Εγκληματίες», «παράφρονες» και «μωροί μέχρι κτηνωδίας» ήταν μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που εισέπραξαν οι δύο Έλληνες σπουδαστές που την 31 Μαϊου 1941 βρήκαν το θάρρος να κατεβάσουν τη ναζιστική σημαία από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης. Ήταν η περίοδος που η ελληνική δημοσιογραφία συμβιβάστηκε με τον ναζισμό.
Φαίνεται πως τον Μάιο του 1941, η δυσάρεστη είδηση της πτώσης της Κρήτης από τις γερμανικές δυνάμεις κινητοποίησε τους δύο τότε σπουδαστές Μανόλη Γλέζο και Απόστολο Σάντα ώστε να καταφέρουν την πρώτη αντιστασιακή δράση κατά την Κατοχή. Δίχως να γίνουν αντιληπτοί από τους φρουρούς, το ίδιο βράδυ πήδηξαν τα σύρματα, σύρθηκαν ως τη σπηλιά του Πανδρόσειου Άντρου και σκαρφάλωσαν από τις σκαλωσιές των αρχαιολόγων στην Ακρόπολη.
Ταχύτατα, κατέβασαν τη διαστάσεων 4x2 ναζιστική σημαία από τον ιστό και την πήραν μαζί τους. Στη θέση της τοποθέτησαν -ξανά- την ελληνική σημαία. Ωστόσο, η πράξη λοιδορήθηκε από τον -υπό γερμανικό έλεγχο- ελληνικό Τύπο.
Στο ρεπορτάζ τους τα Αθηναϊκά Νέα ανέφεραν πως ο υπουργός Δικαιοσύνης Λιβιεράτος έδωσε εντολή στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών Αθηνών Μικρουλέα να μεταβεί στο σημείο για να κάνει «αυτοψία σχετικά με την γενομένην αντεθνικήν πράξιν της υπεξαιρέσεως της σημαίας, η οποία κυματίζει επί του Ιερού βράχου».
Ο Πρωϊνός Τύπος στο πρωτοσέλιδο του χαρακτήριζε «μωρούς μέχρι κτηνωδίας» και «υπηρέτας αλλοτρίων συμφερόντων» τους άγνωστους τότε σαμποτέρ, και την πράξη τους «αξιοθρήνητον πρόκλησιν»! Η εφημερδία μάλιστα υποστήριζε ότι ο ελληνικός λαός δεν είναι τυφλός και το γεγονός ότι τρώει ψωμί το όφειλε στους Γερμανούς! «Έλληνες κινδυνεύομεν!» έγραφε και ουσιαστικά απειλούσε: «Τα παιδιά μας, αι οικογένειαί μας, ημείς όλοι, αλλά ίσως και ο τόπος, θα πληρώσωμεν ακριβά τας εγκληματικάς αυτάς μωρίας».
Στο φύλλο της 1 Ιουνίου 1941 η Καθημερινή επικροτούσε την τιμωρητική διαδικασία των Γερμανών γράφοντας πως: «Καλώς συνετάγη ο νόμος που τιμωρεί με θάνατο τους Έλληνες υπηκόους όσοι μετέχουν σε πολεμικές εχθροπραξίες κατά των Γερμανών». Η εν λόγω εφημερίδα είχε συμβιβαστεί ήδη με τη νέα κατάαταση γι΄αυτό και λίγες μέρες πριν την ηρωϊκή πράξη των Σάντα-Γλέζου έγραφε: «Δεν το γράφομεν εκ λόγων κολακείας, αλλά διότι είναι γενική εντύπωσις: Οι Γερμανοί στρατιώται, όσοι εκυκλοφόρησαν κατά τας ημέρας αυτάς εις την πόλιν, υπήρξαν όλοι υποδείγματα ευπρέπειας και ευγενείας...».
Η Βραδυνή έβγαλε παράφρονες τους νεαρούς αντιστασιακούς και μιλούσε για τον αγκυλωτό σταυρό που τον καλύπτουν δάφνες δόξας στα πολυάριθμα πεδία των μαχών! «Δεν είναι δυνατόν να ήσαν άνθρωποι με σώας τας φρένας αυτοί που υπεξήρεσαν, εν ώρα νυκτός, την Γερμανικήν Σημαίαν, η οποία εκυμάτιζεν επί της Ακροπόλεως, παραπλεύρως της εθνικής μας σημαίας. Πάντως δεν είναι δυνατόν να ήσαν Ελληνες που αγαπούν το ´Εθνος των. Διότι μόνο παράφρονες ή όργανα ξένης προπαγάνδας ημπορούσαν να διαπράξουν μιαν τόσον επαίσχυντον, αλλά και τόσον επικίνδυνον, ως προς τας συνεπείας της πράξιν.
»Είνε βεβαίως περιττόν να τονισθή ότι ο ελληνικός λαός εν τω συνόλω του, θλίβεται ειλικρινώς διά τας παράφρονας αυτάς πράξεις ελαχίστων και μεμονωμένων ατόμων, των οποίων, άλλως τε είνε άγνωστος εισέτι η προέλευσις, και τας αποδοκιμάζει με αποτροπιασμόν και αγανάκτησιν. Οπως ο νικηφόρος και πανίσχυρος Γερμανικός στρατός ανεγνώρισεν ανεπιφυλάκτως την ανδρείαν του μικρού, αλλά δοξασμένου εθνικού μας στρατού και συμπεριφέρθη προς το έθνος και τον στρατόν μας κατά τρόπον εξαιρετικώς γενναιόφρονα και ιπποτικόν - έτσι και ο ελληνικός λαός γνωρίζει να τιμά την σημαίαν ενός τόσο ιπποτικού αντιπάλου, ενός τόσο ένδοξουν και ακαταμάχητου στρατού, όπως ο Γερμανικός».
»Την σημαίαν με τον αγκυλωτόν σταυρόν καλύπτουν ήδη πολλαί δάφναι δόξης εις τα πολυάριθμα πεδία των μαχών, και ουδείς είνε δυνατόν ν’ αρνηθή εις αυτήν την προσήκουσαν τιμήν και τον ειλικρινή σεβασμόν. Το Ελληνικόν Εθνος υπεδέχθη την σημαίαν του Νέου Ράιχ που δημιούργησεν η μεγαλοφυής διάνοια του Αδόλφου Χίτλερ, ως την σημαίαν ενός υπό πάσαν έποψιν μεγάλου και ανέκαθεν φίλου προς την Ελλάδαν λαού, ως εν σύμβολον αποκαταστάσεως μια ειρηνικής περιόδου, ως εν σύμβολον δικαιοσύνης, ευνομίας και πολιτισμού. Και είνε βέβαιον ότι, αν οι δράσται του εγκλήματος της Ακροπόλεως περιήρχοντο εις χείρας του Ελληνικού λαού, θα ελυντσάροντο από αυτόν τον ίδιον ως εχθροί της πατρίδας μας.
»Εκείνοι, λοιπόν, που δεν σέβονται το σύμβολον αυτό της φιλίας και συνεργασίας μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας επάνω εις τον ιερόν βράχον της Ακροπόλεως, εκείνοι που έθεσαν βέβηλον χείρα επί της σημαίας ενός τόσο γενναιόφρονος και ιπποτικού κράτους, ή δεν έχουν σώας τας φρένας ή είνε εχθροί της ίδιας της πατρίδος».
H εφημερίδα Ακρόπολις μίλησε για «ανοήτους» πράξεις ενώ χαρακτήρισε την πράξη ως «θλιβερόν συμβάν» δημοσιεύοντας και την ανακοίνωση των κατοχικών δυνάμεων .
Αναδημοσίευση από TVXS