Του Σωτήρη Σιδέρη
Η Γερμανία , όπως σίγουρα και οι ΗΠΑ, γνωρίζουν πλέον πολύ καλά ότι η απουσία διαλόγου για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν οφείλεται σε τυπικές διαφωνίες , αλλά στην τακτική της Άγκυρας να αποσπάσει συμφωνίες και οφέλη πριν καν διεξαχθούν διαπραγματεύσεις. Και επίσης η Άγκυρα απαιτεί να επιλύσει διακρατικά προβλήματα όχι με βάση το διεθνές δίκαιο , αλλά με βάση το δικό της δόγμα , τις απαιτήσεις της και τις απειλές της αποκλείοντας έτσι το ενδεχόμενο προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Με απλά λόγια η πολιτική κατευνασμού που ακολουθούν η Ουάσιγκτον και το Βερολίνο έχει κονιορτοποιηθεί πολλές φορές , ωστόσο οι μεσολαβητές αμήχανοι , διστακτικοί και ενίοτε παθητικοί αδυνατούν να πάρουν αποφάσεις, είτε για κυρώσεις , είτε για έμπρακτη αποδοκιμασία. Το κόστος όμως της αποτυχίας το πληρώνει η Ελλάδα που υφίσταται πλέον άμεση απειλή. Ταυτόχρονα όμως η ελληνική κυβέρνηση έχει τις δικές της ευθύνες. Απλά δεν χειρίζεται εκείνη την υπόθεση, αλλά περιμένει ένα νεύμα, μια πρωτοβουλία , μια έμπρακτη εφαρμογή των δηλώσεων υποστήριξης προς την Ελλάδα. Η επιστροφή του Ουρούτς Ρέις και η πορεία προς το Καστελλόριζο, αν τηρηθεί η NAVTEX , θα προκαλέσει μείζονα πολιτικά προβλήματα και προβλήματα εθνικής ασφάλειας τώρα και στο μέλλον. Κατά συνέπεια είναι η ώρα των επιλογών για την Αθήνα.
Είναι γεγονός ότι ο Ερντογάν αντιμετωπίζει εσωτερικά προβλήματα. Με την οικονομία, με δυνάμεις στο στράτευμα που θα ήθελαν να τον ανατρέψουν με τις γεωστρατηγικές του επιλογές που προκαλούν πονοκέφαλο στην Δύση και αμηχανία στην αντιπολίτευση. Ωστόσο τα εσωτερικά του προβλήματα μπορεί να αποτελούν αντικείμενο ανάλυσης, αλλά πρέπει να είναι εντελώς αδιάφορα στην Ελλάδα από την στιγμή που εξαιτίας ή με επίκληση των εσωτερικών προβλημάτων ο Ερντογάν επιχειρεί να τα εξωτερικεύσει και απειλεί ευθέως τη χώρα μας.
Η Άγκυρα θεωρεί ότι έχει την ιστορική ευκαιρία να περιορίσει την Ελλάδα στα χωρικά της ύδατα χωρίς δικαίωμα επέκτασης ούτε στην Κρήτη , ούτε στο Αιγαίο προκειμένου να διατηρηθεί ζωντανό το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας. Σε αυτό το ασταθές πλαίσιο προκαλεί ερωτηματικά η παθητικότητα της Αθήνας που αδυνατεί να σχεδιάσει στοιχειώδη εξωτερική πολιτική. Ειδικότερα η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει στην πρόταση της Λιβύης για προσφυγή στην Χάγη . Δεν έχει απαντήσει και δείχνει εντελώς αμήχανη στην πρόταση του Μισέλ για πολυμερή διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο . Δεν έχει πει πως την αντιμετωπίζει, ποια μπορεί να είναι η ατζέντα μιας τέτοιας συνόδου, αν θα υπάρχει γραπτή πρόβλεψη για προσφυγή στη Χάγη όλων των χωρών της περιοχής από κοινού, ώστε να ακυρωθεί και το τουρκολιβυκό σύμφωνο και η Γαλάζια Πατρίδα. Η κυβέρνηση παραπαίει και στην ΕΕ υπακούοντας και στο πλαίσιο της ΕΕ τις συστάσεις Γερμανών και άλλων .
Το υπουργείο Εξωτερικών δεν έχει διορθώσει ακόμη τη γκάφα του να απελάσει τον Λίβυο πρέσβη επαναφέροντάς τον στην Αθήνα. Δεν ακολουθεί σοβαρή αποτρεπτική πολιτική, ούτε σε στρατιωτικό επίπεδο, ούτε κυρίως σε διπλωματικό. Η Τουρκία αφού δίστασε στην αρχή , στην συνέχεια αποδέχθηκε την πρόταση Μισέλ για πολυμερή Διάσκεψη και προφανώς παρεμβαίνει για την επηρεάσει την ατζέντα της, πιέζοντας σίγουρα εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας με το πρόσχημα ότι δεν την αναγνωρίζει. Εκτιμάται ότι η ΕΕ θέλει κατά κύριο λόγο μια Διάσκεψη για τις θαλάσσιες ζώνες, αλλά θα ήθελε να δει και μια συμφωνία για το ενεργειακό μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Είναι διαπραγματευτικό έγκλημα το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση ψιθυρίζει σχετικά πράγματα στο παρασκήνιο και ενώ η Τουρκία εξακολουθεί να απειλεί και κυρίως να μην ακυρώνει την συμφωνία -ψευδοοριοθέτηση με την διοίκηση των κατεχομένων και με βάση την οποία παραβιάζει την κυπριακή ΑΟΖ.
Τα πολλαπλά επίπεδα αδράνειας και αδυναμίας διαμόρφωσης μιας αναγκαίας , αν όχι στρατηγικής, τουλάχιστον πολιτιής τακτικής, καθίσταται όλο και πιο επικίνδυνη για την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία. Οι τρίτες χώρες θα στρέψουν τις πιέσεις προς την χώρα που υποχωρεί , όπως η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία . Η Τουρκία δεν αποθρασύνεται απλά επειδή νοιώθει ισχυρή,, αλλά επειδή νοιώθει ότι δεν απειλείται ούτε στρατιωτικά , ούτε πολιτικά. Μόνο αν υποστεί τις συνέπειες των επιλογών της θα αναγκαστεί να διορθώσει την πορεία της και να κλονιστεί. Αλλά απέναντι στην Ελλάδα θα επιμείνει όσο μπορεί, γιατί θεωρεί τη χώρα μας αδύνατο κρίκο. Για να γίνει κατανοητή η ουσία του προβλήματος, αν η ελληνική κυβέρνηση δεν αποκτήσει δική της πολιτική έναντι της Τουρκίας , ό,τι και να συμβεί θα βρεθεί σε αδιέξοδα και στην καλύτερη περίπτωση σε πολύ δύσκολη θέση .
Έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον να διαπιστωθεί πως θα ενεργοποιηθούν στο εξής το Βερολίνο και η Ουάσιγκτον που πλέον εκτίθενται και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ οι ΗΠΑ και στο πλαίσιο της ΕΕ η Γερμανία , καθώς οι παρεμβάσεις έχουν στεφθεί με αποτυχία. Οι μεταστροφές των χωρών αυτών είναι πολύ αργές, γι αυτό απαιτείται η κινητοποίηση της Αθήνας που με δικές της πρωβουλίες για κυρώσεις, για στρατιωτική αποτροπή αν το Ουρούτς Ρέις πλησιάσει το Καστελλόριζο , ώστε να λειτουργήσουν ως ξυπνητήρι.
Και μια λεπτομέρεια. Είναι εικόνα κατάρρευσης της χώρας να μην δηλώνει ποια θα είναι η αντίδρασή της, όχι μόνο αν το τουρκικό πλοίο πλησιάσει τα 12 μίλια αλλά και τα 20 και τα 30. Αναμένουμε δηλαδή τις επόμενες ώρες αν η διπλωματία , ο πρωθυπουργός και συνολικά η κυβέρνηση θα δράσει ή θα ταπεινωθεί.