα του Ανδρέα Παπανδρέου να νοιώθουν ομοιδεάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ο πολιτικός καιροσκοπισμός όμως, και το γνωστό ως αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο καλά κρατεί. Ο σκοπός τους παραμένει η ήττα, η συνολική, δηλαδή η υπαρξιακή του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμη συντελεστεί γι αυτό και το μέτωπο παραμένει ενεργό. Όμως , η παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στο κέντρο της πολιτικής σκηνής, δεν ήταν τυχαία, το αντίθετο. Ήταν η ανάγκη του λαού να καλύψει το κενό του ΠΑΣΟΚ και αυτό το κενό το κάλυπτε ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι επόμενες εκλογές θα καταδείξουν αν το τέλος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θα είναι οριστικό και παράλληλα θα σηματοδοτήσουν και τον εκφυλισμό του ΣΥΡΙΖΑ ή θα υπάρξει επιστροφή. Όχι για το ΠΑΣΟΚ πια , αλλά για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης
Ήδη οι παρατάξεις διαμορφώνονται. Η ΝΔ και το σύστημα που την στηρίζει, δηλαδή οικονομικά συμφέροντα και πολιτικές φράξιες, στηρίζουν τον Ανδρέα Λοβέρδο . Αν ο Λοβέρδος εκλεγεί πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ σχεδόν θα φύγουν όλοι οι άλλοι, Παπανδρέου, Γεννηματά κ.λπ. Αν εκλεγεί η Γεννηματά, θα φύγει ο Λοβέρδος και όσοι θέλουν να κάνουν σύμφωνο συμβίωσης με τη ΝΔ του Μητσοτάκη. Η υποψηφιότητα του Ν. Ανδρουλάκη δεν έχει ταυτότητα με την έννοια ότι μόνο με την στήριξη ειδικών μηχανισμών μπορεί να έχει τύχη, κατά συνέπεια θα περιμένουμε τι θα κάνουν τα κανάλια των ολιγαρχών, με την στήριξη Γεννηματά ή Ανδρουλάκη.
Κλειδί των εξελίξεων όμως , δεν είναι μόνο οι προαναφερθέντες που θέλουν την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι απολύτως βέβαιο ότι η ΝΔ θέλει να διασφαλίσει ότι θα λεηλατήσει το ΚΙΝΑΛ για να προχωρήσει σε εκλογές ο Μητσοτάκης. Ώστε ή να το αφομοιώσει ή να συνεργαστεί μετεκλογικά σε μια συμμαχική κυβέρνηση. Στην περίπτωση αυτή , ενδέχεται οι πολιτικοί φίλοι του Γιώργου Παπανδρέου , είτε να κάνουν νέο κόμμα για την επόμενη ημέρα ή να συνδράμουν τον ΣΥΡΙΖΑ .
Υπό αυτή την έννοια πράγματι έχουμε να δούμε πολλά το επόμενο διάστημα. Ο Σεπτέμβριος δεν είναι μακριά, αλλά οι αγωνίες είναι ήδη αισθητές. Η πανδημία αλλάζει και τα πολιτικά δεδομένα, ο ρόλος του κράτους γίνεται πιο κεντρικός, οι πόροι είναι το επίδικο. Αν για μια ακόμη φορά οι πόροι θα λεηλατηθούν από την διαπλοκή και την ολιγαρχία ή θα στηρίξουν την κοινωνία, κυρίως τη νέα γενιά. Δηλαδή υπάρχουν πολλοί σοβαροί λόγοι για να έχουμε νέα σκηνή, νέα μέτωπα και πόλωση στο ζενίθ.
Το ΚΙΝΑΛ με τον έναν ή τον άλλο τρόπο κλείνει τον κύκλο του. Άδοξα, άοσμα και άχρωμα. Το αν του άξιζε αυτό το τέλος θα το κρίνουν οι ιστορικοί. Η σύγκρουση Δεξιάς –Αριστεράς είναι η κεντρική σύγκρουση. Πολιτική, ιδεολογική και κοινωνική. Από την έκβασή της θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό η κοινωνική σταθερότητα, η αύξηση ή η μείωση των ανισοτήτων, η ποιότητα της δημοκρατίας, η κοινωνική συνοχή , το κοινωνικό κράτος. Με το νόμο για εργασιακά και τον τρόπο με τον οποίο θα αξιοποιηθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα κριθούν όλα αυτά. Ο Μητσοτάκης, η ΝΔ και οι ολιγάρχες ξέρουμε τι θέλουν και το δηλώνουν ανοιχτά, ενώ ήδη νομοθετούν υπέρ των λίγων. Η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ και το αν ή πως μπορεί να συγκροτήσει ένα πραγματικό μέτωπο με πραγματικά προοδευτικές δυνάμεις και ισχυρές διαχωριστικές γραμμές , είναι το κλειδί για ένα ισχυρό μέτωπο δημοκρατίας και ανάπτυξης.