Τους πρώτους μήνες ήταν η οδύνη της μεγάλης ήττας. Με την πάροδο του χρόνου φαίνονταν να οφείλεται σε αδυναμία του κόμματος να αρθρώσει σοβαρές προτάσεις εξαιτίας των εσωκομματικών αναταράξεων. Τώρα όμως ,15 μήνες μετά τις εκλογές , είναι παράδοξο το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να διατυπώσει ένα μίνιμουμ προγραμματικών θέσεων. Και ενώ η ΝΔ με καταιγιστικό ρυθμό, αλλάζει τα δεδομένα σε θεσμούς, στην υγεία, στην παιδεία, στην οικονομία, στην δικαιοσύνη, στη θέση της χώρας στην ΕΕ, στην συντριβή των εργαζομένων, στην ενίσχυση των ανισοτήτων και στην επαναφορά του πελατειακού πολιτικού συστήματος, ο ΣΥΡΙΖΑ παρακολουθεί σαν τιμώμενο πρόσωπο σε παρέλαση, τη ΝΔ να περνά μπροστά του.
Σχεδόν όλοι οι υπουργοί έχουν καταγγελθεί για απευθείας αναθέσεις με αδιαφανή κριτήρια και για επαναφορά του πελατειακού κράτους. Η υπονόμευση του ΕΣΥ , οι ιδιωτικοποιήσεις, οι απίστευτες νυχτερινές τροπολογίες για την υπεράσπιση συμφερόντων, η πελατειακή διοίκηση, κάνουν θραύση. Οι τομεάρχες του ΣΥΡΙΖΑ με έναν καταιγισμό καθημερινών καταγγελιών αποκαλύπτουν , επισημαίνουν και στη βουλή ερωτούν χωρίς να παίρνουν σχεδόν ποτέ απαντήσεις επί της ουσίας. Ο λόγος όμως που η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει ακάθεκτη και δείχνει να νοιώθει απόλυτα κυρίαρχη, είναι γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να παρουσιάσει έστω και μια εναλλακτική πρόταση, πέραν των καταγγελιών. Η κυβέρνηση υφίσταται ήδη σημαντική φθορά, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν την καρπώνεται ακριβώς επειδή η κοινωνία δεν ξέρει τι θα αλλάξει, πως θα κυβερνήσει και τι σημαίνει προοδευτική διακυβέρνηση, αν όχι ρήξη με την νεοφιλελεύθερη καταιγίδα.
Τα ΜΜΕ προβάλλουν , κρύβουν , παραποιούν γεγονότα ή αποσιωπούν. Δεν παράγουν όμως πολιτική και ιστορικά σχεδόν πάντα, απέτυχαν να υπερασπιστούν κυβερνήσεις που κατέρρεαν η μία μετά την άλλη. Κατά συνέπεια δεν ευθύνονται τα ΜΜΕ που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πρόγραμμα, δεν κινητοποιεί, δεν συγκινεί, δεν ξεσηκώνει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να δηλώσει ποιος είναι, τι αλλαγές θα φέρει και πως θα παλέψει γι αυτές. Αποφεύγει ακόμη και να μιλήσει και για αντιδεξιό μέτωπο, για διαχωριστικές γραμμές, προκαλώντας σύγχυση όχι μόνο στο 32% που τον ψήφισε, αλλά σε όλους τους Έλληνες για τι είδους κόμμα είναι και τι θέλει. Είναι βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα παρουσιάσει κάποια στιγμή προγραμματικές θέσεις. Το ζήτημα είναι αν θα επιχειρούν να διορθώσουν , στηρίζοντας ουσιαστικά το νεοφιλεύθερο οικοδόμημα ή θα εκφράζουν τον άλλο κόσμο, τον κόσμο της εργασίας, του πνεύματος , τους μικρομεσαίους, το δημοκρατικό κράτος και το αίτημα για εθνική ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια …
Για παράδειγμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται ότι θα ενισχύσει με νόμους το ΕΣΥ , ώστε να επιτελέσει απόλυτα τον κοινωνικό του ρόλο; Θα μεταρρυθμίσει το ασφαλιστικό σύστημα ώστε να αποτελέσει πυλώνα του κοινωνικού κράτους ή θα δεχθεί τις αλλαγές της ΝΔ ; Προφανώς το ίδιο ισχύει για δεκάδες αλλαγές που έφερε η ΝΔ στην Παιδεία, ενώ κραυγάζει η τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα που δίνει ασυλία στους τραπεζίτες. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει καμία προσπάθεια να επανακτήσει τον ηγετικό του ρόλο στην κοινωνία υπερασπιζόμενος έμπρακτα τους αδύναμους, στηρίζοντας την υγιή επιχειρηματικότητα, ενισχύοντας τους θεσμούς της δημοκρατίας και το κράτος δικαίου που κλονίζεται , εφαρμόζοντας το νόμο περί συγκέντρωσης στα ΜΜΕ, για τον αριθμό εντύπων, ιστοσελίδων και καναλιών που μπορεί να έχει στην ιδιοκτησία του ένας επιχειρηματίας. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης οφείλει να δηλώσει αν θα επαναφέρει την διαφάνεια στα ΜΜΕ, την αλλαγή των νόμων για την υπεράσπιση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Επί μήνες τώρα, όλες οι συνεδριάσεις των κομματικών οργάνων έχουν αναλωθεί στην καταγγελία της ΝΔ, στον σχολιασμό της κυβερνητικής πολιτικής και στα εσωτερικά προβλήματα και δυσλειτουργίες. Τα πολιτικά προβλήματα δεν λύνονται με συσκέψεις, αλλά με πολιτική δράση που βασίζεται σε προγραμματικές και ιδεολογικές θέσεις. Η ενότητα διασφαλίζεται μέσα από την κοινή δράση, πάνω σε εγκεκριμένο πρόγραμμα και τα ιδεολογικά μέτωπα. Τίποτα απ όλα αυτά δεν είναι στην πρώτη γραμμή. Για την ακρίβεια, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι στην πρώτη γραμμή και οι αντιδράσεις και κινητοποιήσεις, λίγες προς το παρόν , οφείλονται στους ίδιους τους εργαζόμενους και όχι σε μια στρατηγική της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Έχει χυθεί πολύ μελάνι και πολλές αντιπαραθέσεις έχουν καταγραφεί σχετικά με την ιδεολογική ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχει ανησυχία, αν η δεξιά στροφή μπορεί να υπερκεράσει τα όποια αριστερά χαρακτηριστικά και να ενσωματωθεί απόλυτα στην λογική του ερειπωμένου δικομματισμού τύπου ΠΑΣΟΚ-ΝΔ. Ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ οδηγείται προς αυτή την κατεύθυνση και σε αυτό συμβάλλει τόσο η προγραμματική ανυπαρξία όσο και η αποχή από ιδεολογικούς αγώνες. Αν το κράτος δικαίου είναι ένας σημαντικός αγώνας για να τον δώσει ένα αριστερό κόμμα, τότε πράγματι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να απαντήσει. Το αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι προοδευτικό κόμμα ή έχει ενσωματωθεί θα διαφανεί επίσης, από τις θέσεις που θα διακηρύξει στα θεσμικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Όσο σιωπά στην νεοφιλελεύθερη επέλαση της ΝΔ και δεν αντιπαραθέτει τις δικές του θέσεις, τόσο πιο περίεργη γίνεται η στάση του.
Συχνά ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρεται στον νέο ρόλο του δημόσιου χώρου, καθώς η πανδημία αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για τον ρόλο του κράτους. Ωστόσο η πανίσχυρη νεοφιλελεύθερη εξουσία κομμάτων, πολυεθνικών, τραπεζών και πλέον και ακροδεξιών αντιστέκεται με επιτυχία. Για να ανατραπεί αυτή η κατάσταση απαιτείται κάτι περισσότερο από διακηρύξεις.
Πολλές φορές ακούγονται διαμαρτυρίες για τα πρόσωπα. Ότι δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει το κατάλληλο πολιτικό προσωπικό για να κάνει τη διαφορά και να αλλάξει τα δεδομένα. Πρόκειται για μια κατασκευασμένη υπόθεση που έχει συζητηθεί σε όλα τα κόμματα, αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ έχει προσλάβει δραματικό χαρακτήρα. Οι πολιτικοί ηγέτες, οι υπουργοί στα υπουργεία τους, δεν βρίσκουν υποτίθεται το κατάλληλο προσωπικό για να κυβερνήσουν. Και έτσι η διαπλοκή που διαθέτει τα πάντα, συστήνει τους δικούς της ανθρώπους, από Γενικούς Γραμματείς και συμβούλους, μέχρι και υπουργούς. Η συνέχεια είναι γραμμένη στα εκλογικά αποτελέσματα και στους νόμους και στις φωτογραφικές διατάξεις που ψηφίζονται στο κοινοβούλιο,
Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως ήταν τρία στην αντιπολίτευση το 2012-2015. Ήταν 4,5 στην κυβέρνηση και πάλι στην αντιπολίτευση. Όσοι ισχυρίζονται ότι δεν βρίσκουν τα κατάλληλα στελέχη, απλά δεν θέλουν κομματικά στελέχη και κλείνουν το μάτι ήδη προς την κατεύθυνση της διαπλοκής ή στην καλύτερη περίπτωση σε άλλους χώρους πλην του κόμματος, σε τεχνοκράτες και σε πανεπιστημιακούς που αποδεδειγμένα πολλοί από αυτούς απέτυχαν παταγωδώς , είτε απλά εξυπηρετούσαν συμφέροντα.
Αλλά ακόμη και αν δεχθούμε ότι υπάρχουν δυσκολίες, ο ΣΥΡΙΖΑ πέραν των ανθρώπων που βρίσκουμε παντού στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, στα πανεπιστήμια και όχι μόνο, διαθέτει και το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς. Το οποίο αντί να εργάζεται ως δεξαμενή σκέψης, ως ακαδημία στελεχών και ως φυτώριο ανάδειξης στελεχών είναι εντελώς ανύπαρκτο.
Το αποτύπωμά του στην κοινωνία είναι μηδενικό. Η ιδεολογική του επιρροή ανύπαρκτη. Διακρίνεται από μια ελιτίστικη νοοτροπία, αντί να διευρύνει την δράση του ανά την Ελλάδα ιδρύοντας παραρτήματα , με στόχο όχι μόνο να δημιουργήσει πολιτικά δίκτυα , αλλά και να συσπειρώσει επιστήμονες, επιμελητήρια, στελέχη για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και να διαδίδει τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς θα μπορούσε να είναι η κινητήριος ιδεολογική δύναμη, να επεξεργάζεται επί μέρους προγράμματα, να προωθεί στελέχη , να ανακαλύπτει τις νέες τάσεις στις επιστήμες, να ετοιμάζει και να δίνει τις αναλύσεις του για την εξωτερική πολιτική , άμυνας και ασφάλεια στο αρμόδιο τμήμα του κόμματος για να αναπτύσσει καθοδηγητική δράση, να τροφοδοτεί το κόμμα με προτάσεις και ιδέες. Το Ινστιτούτο επιδοτείται από το κράτος, όπως και όλα τα αντίστοιχα των άλλων κομμάτων. Κατά συνέπεια υπάρχουν οι πόροι για να εργαστεί και να εμπλακεί με την σύμφωνη γνώμη όλων στην δράση του κόμματος . Αντίθετα σήμερα, θυμίζει γραφειοκρατική υπηρεσία που δεν έχει κανένα σφυγμό, ούτε καν στο κόμμα του. Δεν είναι τυχαία η καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ. Το τι είναι και τι θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να το απαντήσει η ίδια η ηγεσία και τα κομματικά όργανα. Αν δεν το κάνουν τώρα, θα απαντήσει ο λαός στην κάλπη