Του Σωτήρη Σιδέρη
Η απουσία διαλόγου μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας, η αρνητική εξέλιξη που προκλήθηκε από την τουρκολιβυκή συμφωνία εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων, η στρατιωτικοποίηση της τουρκικής πολιτικής , περιπλέκουν ακόμη περισσότερο τα προβλήματα, διατηρούν την ένταση σε υψηλό επίπεδο και προκαλούν αρρυθμίες στην ελληνική εξωτερική πολιτική.
Η πρόταση του καθηγητή Χρήστου Ροζάκη να απαντήσει θετικά η Ελλάδα στην επιστολή της Λιβύης στον ΟΗΕ προκαλεί ανώφελες εσωτερικές εντάσεις που πιέζουν την κυβέρνηση, αλλά αυτό δεν πρέπει να αδρανοποιήσει τη χώρα.
Η κυβέρνηση Σάρατζ απαντώντας στις ελληνικές επικρίσεις για τη τουρκολιβυκή συμφωνία με την επιστολή της στον ΟΗΕ τονίζει ότι δέχεται προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με την Ελλάδα. Θέση του κ. Ροζάκη είναι ότι η Αθήνα πρέπει να απαντήσει θετικά, όχι μόνο γιατί θα επιλύσει μια σημαντική διαφορά με την Τρίπολη που διαρκεί πολλά χρόνια , αλλά παράλληλα θα ακυρώσει σε μεγάλο βαθμό την συμφωνία Τρίπολης –Άγκυρας και θα «επιστραφεί» κατά κάποιο τρόπο μια μεγάλη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου στη χώρα μας προς αξιοποίηση.
Αλλά πάνω από όλα, ενδεχόμενη συμφωνία με την Λιβύη θα δώσει ισχυρή ώθηση στην σταθερότητα στην εύθραστη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Για να φθάσουμε όμως εκεί, θα απαιτηθεί να γίνουν πολλά πράγματα νωρίτερα, που είναι σημαντικά για πολλές χώρες και όχι μόνο για την Ελλάδα και την Λιβύη.
Σύμφωνα με τον Έλληνα καθηγητή, το αντικείμενο της προσφυγής θα είναι η νομιμότητα ή όχι του τουρκολιβυκού μνημονίου από πλευράς Διεθνούς Δικαίου, δηλαδή κατά πόσον η οριοθέτηση που περιλαμβάνει είναι νόμιμη από τη στιγμή που περικλείει τμήματα ελληνικής υφαλοκρηπίδας σε θαλάσσιες περιοχές που δικαιωματικά ανήκουν στην Ελλάδα. Με το ερώτημα αυτό η Ελλάδα προσδοκά ότι το Διεθνές Δικαστήριο θα κηρύξει παράνομη τη συμφωνία και παράλληλα θα λύσει και το πρόβλημα της ακριβούς επήρειας των ελληνικών νησιών που εμπλέκονται στην οριοθέτηση. Είναι μια λύση, τονίζει ο κ. Ροζάκης, όχι ιδανική, αλλά που κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες είναι η μόνη, κατά τα φαινόμενα, εφικτή.
Ας σημειωθεί ότι την ίδια πρόταση έχει καταθέσει ο κ. Ροζάκης και στον ίδιο τον πρωθυπουργό. Παρά τις πολλές συσκέψεις που έχουν γίνει, η κυβέρνηση αδυνατεί ή είναι ιδιαίτερα επιφυλακτική να αποφασίσει. Υπάρχει για παράδειγμα προβληματισμός, για το αν η Ελλάδα πρέπει να κλείσει το κεφάλαιο της Ανατολικής Μεσογείου χωριστά από το Αιγαίο. Δηλαδή να αφήσει στην άκρη τις διαφορές με την Άγκυρα στο Αιγαίο και να προχωρήσει σε διευθέτηση με την Λιβύη και στην συνέχεια, αν αυτό είναι εφικτό και με την Τουρκία και την Αίγυπτο. Υπό μία οπτική θα μπορούσαν να συζητήσουν όλες μαζί αυτές οι χώρες, αλλά προς το παρόν αυτό φαντάζει απίθανο ή πολύ δύσκολο. Η Τουρκία δεν πρόκειται να κάνει οτιδήποτε που θα αμφισβητήσει την ίδια της την υπογραφή με την Λιβύη και η Αίγυπτος απλά θα ανακουφιστεί από μια προσφυγή Ελλάδας –Λιβύης στο Δικαστήριο.
Αναγκαία η ιεράρχηση
Κατά συνέπεια, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να ιεραρχήσει τις προτεραιότητές της και να αποφασίσει τι είδους πρωτοβουλίες θα αναλάβει και μάλιστα σύντομα, καθώς έχει αποδειχθεί ότι κάθε ευκαιρία που χάνεται εμφανίζεται πάλι στο προσκήνιο αργότερα ως μεγαλύτερο πρόβλημα. Δηλαδή από κάπου πρέπει να αρχίσει. Το πρόβλημα θα ήταν πράγματι μεγάλο, αν η Ελλάδα αποδέχονταν προσφυγή στη Χάγη με την Τουρκία, μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς μια τέτοια επιλογή θα ήταν λάθος , θα άφηνε επικίνδυνη εκκρεμότητα στο Αιγαίο όπου η Τουρκία θα επανέρχονταν πιο επιθετική. Αν λοιπόν είναι εφικτό η Ελλάδα να οριοθετήσει τις θαλάσσιες ζώνες με την Λιβύη μέσω προσφυγής στη Χάγη, από πολλούς θεωρείται η σωστή κίνηση. Για το Αιγαίο είναι προφανές ότι η Ελλάδα δεν θα δεχθεί να μεταφερθούν οι γκρίζες ζώνες στη Χάγη, ούτε να θέσει υπό την κρίση του Δικαστηρίου ζητήματα εθνικής κυριαρχίας . Άλλο πράγμα μια προσφυγή στο Δικαστήριο με την Λιβύη, άλλο πράγμα μια προσφυγή με την Τουρκία.
Την αντίδραση της Τουρκίας στο ενδεχόμενο αυτό δεν την γνωρίζουμε. Υπάρχει σε κάποιους κύκλους η υποψία όμως, ότι η απάντηση της διοίκησης Σάρατζ στον ΟΗΕ δεν έγινε εν αγνοία της Άγκυρας. Αλλά ακόμη και αν ο Σάρατζ αρνηθεί στην συνέχεια την προσφυγή, η Ελλάδα μπορεί να προσφύγει μονομερώς καθώς η Λιβύη έχει ήδη αναγνωρίσει την δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Οι φωνές που ήδη υψώνονται στη χώρα κατά προσφυγής στη Χάγη που μάλιστα συνοδεύονται από αθλιότητες κατά του Χρ. Ροζάκη θα πρέπει να αγνοηθούν. Οι φωνές αυτές επί 40 και πλέον χρόνια έχουν διαμορφώσει ένα κλίμα ιδιαίτερα δυσάρεστο για όσους χειρίζονται ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, έχουν ήδη επιδράσει αρνητικά στην υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων. Είτε επρόκειτο για το μακεδονικό, είτε για το κυπριακό, είτε για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις εστίες ενός αγοραίου εθνικισμού αποδοκιμάζουν ως κύμβαλα αλαλάζοντα κάθε προσπάθεια που γίνεται να λύσει η χώρα τα προβλήματά της. Αυτοχαρακτηρίζονται πατριώτες , αλλά κανένας σοβαρός πατριώτης δεν αποδοκιμάζει τον διάλογο. Ισχυρίζονται ότι υπερασπίζονται ιερά και όσια της φυλής , αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουν καταθέσει ποτέ μια διαφορετική πρόταση και κάνουν πιο ευάλωτη τη χώρα σε διχασμούς και αγκυλώσεις.
Το όχι σε όλα ούτε εξωτερική πολιτική, ούτε πατριωτική πολιτική ήταν ποτέ. Ήταν λάθος . Και αυτά τα λάθη αυξάνονται και πληθύνονται και η Ελλάδα αδυνατεί να αναπτυχθεί όσο δεν επιλύει τα προβλήματά της.