Με το Βερολίνο να σιωπά, το Παρίσι να έχει ουσιαστικά αναδιπλωθεί και να ενισχύει την ρητορική του , αλλά χωρίς να έχει πολιτικό σχέδιο και την Κομισιόν να σφυρίζει σε άλλη κατεύθυνση, η ελληνική κυβέρνηση γίνεται όλο και αμήχανη ενόψει της κρίσιμης συνόδου κορυφής στις 10-11 Δεκεμβρίου.
Σε κάθε παρέμβαση είτε γίνεται σε ευρωπαική πρωτεύουσα , είτε στην Αθήνα επισημαίνεται η πολιτική των κυρώσεων μέσω τροχιοδεικτικών βολών,-προφανώς χρήσιμες, αλλά όχι με ιδιαίτερη αποφασιστικότητα, ενώ η όλη συζήτηση είναι αποσπασματική. Δηλαδή κανείς δεν συζητά επί της ουσίας για έναν συνολικό οδικό χάρτη, δηλαδή με άξονες που θα μπορούν να λειτουργήσουν ως ένα ενιαίο σχέδιο ώστε να είναι και πολιτικά λειτουργικό και αποτελεσματικό. Ο οδικός χάρτης θα μπορούσε να συμπεριλάβει αυστηρές κυρώσεις στην Τουρκία για την επιθετική της πολιτική, πρόταση για έναρξη διαλόγου ΕΕ –Τουρκίας εφ όλης της ύλης, δηλαδή για τελωνειακή ένωση, περιφερειακά προβλήματα και προβλήματα ασφάλειας υπό αυστηρούς όρους όμως. Θα μπορούσε αυτή η ατζέντα να συμπεριλάβει και έναν νέο ελληνοτουρκικό οδικό χάρτη, όπως πρέπει να είναι και όχι όπως θέλει η Τουρκία.
Αντίθετα παρατηρείται επικίνδυνη στασιμότητα εκ μέρους της Αθήνας ως προς την διατύπωση νέων ιδεών που να θέτουν τα ελληνοτουρκικά προβλήματα στην πραγματική τους βάση και όχι να ενταχθούν σε ένα κατασκευασμένο πλαίσιο που θα ικανοποιεί τις φιλοδοξίες της Άγκυρας. Η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να έχει παραιτηθεί από την εκπόνηση ενός συνολικού σχεδίου που θα συμβαδίζει με την ανάγκη να υπάρξει μια συνολική πολιτική ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο. Επιχειρεί άτσαλα να κοινοτικοποιήσει τις διαφορές με την Τουρκία, αλλά αυτό ήδη έχει αποτύχει καθώς η γερμανική προεδρία απέδειξε ότι δεν είχε ούτε διάθεση , ούτε διπλωματικό κεφάλαιο για να κινηθεί αποφασιστικά μέχρι τέλους. Τώρα, η Γερμανία περιμένει τον Μπάιντεν για να διαμορφώσει μια άλλη πολιτική έναντι της Άγκυρας και να την αποδεχθεί και η ίδια στην συνέχεια. Ας μην ξεχνάμε ότι η Γερμανία οδεύει προς εκλογές οπότε , θα αποσυρθεί σε μεγάλο βαθμό από την διεθνή σκηνή, τουλάχιστον σε ότι αφορά διπλωματικά προβλήματα.
Η υπόθεση των διερευνητικών συνομιλιών έχει προ πολλού ναυαγήσει μετά την στροφή της Τουρκίας στην πολιτική της έντασης. Η Ελλάδα ηττήθηκε συντριπτικά όσον αφορά την εικόνα υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της και είναι απορίας άξιον πως θα επιχειρήσει να στήσει ένα σκηνικό διαλόγου. με την Άγκυρα να θεωρεί ότι έχει ήδη υπό τον έλεγχό της έναν τεράστιο ζωτικό θαλάσσιο χώρο. Για την Ελλάδα είναι ανοησία να επιμείνει ότι η αποχώρηση του Ουρούτς Ρέις είναι το μόνο προαπαιτούμενο για να αρχίσει διάλογος. Η Αθήνα πρέπει να θέσει ζήτημα ακύρωσης των ερευνών, δηλαδή να μην ληφθεί υπόψη τι έχει συμβεί στην Ανατολική Μεσόγειο αυτούς τους μήνες και να ενοικιάσει άμεσα ερευνητικό σκάφος για κάθε χρήση ώστε να εμφανίσει αντίβαρα ενόψει διαπραγμάτευσης. Όλα αυτά πρέπει να τα καταστήσει σαφή καθώς η δυτική διπλωματία, ιδιαίτερα όμως η τουρκική που εργάζεται πυρετωδώς παράγοντας συνεχώς ιδέες είναι σε θέση να κρατούν καθηλωμένη την ελληνική εξωτερική πολιτική .
Το τι θα δηλώσει ο πρωθυπουργός στη σύνοδο κορυφής είναι απολύτως αδιάφορο. Το τι θα αποφασιστεί είναι το κύριο και αυτό θα γίνει γνωστό. Η Τουρκία θα συνεχίσει την στρατηγική της . Θα την μεταβάλλει μόνο αν διαπιστώσει ότι υπάρχει σημαντική μεταστροφή και απόρριψή της. Η ελληνική κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αγωνιστεί. Αλλά προς το παρόν ο ορίζοντας είναι άδειος.