Η χώρα έχει Σύνταγμα , το οποίο μάλιστα αναθεωρήθηκε δυο φορές (1986, 2001) μέσα σε 30 χρόνια. Το Σύνταγμα του 1975, σηματοδότησε το πέρασμα σε μια ανοικτή και πλήρη δημοκρατία, αφήνοντας πίσω την Βασιλεία και κάθε σημάδι απολυταρχικής εξουσίας. Ήρθε ή ώρα για μια ακόμα Αναθεώρηση; Ο Αλέξης Τσίπρας και όχι μόνο αυτός, δηλώνει πως ήρθε η ώρα ενός μεγάλου μετασχηματισμού, του κράτους και του ίδιου του πολιτικού συστήματος,. Ήρθε η ώρα για θεσμικές αλλαγές οι οποίες θα εδραιώσουν την πορεία προς την ανάπτυξη αλλά και μια διαφορετική Ελλάδα από αυτήν που βάλτωσε. Ανακοινώνει λοιπόν διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος και αλλαγής του εκλογικού νόμου.
Την ανάγκη αλλαγών που θα αποτυπωθούν και με συνταγματικές αλλαγές, έλεγαν ή το ψιθύριζαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, ή καλύτερα το πολιτικό προσωπικό που χρεοκόπησε τη χώρα, το πολιτικό σύστημα που δεν κατόρθωσε να την βγάλει από την έρημο. Μόνο που κάθε φορά που υπήρχε η ευκαιρία για μια ριζική αλλαγή, όλοι μαζί φρόντιζαν να φρενάρουν την ριζοσπαστική αλλαγή. Κι αυτό για να μην χάσουν την εξουσία τους, για να μην ταρακουνήσουν το οικοδόμημα.
Έφτασαν μάλιστα στο σημείο, με την Αναθεώρηση του 2001, να εξασφαλίσουν την ατιμωρησία για τον εαυτό τους. Την οποία επί 15 χρόνια επικρίνουν μιλώντας για λάθος το οποίο επίσης δεν θέλησαν να διορθώσουν. Ακολουθώντας την ίδια τακτική και έχοντας την ίδια ακριβώς συμπεριφορά, δηλώνουν και σήμερα, πρωτίστως δια του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δικαιούται να κάνει καμμιά θεσμική αλλαγή. Γιατί δεν δικαιούται; Γιατί είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δεν είναι αυτοί, γιατί κινδυνεύουν τα θεμέλια του συστήματος που εκπροσωπούν. Είναι το ίδιο που είπε το ΠΑΣΟΚ το 2006 στον Κώστα Καραμανλή, εμποδίζοντας και τότε την προσπάθεια συνταγματικής αναθεώρησης.
Ήρθε πράγματι η ώρα για μια Αναθεώρηση;
Αν πρόκειται για τροποποιήσεις κάποιων άρθρων δεν έχει σχεδόν καμία σημασία. Αν πρόκειται για αλλαγή εκ θεμελίων τότε ΝΑΙ, ήρθε η ώρα για μια μεγάλη Συνταγματική Μεταρρύθμιση. Ήρθε η ώρα για μια Συντακτική Βουλή και όχι για μια ακόμα Αναθεωρητική Βουλή. Ήρθε η ώρα για ένα νέο Σύνταγμα, μια εκ θεμελίων αλλαγή, στην οποία θα έχει συμμετοχή η κοινωνία, οι φορείς της, οι πολίτες. Η αλλαγή αυτή θα έχει νόημα αν δεν περιοριστεί στις αντιπαραθέσεις μεταξύ βουλευτών και συνταγματολόγων. Γι αυτό και η παραπομπή σε Δημοψήφισμα του κορυφαίου θέματος (της εκλογής του Προέδρου από το λαό) που θα αλλάξει και τον χαρακτήρα του Πολιτεύματος δεν πρέπει να αποκλειστεί. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντζι, ανακοίνωσε ήδη Δημοψήφισμα τους επόμενους μήνες, για να εγκριθεί η συνταγματική αλλαγή.
Η Ελλάδα δύο φορές μέσα στον προηγούμενο (20ο) αιώνα έχασε την ευκαιρία μιας ριζικής αλλαγής. Η πρώτη ήταν το 1910, με τον Ελευθέριο να μην πάει σε συντακτική συνέλευση (νέο Σύνταγμα, που θα περιόριζε αν δεν καταργούσε την Βασιλεία) στο όνομα της εθνικής ενότητας. Η ενότητα δεν υπήρξε, αντιθέτως ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος, που οδήγησε δυο «κράτη» με τις γνωστές συνέπειες.
Το 1975 με την πτώση της χούντας ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ονόμασε την Βουλή Αναθεωρητική για να μην δοθεί το σύνθημα της ριζικής αλλαγής του Πολιτεύματος. Όμως στην πραγματικότητα κατήργησε το Σύνταγμα του 1952 , το Σύνταγμα του 1975 δεν στήθηκε σύμφωνα με τις επιταγές του προηγούμενου, δεν είχαμε δηλαδή μια αναθεωρητική διαδικασία.
Το Σύνταγμα δεν είναι υπόθεση των συνταγματολόγων
Η κρίση στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα δεν είναι απλώς οικονομική. Εκτός από τις εξωγενείς αιτίες που συνέβαλλαν στην οικονομική κρίση και στην παραγωγική ύφεση, υπάρχουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (ευθύνες) της ίδιας της χώρας και του συστήματος πάνω στο οποίο παράγει και λειτουργεί. Είναι ο πελατειακός χαρακτήρας, είναι η διαπλοκή και διαφθορά που καθορίζουν τις οικονομικές σχέσεις, είναι η γραφειοκρατία που «κρύβει» την ασυδοσία και την ανομία, είναι το βάλτωμα του θεσμικού πλαισίου. Η απαξίωση των θεσμών – αξιών, δεν είναι σύμπτωμα, είναι η βάση πάνω στην οποία έζησε, διογκώθηκε και τράφηκε για πολλές δεκαετίες το κράτος, η κοινωνία , οι παραγωγικές σχέσεις. Αυτό που λέγεται διαφθορά , ήταν και είναι ο «κανόνας», ο άγραφος αλλά και πολλάκις θεσμοθετημένος και νομοθετημένος κανόνας. Οι χιλιάδες τροπολογίες, έφτιαξαν ισχυρούς παράγοντες, που κέρδισαν χρήμα και ισχύ με την συμμετοχή των πολιτικών και κρατικών παραγόντων. Οι πολλοί Νόμοι, οδήγησαν στον κατ επιλογή Νόμο ή στην ανομία. Το κάθε ένα είχε διαφορετική τιμή κάθε φορά (αναλόγως του θέματος) για τον επιχειρηματία, τον πολίτη, τον πολιτικό, τον κρατικό λειτουργό.
Η βάση, το οικοδόμημα και το θεσμικό στέγαστρο έχουν πλέον διαρραγεί, έχουν καταρρεύσει. Αυτό εκφράζεται και με την οικονομική κρίση. Όπως και με το αδιέξοδο στις σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και με την παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα.
Αν όλ αυτά ισχύουν τότε η Συνταγματική αλλαγή μας μάρανε;
Είναι ο μόνος δρόμος για μια συντεταγμένη πορεία –με την συμμετοχή και την επιλογή των πολιτών- προς την νέα κατάσταση. Ο άλλος δρόμος είναι η εμμονή στο οικοδόμημα που δεν υπάρχει πια. Αυτός ο δρόμος οδηγεί σε μια σίγουρη ανεξέλεγκτη έκρηξη ή στην εξαφάνιση.
Το πολιτικό σύστημα στάθηκε ανίκανο να οδηγήσει τη χώρα με συντεταγμένο τρόπο έξω από την «έρημο» σε μια νέα κατάσταση. Θέλησε την διασφάλιση της εξουσίας του με όποιο κόστος γι αυτό και υπέγραψε όλα τα χαρτιά (Μνημόνια κλπ) που του έβαλλαν στο τραπέζι. Συνεχίζει να πιστεύει ότι η διάλυση της μεσαίας τάξης, θα οδηγήσει την κοινωνία πίσω στην «σιγουριά» του συστήματος. Κάνουν και πάλι λάθος.
Ακόμα και να η κυβερνητική πρόταση γίνεται για λόγους καιροσκοπικούς όπως η αντιπολίτευση λέει, είναι υποχρέωση όλων να αξιοποιήσουν την ευκαιρία, να μην την εμποδίσουν, ώστε να προκύψει μια συντεταγμένη πορεία προς το αύριο. Η άρνηση, είναι άρνηση στην αποδοχή της πραγματικότητας που δεν κρύβεται. Το οικοδόμημα που είχαμε δεν το έχουμε πια!
Η συνταγματική αναθεώρηση δεν είναι η λύση, είναι η υπογεγραμμένη απόφαση να πάμε σε μια νέα κατάσταση. Αρκεί να ξέρουμε ποια είναι αυτή και από ποιόν δρόμο πρέπει ή θέλουμε να πάμε.
Η κυβέρνηση παρουσιάζει μια πρόταση που θα περιλαμβάνει αλλαγές σε ότι αφορά τον επανακαθορισμό των εξουσιών, τον νέο τους ρόλο , τον τρόπο εκλογής τους.
Δεν αρκεί μόνο αυτό.
Χρειαζόμαστε επανακαθορισμό του ρόλου και της λειτουργίας του κράτους.
Επανακαθορισμό των σχέσεων πολίτη με το κράτος.
Επανακαθορισμό του διοικείν και του επιχειρείν, του συνεταιρίζεσθαι.
Χρειαζόμαστε απελευθέρωση των δυνάμεων της εργασίας, συγχρόνως δε την προστασία της εργασίας, όχι απλώς της θέσης (όπως συμβαίνει σήμερα).
Χρειαζόμαστε να απελευθερώσουμε τον δημιουργικό άνθρωπο και να ξεχάσουμε τον «διορισμένο άνθρωπο» του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα.
Χρειαζόμαστε να ξαναδούμε τον Πολίτη, τα δικαιώματα του και τις υποχρεώσεις του.
Είναι πολλά, αλλά μόνο έτσι μπορούμε να βρούμε δρόμο και να αποφασίσουμε την συντεταγμένη πορεία προς το αύριο.
Όσοι έχουν κάτι να πουν, είναι η ώρα να το πουν τώρα. Μακάρι να είναι πολλοί.