Έχοντας αναδείξει προ πολλού τον επικυρίαρχο ρόλο των ΗΠΑ στην ελληνική εξωτερική πολιτική, με τρόπο περιφρονητικό μάλιστα, η Ελλάδα δέχθηκε ένα ηχηρό χαστούκι από το Στέιτ Ντηπάρτμεντ, σε νεκρό πολιτικά χρόνο λόγω της κατάστασης στην Ουάσιγκτον μετά τις εκλογές. Το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών ανακοινώνοντας την επίσημη έκθεσή του για τουρκικές παραβιάσεις του Εθνικού Εναερίου Χώρου , με βάση σχετικό νόμο, δηλώνει ότι αδυνατεί να προσκομίσει κατάλογο παραβιάσεων γιατί υπάρχει διάσταση απόψεων με την Ελλάδα σχετικά με το εύρος του εναερίου χώρου των δέκα μιλίων.
Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι η δυσαρμονία εναερίου χώρου 10 μιλίων και χωρικών υδάτων 6 μιλίων παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και ουσιαστικά υιοθετεί την τουρκική θέση . Σημειώνεται ότι ο ελληνικός εναέριος χώρος των 10 μιλίων ισχύει από το 1931 και η Τουρκία απειλεί με πόλεμο τη χώρα μας σε περίπτωση επέκτασης. Επίσης η έκθεση ουσιαστικά δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων.
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί προφανώς κόλαφο για την Ελλάδα γιατί πέραν των άλλων η Τουρκία παραβιάζει και τον εναέριο χώρο των 6ν.μ με τις πτήσεις τουρκικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικά νησιά, κάτι που αποσιωπάται στην έκθεση. Το χειρότερο όμως δεν είναι τα τεχνικά στοιχεία της έκθεσης αλλά οι πολιτικές κουτοπονηριές που την συνοδεύουν.
Όπως αναφέρεται σχετικά η Ελλάδα διεκδικεί μέχρι και 6 ν.μ. χωρικά ύδατα στο Αιγαίο(σ.σ. προφανώς εννοεί 12 μίλια), «η χώρα και οι γείτονές της δεν έχουν συμφωνήσει σε συνοριακή οριοθέτηση σε εκείνες τις περιοχές όπου αλληλοεπικαλύπτονται τα νόμιμα θαλάσσια δικαιώματά τους». Στη θάλασσα δεν υπάρχει καμία τέτοια αλληλοεπικάλυψη γιατί η συνθήκη της Λωζάννης προβλέπει καθαρά πως η Τουρκία ασκεί κυριαρχία σε απόσταση 3 μιλίων από το έδαφός της και πέραν αυτού τίποτα. Κατά συνέπεια το Στέιτ Ντηπάρτμεντ καλεί τις δύο χώρες σε διάλογο . Στο κείμενο αναφέρεται ότι οι ΗΠΑ και η Ελλάδα δεν έχουν την ίδια άποψη επί του θέματος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η Αθήνα εμμένει στην πάγια θέση της για την άσκηση των δικαιωμάτων της.
Ωστόσο όλη η εικόνα αναδύει την πλήρη αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης να επιβάλλει την θέση της για το διεθνές δίκαιο, την παραβατικότητα της Τουρκίας και να απαιτήσει σεβασμό στους κανόνες αυτούς. Η Ελλάδα έχει καταστεί η πλέον δεδομένη χώρα. Μετά από απαίτηση των ΗΠΑ παραιτήθηκε των ανταλλαγμάτων για την ανανέωση της αμυντικής συνεργασίας τον Δεκέμβριο του 2019. Παραχώρησε νέες βάσεις στις ΗΠΑ στο Στεφανοβίκειο , νέες διευκολύνσεις στη Λάρισα και την Καλαμάτα, διευκολύνσεις στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και επέκταση της βάσης στη Σούδα που μάλλον θα επεκταθεί εκ νέου. Επίσης με προτροπή των ΗΠΑ αποδυνάμωσε την ελληνική αεράμυνα για να στείλει το αντιαεροπορικό σύστημα Πάτριοτ στη Σαουδική Αραβία , δέχθηκε ασυζητητί την απέλασε των δύο Ρώσων διπλωματών με συνέπεια την όξυνση των ελληνορωσικών σχέσεων, οδεύει τελευταία προς αναγνώριση του Κοσόβου όπως αναφέρουν πληροφορίες και όλα αυτά με μηδενικά ανταλλάγματα. Και όχι μόνο αυτά, αλλά ουσιαστικά η πολιτική ίσων αποστάσεων έναντι της Τουρκίας λειτουργεί σαφώς υπέρ της Άγκυρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ σε ανακοίνωσή του κατηγορεί την κυβέρνηση ότι εάν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες το State Department δηλώνει αδυναμία να προσκομίσει σχετικό κατάλογο, υιοθετώντας τουρκικές θέσεις για την κυριαρχία ελληνικών νησιών, η Έκθεση αυτή αποτελεί παταγώδη αποτυχία της εξωτερικής πολιτικής της Κυβέρνησης Μητσοτάκη και σοβαρότατο πλήγμα για τη χώρα, τα εθνικά συμφέροντα και τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.
Έστω και την τελευταία στιγμή, αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια ώστε να εκφρασθούν και να καταγραφούν οι ελληνικές θέσεις στις αρμόδιες Επιτροπές και να ανατραπεί η ιδιαίτερα δυσμενής αυτή εξέλιξη.
Η ουσία είναι πως όλη αυτή η εξέλιξη δεν προοιωνίζεται τίποτα θετικό για το μέλλον των παρεμβάσεων των ΗΠΑ και ίσως έχει ενδιαφέρον να διαπιστωθεί ποια θα είναι η στάση της ομάδας Μπάιντεν . Προφανώς η έκθεση συντάχθηκε με την συνεργασία του επικίνδυνου για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα πρέσβη Πάιατ, ο οποίος έχει επιβληθεί πλήρως στην κυβέρνηση και είναι ο απόλυτος καθοδηγητής της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής με την πειθήνια στάση φυσικά της σημερινής κυβέρνησης.