Του Σωτήρη Σιδέρη
Προκάλεσε ισχυρή έκπληξη η πρόταση του Αλέξη Τσίπρα για την επιλογή υπουργού υγείας κοινής αποδοχής, συμφωνία για κοινή δράση κατά της πανδημίας και ενίσχυση του ΕΣΥ, συμβούλιο πολιτικών αρχηγών , κατάργηση του πτωχευτικού κώδικα , κατάργηση ή αναστολή ψήφισης νόμων για τα εργασιακά. Στην αρχή η πρόταση αυτή έδωσε την εντύπωση ενός τακτικισμού που υποτίθεται θα δυσκόλευε την απάντηση της κυβέρνησης. Αλλά τα πράγματα είναι πιο σοβαρά από το τι θα πει σε αυτή την συγκυρία η ΝΔ και οι απαντήσεις είναι αναγκαίες. Ουσιαστικά ο Τσίπρας προτείνει μερική συγκυβέρνηση, έναν μεγάλο συνασπισμό έστω βραχείας δράσεως , διατυπώνει δηλαδή μια κεντρική πολιτική πρόταση που όμοιά της δεν έχει κατατεθεί στην Ευρώπη, χωρίς μάλιστα να υπάρχει πολιτική απόφαση από τα κομματικά όργανα.
Αν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ εννοεί ότι εκφράζει την προοδευτική παράταξη η πρόταση αυτή δεν θα έπρεπε να γίνει ποτέ, γιατί απλά η ΝΔ ασκεί μια συγκεκριμένη πολιτική από επιλογή και όχι από ανάγκη. Και όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ στις επίσημες ανακοινώσεις του ο Μητσοτάκης με άλλοθι την πανδημία εξυπηρετεί συμφέροντα. Κατά συνέπεια, αντί ο Αλέξης Τσίπρας να κινητοποιήσει το κόμμα του για την ανατροπή, επιλέγει την πολιτική συνδιαλλαγή με την κυβέρνηση.
Ενάμιση χρόνο μετά τις εκλογές και ενώ η κυβέρνηση της ΝΔ σαρώνει ότι έχει απομείνει από το κοινωνικό κράτος και κατευθύνει τους εθνικούς πόρους προς τους πελάτες της, τα ολιγαρχικά συμφέροντα, όπως καταγγέλλει η αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ , όχι μόνο δεν έχει αποκηρύξει την μνημονιακή του πολιτική, αντίθετα την στηρίζει και την επικαλείται ως την καλύτερη από την μνημονιακή πολιτική της ΝΔ. Αρχικά , λίγο πριν τις εκλογές και με το διαζύγιο από τους ΑΝΕΛ, ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε την εντύπωση ότι επανασχεδιάσει το πολιτικό του μέλλον επενδύοντας στην εδραίωση μιας νέας ταυτότητας που είχε ανάγκη η χώρα.
Οι μήνες πέρασαν η διεύρυνση στην οποία επέμεινε ο Αλέξης Τσίπρας είχε όλα τα χαρακτηριστικά της ενσωμάτωσης και μάλιστα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πολέμησε κάθε άποψη που αμφισβητούσε την ενσωμάτωση στο καιροσκοπικό ΠΑΣΟΚ. Οι δυνάμεις εντός του ΣΥΡΙΖΑ που υπερασπίστηκαν την ιδεολογική ταυτότητα του κόμματος και τις κοινωνικές αναφορές του, εμπόδισαν είναι αλήθεια τα σχέδια αυτά. Σήμερα πια είναι φανερό, παρά τους ελιγμούς, ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καμία διάθεση να ανατρέψει όσα αλλάζει ο Μητσοτάκης, καθώς δεν έχει καμία πρόταση που να μας υποψιάζει ότι θα ανοικοδομήσει τη χώρα στη βάση ενός προοδευτικού προγράμματος.
Αν η κίνηση του Αλέξη Τσίπρα είχε ως στόχο να προβληματίσει την κυβέρνηση θα πρέπει να εξηγηθεί με πολιτικούς όρους και όχι με τακτικισμούς. Αν δηλαδή για να ξεπεραστεί η κρίση ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να κάνει έναν πρόσκαιρο συμβιβασμό για να μειωθούν οι συνέπειες της κρίσης πρέπει να εξηγηθεί . Και κυρίως πρέπει να παρουσιαστεί το δικό του πρόγραμμα ως απάντηση σε αυτό που αποκαλεί νεοφιλελεύθερη λαίλαπα. Επίσης θα πρέπει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να αναλύσει το νόημα της καθημερινής πρότασης για σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών ως να είναι εμβόλιο για κάθε πρόβλημα της χώρας, είτε πρόκειται για ελληνοτουρκικά προβλήματα, είτε για την πανδημία, αύριο ίσως για τα ΚΤΕΛ. Η σύσκεψη των αρχηγών δεν μπορεί να συνεχίσει το άλλοθι στην απουσία θέσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αν όμως πεποίθηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι για να ανακάμψει το κόμμα του πρέπει να έρθει πιο κοντά στη ΝΔ και αυτό πρέπει να εξηγηθεί. Γιατί τότε θα πρέπει να τροποποιήσει και την αντιπολιτευτική του τακτική . Να ακυρώσει και να συντάξει νέες διακηρύξεις, να αλλάξει όνομα το κόμμα του. Σε μια περίοδο που ο κόσμος αναζητεί εναγώνια αντίβαρα για να αναχαιτισθεί η λαίλαπα δεξιάς –ακροδεξιάς, από τις ΗΠΑ μέχρι την Ευρώπη , ο ΣΥΡΙΖΑ φλερτάρει με ένα νέο δόγμα που αμφισβητεί την ίδια του την αιτία ίδρυσής του.
Η λειτουργία των ΕΣΥ έχει υποβαθμιστεί σε όλη την Ευρώπη με βάση συγκεκριμένες οδηγίες για μείωση κονδυλίων και την ανάθεση μεγάλων δομών σε ιδιώτες. Επίσης η πολιτική στα εργασιακά θέματα ακολουθεί ακριβώς αυτό το ίδιο μοντέλο ενίσχυσης του σκληρού εργοδοτικού κεφαλαίου. Αλλά αυτές οι πολιτικές παράγουν ανισότητες που η ΕΕ καλείται ασθμαίνουσα να αντιμετωπίσει για να αποτρέψει κοινωνικές εκρήξεις. Και ο ΣΥΡΙΖΑ που αποτέλεσε την ελπίδα για όλη την Ευρώπη δεν ενσωματώθηκε μόνο ως κυβέρνηση σε αυτό το σύστημα, αλλά παραμένει και ως αντιπολίτευση. Η ΝΔ είναι προσηλωμένη σε αυτή την πολιτική. Σε τι θα συνεισφέρει ένας κοινός υπουργός , αν δεν υπάρξει πρόγραμμα μιας άλλης πολιτικής;
Ο ΣΥΡΙΖΑ, υπό αυτή την οπτική,, εμφανίζεται να είναι το αναγκαίο συμπλήρωμα με τις λεπτές αποχρώσεις του, που δεν υπόσχεται ανατροπές και αναπροσαρμογές σε άλλη κατεύθυνση αλλά προσθήκες . Ήδη μια εκτίμηση μπορεί να γίνει ήδη. Ότι το δεύτερο κύμα πανδημίας θα αφήσει πιο ισχυρό αποτύπωμα φτώχειας και ανισοτήτων στην Ελλάδα και οι προοπτικές είναι απογοητευτικές.
Είναι νωρίς να αποτιμηθεί συνολικά η πρόταση του Αλέξη Τσίπρα. Αν είναι ένας τακτικισμός ή επικοινωνιακό τρικ καλό είναι να διευκρινιστεί για να επανέλθει η ηρεμία. Σε αντίθετη περίπτωση είναι αβέβαιο το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στο εσωτερικό μέτωπο. Αν για παράδειγμα γίνουν εκλογές και αναζητηθούν συνεργασίες ο ΣΥΡΙΖΑ θα προστρέξει σε έναν μεγάλο συνασπισμό; Και πως θα τον απορρίψει όταν ήδη στρώνεται το χαλί της αποενοχοποίησης της συνεργασίας;.
Ερωτήματα που θα γίνουν πιο έντονα σύντομα και ζητούν απαντήσεις.