Διανύουμε έναν νέο κύκλο έντασης με την Τουρκία και στο παρασκήνιο εντείνονται οι διεργασίες ενόψει της συνόδου κορυφής της ΕΕ , στις 25 Μαρτίου. Ωστόσο, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, ενώ είχε την ευκαιρία να διαμορφώσει ένα ισχυρό διαπραγματευτικό πλαίσιο και να απαντήσει στα νέα απειλητικά μηνύματα που δέχεται η Ελλάδα από την Τουρκία, προτίμησε να κάνει μια θεωρητική προσέγγιση για τον ρόλο του διεθνούς δικαίου. Κάτι που για μια ακόμη φορά θα αφήσει παγερά αδιάφορη την Άγκυρα. Σε παρέμβασή του στο διαδικτυακό συνέδριο της ελληνικής εταιρείας διεθνούς δικαίου και διεθνών σχέσεων περί «Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής» ο Δένδιας υποτίθεται εξέφρασε μια ήπια, σχεδόν ντροπαλή δυσφορία προς την ΕΕ. Αφού πρώτα ισχυρίστηκε ότι η ΕΕ δημιουργεί μια ζώνη προστασίας προς την Ελλάδα, «όχι απόλυτης», πρόσθεσε. Η τοποθέτηση του υπουργού Εξωτερικών προκαλεί εκ των πραγμάτων προβληματισμό για την στάση της κυβέρνησης στην σύνοδο κορυφής, καθώς ούτε ο Δένδιας, ούτε ο πρωθυπουργός ούτε έχουν, ούτε δείχνουν να εκπονούν κάποιο σχέδιο , καθώς μεγάλο μέρος των εργασιών θα καλύψουν οι σχέσεις με την Τουρκία.
Ας σημειωθεί ότι οι απειλές είναι υπαρκτές, οι κυρώσεις παγωμένες, οι συνομιλίες υπονομεύονται, η ρητορική της έντασης μετατρέπεται ενίοτε σε ρητορική του μίσους , η αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση σχεδιάζεται. Σύμφωνα με τον κ. Δένδια, «η Ελλάδα έχει την ατυχία να γειτνιάζει με ένα συστηματικά παραβατικό γείτονα και την τύχη να βρίσκεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία αποτελεί δέλεαρ και φόβητρο για την Τουρκία, δημιουργώντας ένα είδος ζώνης προστασίας», σημείωσε και πρόσθεσε: «Όχι απόλυτης». Επιπρόσθετα σημείωσε: «Αν με ρωτήσετε αν είμαστε ικανοποιημένοι, θα σας πω ότι θα θέλαμε η Ευρωπαϊκή Ένωση να αντιμετωπίσει με αυστηρότερο τρόπο την Τουρκία. Αλλά η ΕΕ είναι Ένωση 27 χωρών. Λειτουργεί, ευτυχώς, με ομοφωνία. Ενίοτε, το εθνικό συμφέρον επικρατεί του ευρωπαϊκού. Δεν παύει, όμως, να αποτελεί ένα πολύ ισχυρό, ίσως το ισχυρότερο, όπλο μας» .
Είναι μια παρέμβαση κατώτερη των περιστάσεων, ενδεικτική της αδυναμίας της κυβέρνησης να αποκτήσει ειδικό βάρος και κύρος εντός της ΕΕ. Όταν ο Δένδιας λέει ότι θα ήθελε η ΕΕ να είναι αυστηρότερη, είναι σαν να μην είναι η Ελλάδα μέλος της ΕΕ. Και η επίκληση του εθνικού συμφέροντος ότι υπερτερεί του ευρωπαικού καταδεικνύει πολιτική ανεπάρκεια, έλλειψη συμμαχιών ώστε να ανατραπούν οι συσχετισμοί. Αποτελεί επίσης έμμεση παραδοχή, σχεδόν ταπεινωτική , ότι η Τουρκία μη μέλος της ΕΕ έχει μεγαλύτερη επιρροή στην διαμόρφωση της ευρωπαικής πολιτικής έναντι της Ελλάδας.
Η διαρκής επίκληση του διεθνούς δικαίου από την κυβέρνηση επιβεβαιώνει ένα ακόμη έλλειμμα. Ότι η απουσία εθνικής πολιτικής είναι τόσο κραυγαλέα που εμφανίζει το διεθνές δίκαιο ως υποκατάστατο της εξωτερικής μας πολιτικής και όχι ως αναγκαίο εργαλείο για την διευθέτηση προβλημάτων και διαφορών. Φυσικά και η Ελλάδα είναι προσηλωμένη στο διεθνές δίκαιο, αλλά απέναντι στην Τουρκία απαιτείται κάτι παραπάνω. Και πέραν της Τουρκίας υπάρχουν και κάποια ακόμη ερωτήματα. Όταν ο πρωθυπουργός αποσιωπά επιδεικτικά τον αποκλεισμό και την καταπάτηση εδαφών και δικαιωμάτων των Παλαιστινίων, υποστηρίζει το διεθνές δίκαιο; Όταν σωπαίνει για τον εκτοπισμό χιλιάδων Κούρδων, διώξεις και βία υποσετηρίζει κάποιο διεθνές δίκαιο;Όταν επιχειρεί να εμπλακεί στις χαώδεις διενέξεις της Μέσης Ανατολής και της Αραβικής Χερσονήσου στέλνοντας πυραύλους Πάτριοτ στην Σαουδική Αραβία υπηρετεί κάποιο διεθνές δίκαιο. Όταν στηρίζει κάθε εγκληματική ενέργεια των ΗΠΑ κάνει το ίδιο;. Προφανώς όχι. Κατά συνέπεια, η Ελλάδα πρέπει, όχι βέβαια να γίνει παραβατική χώρα, αλλά να οριοθετήσει την εξωτερική της πολιτική και να την εναρμονίσει με τα εθνικά συμφέροντα και έναντι της Τουρκίας και εντός της ΕΕ, τα περισσότερα κράτη –μέλη της οποίας σφυρίζουν αδιάφορα για το διεθνές δίκαιο.
Υπό αυτή την οπτική η ελληνική κυβέρνηση, λιγότερο από ένα μήνα πριν από την σύνοδο κορυφής δείχνει για μια ακόμη φορά σημάδια σύγχυσης και θεωρητικής προσέγγισης σοβαρών και υπαρκτών προβλημάτων . Και κυρίως ενόψει μιας διαδικασίας λήψης αποφάσεων που θα είναι πολύ σημαντικές και κρίσιμες για το μέλλον των σχέσεων ΕΕ –Τουρκίας και Ελλάδας –Τουρκίας.
Αυτό το σκηνικό πιθανότατα θα γίνει περισσότερο νεφελώδες καθώς αναμένεται η απάντηση της Τουρκίας ως προς την διεξαγωγή του 62ου γύρου των διερευνητικών συνομιλιών. Η Αθήνα , αυτό δείχνει η ρητορική της οδεύει προς μια νέα παγίδα, ακόμη μεγαλύτερη από αυτή του Δεκεμβρίου του 2020. Με περιτύλιγμα τις συνομιλίες και με το Βερολίνο να εξευμενίζει την Άγκυρα για το μεταναστευτικό και να την στηρίζει ολόπλευρα, η Ελλάδα δεν κάνει αισθητή την παρουσία της στο διαπραγματευτικό τραπέζι. Μοιραία, αν δεν αλλάξει κάτι , η ελληνική εξωτερική οδεύει προς μια νέα ήττα, προς μια νέα , σχεδόν αδιανόητη υποχώρηση σε ένα μάλιστα προνομιακό θεωρητικά πεδίο όπως είναι η ΕΕ.
Και μετά θα ακούσουμε άλλη μια θεωρία για τα συμφέροντα των Ευρωπαίων που υπερτερούν της αλληλεγγύης και άλλα γλαφυρά που προκαλούν εγκάρδια μειδιάματα στα ξένα υπουργεία Εξωτερικών….