Η χώρα βρίσκεται στην δίνη των σκανδάλων, της σκανδαλολογίας και της διαπλοκής πολλά χρόνια τώρα. Οι καλύτερες μέρες που γνώρισε η δημοκρατία, (και αυτές είναι σίγουρα μετά το 1974), συνοδεύονται δυστυχώς, από μεγάλες υποθέσεις σκανδάλων. Σκανδάλων σίγουρα υπαρκτών, μικρότερων ή μεγαλύτερων. Και ένα απ αυτά, ίσως το καθοριστικότερο, είναι η παράδοση του μονοπωλίου της ενημέρωσης σε πολύ συγκεκριμένους επιχειρηματικούς ομίλους. Κάθε φορά που αισθάνθηκε απειλούμενο αυτό το ιδιόμορφο «μονοπώλιο», η χώρα πλήρωνε μεγάλο τίμημα και οι κυβερνήσεις ακόμα μεγαλύτερο. Και αυτό σκάει μύτη και τώρα. Ορισμένοι προτιμούν να διαλυθεί η χώρα, να καταστραφούν ολοσχερώς οι Τράπεζες, αρκεί να μην χαθεί ότι έχει περισσέψει από την εξουσία τους.
Δεν υπάρχουν φυσικά αθώοι ή δίκαιοι από τη μια μεριά και ένοχοι ή διαπλεκόμενοι από την άλλη. Η αληθινή πολιτική και επιχειρηματική ζωή, δεν περιλαμβάνει τόσο καθαρές έννοιες. Συνήθως υπάρχουν αντίπαλοι με τα πλεονεκτήματα τους και τις αδυναμίες ή τα λάθη τους που ανταγωνίζονται για την εξουσία. Φάνηκε αυτό και το 1989, φάνηκε και το 1999 (σε μια ιστορία που παρ΄ ολίγο να εξελεγχθεί σε μεγάλη μάχη) φάνηκε και το 2006 με τον βασικό μέτοχο. Ο πολιτικός κόσμος της χώρας, έχει αντιληφθεί προ πολλού, πως «έχει δέσει τον εαυτό του χειροπόδαρα παραδίδοντας οικειοθελώς τα κλειδιά στο μονοπώλιο της ενημέρωσης». Μόνο που πάντα δίσταζε να εγκαταλείψει την ομηρία του. Άλλωστε κάποιοι λίγοι, ήταν ασφαλείς δίπλα ή και μέσα σ αυτό το ιδιόμορφο μονοπώλιο της ενημέρωσης, γι αυτό και ήταν οι μεγαλύτεροι πολέμιοι κάθε πραγματικής αλλαγής σ αυτή την σχέση πολιτικής- εκδοτών-καναλαρχών. Αν και η χρεοκοπία του 2010 άλλαξε τις ισορροπίες και τις πραγματικότητες, η μάχη για τον έλεγχο της ενημέρωσης συνεχίζεται με αμείωτη ένταση.
Μάχη εκ των προτέρων χαμένη
Προς το τέλος της δεκαετίας του ΄80, ο ανερχόμενος τότε τραπεζίτης, επιχειρηματίας κα, Γιώργος Κοσκωτάς, έγινε και εκδότης. Η απόφαση του αυτή σηματοδότησε την αρχή του τέλους του. Μπορεί ο Κοσκωτάς να μην πετύχαινε έτσι και αλλιώς, σίγουρα όμως η συμπάθεια της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ προς τον νέο εκδότη, έφερε όλους τους άλλους εκδότες απέναντι στην έτσι κι αλλιώς καταρρέουσα κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου. Όλες οι αδυναμίες, όλα τα λάθη , όλα τα σκάνδαλα βγήκαν στη φόρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλοι οι παραδοσιακοί και ισχυροί εκδότες της εποχής ήταν μάρτυρες κατηγορίας στην δίκη Κοσκωτά όπως και στις δίκες υπουργών της κυβέρνησης του Α. Παπανδρέου.
Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα εκείνης της διαμάχης ήταν η ισχυροποίηση των εκδοτών που απέκτησαν πλέον και το όπλο της ιδιωτικής τηλεόρασης. Το ΠΑΣΟΚ μαζί με την ΝΔ και την Αριστερά, έδωσαν ακόμα μεγαλύτερη δύναμη στους κατέχοντες ΜΜΕ. Και η δύναμη αυτή, διατηρείται έως σήμερα.
Το 1999, ένας εκ των ισχυρότερων επιχειρηματιών της χώρας, ο Σ. Κόκκαλης έδειξε την διάθεση του να ενδυναμώσει τη θέση του στο σύστημα της ενημέρωσης δημιουργώντας δικό του τηλεοπτικό σταθμό. Ακολούθησε αναταραχή, αλλά ο κ. Κόκκαλης τελικώς δεν υλοποίησε την «απειλή του», εγκαταλείποντας το αρχικό του σχέδιο.
Στο διάστημα αυτό, η γρήγορη επιχειρηματική ανάπτυξη στον χώρο της Ενημέρωσης είχε συνδεθεί εκ των πραγμάτων με την γενικότερη μπίζνα που έτρεχε σ όλη την Ελλάδα και σ όλους τους κλάδους. Η ΦΟΥΣΚΑ που εμφανιζότανε στους άλλους κλάδους εμφανιζότανε και στα ΜΜΕ. Τα εύκολα χρήματα μέσω χρηματιστηρίου και μέσω προγραμμάτων, προκάλεσαν επενδύσεις βιτρίνας, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να είναι βιώσιμες.
Στήθηκαν πιεστήρια στον νότο και στο βορά, τα οποία είχαν δυνατότητα να τυπώσουν όλο το χαρτί των Βαλκανίων. Πόσο βιώσιμα θα μπορούσαν να είναι αυτά τα πιεστήρια σε μια χώρα 10 εκατ. κατοίκων; Το ερώτημα δεν απασχολούσε τους επενδυτές, οι οποίοι εκείνη την ώρα αντλούσαν λεφτά και δύναμη.
Το τρελό πάρτι έφερε συγκεντροποίηση εξουσίας με δύο τρόπους:
1. Οι μεγάλοι και ισχυροί του χώρου έγιναν ακόμα ισχυρότεροι. Είχαν στα χέρια τους από περιοδικά και εφημερίδες έως τηλεοράσεις και ραδιόφωνα αλλά και διαφημιστικές εταιρίες, εταιρίες παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων, εταιρίες δημοσκοπήσεων, πιεστήρια και Πρακτορείο Διακίνησης του Τύπου. Ολ΄ αυτά μάλιστα συνδεδεμένα και αλληλοεξαρτώμενα από τις Τράπεζες οι οποίες επίσης ζούσαν τη δική τους άνοιξη. Όσα συνέβησαν στον χώρο των ΜΜΕ στην δυτική Ευρώπη από το 1960 έως το 1985, στην Ελλάδα συνέβησαν μέσα σε 10 χρόνια, 1990-2000.
2. Οι μεγάλοι και ισχυροί είχαν ακόμα μεγαλύτερη επιρροή στην πολιτική εξουσία. Αν και μεγάλωσαν πατώντας πάνω σε πολιτικές αποφάσεις και σε απόλυτη συνεργασία –σε ορισμένες περιπτώσεις- με την κυβέρνηση Σημίτη, γρήγορα έγιναν οι επικυρίαρχοι, επιβάλλοντας του όρους τους, στους πολιτικούς.
Ο βασικός μέτοχος
Το 2006, η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή αποφάσισε ένα δειλό βήμα, σε μια προσπάθεια αλλαγής των ισορροπιών. Ο περίφημος βασικός μέτοχος, αν και πρακτικά θα άλλαζε λίγο τις ισορροπίες, συνάντησε λυσσαλέα αντίσταση. Βγήκαν και πάλι στην επιφάνεια όλα τα σκάνδαλα, αποκαλύφθηκε κάθε αδύναμη η φαύλη πτυχή της διακυβέρνησης Καραμανλή. Ο πόλεμος ήταν και πάλι «τυφλός». Υπήρχε πλήρης αδιαφορία για τις συνέπειες στο τραπεζικό σύστημα, στον επιχειρηματικό κόσμο στην τύχη της χώρας. Το τσουνάμι της κρίσης είχε φανεί, όλοι γνώριζαν ότι μετά και την Ολυμπιάδα, η φούσκα της κρατικοδίαιτης οικονομίας θα σκάσει. Όμως ο πόλεμος για την εξουσία που συμβόλιζε το «μονοπώλιο» της ενημέρωσης, ήταν ο υπέρ πάντων αγώνας. Το ένα σκάνδαλο έφερνε το άλλο, κάθε αποκάλυψη δημιουργούσε ένα νέο κύκλο αποκαλύψεων, καταγγελιών και τριβών. Το κόστος ανέβαινε, όμως οι ισχυροί αισθανότανε ακόμα ισχυρότεροι, πόσο μάλλον που έβλεπαν την πολιτική εξουσία να αιμορραγεί.
Είχε αρχίζει να αιμορραγεί και η χώρα…
Οι άδειες
Η κρίση άλλαξε τα πάντα ανεπιστρεπτί, έπληξε τους πολλούς με τρόπο ανεπανόρθωτο. Όμως τόσο οι πολιτικοί όσοι και οι κρατούντες στον χώρο της ενημέρωσης, έδειξαν ότι αυτούς δεν τους αφορά. Για να έρθει και η πολιτική ανατροπή του 2015, ως αποτέλεσμα της κρίσης, της οικονομικής παράδοσης (μνημόνια) αλλά και της μυωπικής συμπεριφοράς σε ότι αφορά την θεσμική και πολιτική εξουσία. Όσα αφορούν τους κρατούντες θεωρούν ότι είναι γραμμένα στις πλάκες του Μωυσή (ιδίως όσοι νομίζουν ότι είναι ο Μωυσής), άρα δεν αλλάζουν. Κι όμως έχουν αλλάξει!
Η προσπάθεια της κυβέρνησης Τσίπρα να βάλλει τάξη (ή να αλλάξει τις ισορροπίες) στον χώρο των ΜΜΕ, είναι θεμιτή και επιβεβλημένη. Αν από κάτι κινδυνεύει, είναι η υποτίμηση των …λεπτομερειών, (αριθμός αδειών, διαδικασία, πόθεν έσχες).
Ο πόλεμος ήταν δεδομένος και το ήξερε και η κυβέρνηση. Με κάθε κόστος, με κάθε μέσον, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, επαναλαμβάνονται σαν καρικατούρα όσα ζήσαμε τις προηγούμενες δεκαετίες. Όλοι οι πρωταγωνιστές είναι παρόντες. Πολιτικά κόμματα, πολιτικοί (ακόμα και αν ομολογούν ότι έπρεπε να είχαν δράσει προ πολλού), επιχειρηματίες, τραπεζίτες, η Τράπεζα της Ελλάδας, καναλάρχες ή υπερθεματιστές, όλοι και όλα, στη μάχη για την ….ενημέρωση του λαού!
Όλα τα λάθη, όλες οι αδυναμίες, πολιτικές ή προσωπικές, θα βγουν στη φόρα. Η χώρα θα ξεβρακωθεί για μία ακόμα φορά για μια …τηλεοπτική άδεια.
Η προσπάθεια της κυβέρνησης θα φέρει την Άνοιξη στην ενημέρωση; Δεν είναι θέμα καλών πολιτικών και κακών καναλαρχών. Το ζήτημα είναι ότι πρέπει να αποκατασταθεί η σχέση Πολιτείας-πολιτών, Πολιτείας -ΜΜΕ. Δεν μπορεί κάποιος επειδή είναι εκδότης να απαιτεί να μην γίνεται διαγωνισμός συχνοτήτων επί 27 χρόνια. Και αυτό να το δέχεται το πολιτικό σύστημα. Είναι οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης που και πάλι εμποδίζουν την αποκατάσταση των ισορροπίας αν και έχουν την εμπειρία. Και αυτό αφορά πρωτίστως τους νεοδημοκράτες.
Λύσεις πάντα μπορεί να βρεθούν, αρκεί να θέλουν. Προτιμούν όμως να θέσουν σε κίνδυνο το γονατισμένο τραπεζικό σύστημα (άρα και τον επιχειρηματικό κόσμο, δηλαδή τους εαυτούς τους), να βγουν στη φόρα όλα τα δάνεια που είναι μόνο αμαρτωλά, για μια άδεια… «αδειανή», που από δω και μπρος δεν θα φέρνει εξουσία.
Μοιραίοι, θα εμφανιστούν για μια φορά ακόμα ξεβράκωτοι!
Σημ: δημοσιεύτηκε στα "Επίκαιρα" απο Σπύρο Σουρμελίδη