Προς ραγδαία επιδείνωση της θέσης της Ελλάδας στην ΕΕ, με σοβαρές επιπτώσεις και στα εθνικά μας συμφέροντα, οδηγούν οι κυβερνητικοί χειρισμοί, ιδιαίτερα του ανύπαρκτου υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά.
Οι κινήσεις που γίνονται στο προσφυγικό μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας με την κυρίαρχη παρουσία της Γερμανίας, οδηγούν τη χώρα μας στο περιθώριο. Οι βελτιωτικές κινήσεις του πρωθυπουργού τις τελευταίες ημέρες, θα κριθούν από το αποτέλεσμα το οποίο πάντως δεν διαγράφεται θετικό στον ορίζοντα, αν η Αθήνα δεν αλλάξει άμεσα πολιτική. Το πρόβλημα ξεκίνησε από την διαπραγμάτευση και την πρώτη συμφωνία μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας ερήμην της Ελλάδας που έθεσε το πλαίσιο της συνεργασίας στο προσφυγικό, ενώ ακολούθησε η Σύνοδος Κορυφής Γερμανίας –Επιτροπής με τις χώρες των δυτικών βαλκανίων και της Ελλάδας. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης, η Τουρκία καλείται να προσπαθήσει να κρατήσει στο έδαφός της πρόσφυγες και μετανάστες και ως αντάλλαγμα θα επιδοτηθεί από την ΕΕ και πέραν των χρημάτων, θα επιταχυνθούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις και θα δρομολογηθεί η άρση της βίζας για τους Τούρκους πολίτες που θέλουν να ταξιδεύσουν στις ευρωπαικές χώρες. Η Τουρκία φυσικά έχει ζητήσει και την στήριξη της ΕΕ για την δημιουργία νεκρής ζώνης στη βόρειο Συρία που ως γνωστόν αποσκοπεί στο να εμποδίσει την δημιουργία κουρδικής κρατικής οντότητας εκεί. Η συμφωνία ΕΕ- Τουρκίας, εδραιώθηκε κατά την επίσκεψη της Μέρκελ στην Άγκυρα, αλλά θεσμοθετημένη απόφαση δεν έχει ληφθεί ακόμη. Η Ελλάδα δεν κατάλαβε καν το σχέδιο του Βερολίνου και εγκλωβίστηκε από τους «εταίρους» στα περί κοινών περιπολιών στο Αιγαίο και στην ρητορική της φύλαξης των συνόρων της Ευρωπαικής Ένωσης. Η Ελλάδα όμως δεν έχει σύνορα με τους πρόσφυγες, αλλά με την Τουρκία. Και εκεί είναι το πρόβλημα. Έτσι, η ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε σχεδόν προ τετελεσμένων, αλλά οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές και η Αθήνα ευρισκόμενη ήδη πολλά βήματα πίσω, προσπαθεί αγωνιωδώς να περισώσει ότι μπορεί.
Η συμφωνία που φαίνεται να προωθείται επίσης, είναι η πραγματοποίηση θεσμοθετημένων τακτικών συνόδων κορυφής ΕΕ –Τουρκίας. Πρόκειται για μια τεράστια παγίδα για την Ελλάδα και προκαλεί ερωτηματικά το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση στηρίζει αυτόν στον στόχο. Η θεσμοθέτηση όμως Συνόδων Κορυφής ΕΕ- Τουρκίας περικλείει πολλούς κινδύνους για τα ελληνικά συμφέροντα, αν η Ελλάδα δεν έχει σχέδιο και συμμάχους, που δεν έχει προς το παρόν τουλάχιστον. Με την θεσμοθέτηση των Συνόδων, η Τουρκία θα γίνει ισότιμος συνομιλητής της ΕΕ, θα βάλει την δική της ατζέντα, θα αναβαθμιστεί στρατηγικά , ενώ τώρα παρακολουθείται στενά στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεων προόδου και ο πολιτικός διάλογος υφίσταται μεν, αλλά σε χαμηλό επίπεδο. Η ΕΕ πραγματοποιεί Συνόδους Κορυφής παγκόσμιους οργανισμούς , είχε και με την Ρωσία που πλέον δεν γίνονται, αλλά ποτέ με μεμονωμένα περιφερειακά κράτη. Θα πρόκειται για άμεση αναβάθμιση του ρόλου της Άγκυρας. Αυτό σημαίνει ότι η κοινοτικοποίηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων που επιχείρησε η Ελλάδα εδώ και πολλά χρόνια φθάνει στο τέλος της , καθώς όλα δείχνουν ότι η Τουρκία θα έχει το δικό της πολιτικό κεφάλαιο εντός των ευρωπαικών θεσμών και κυρίως θα είναι σε θέση να αποκρούει τις ελληνικές αιτιάσεις για την στάση της στο Αιγαίο, την επιθετικότητά της , ενώ διατηρεί την απειλή πολέμου κατά της χώρας μας , αμφισβητεί κυριαρχικά δικαιώματα και γενικότερα έχει αναθεωρητική στάση. Θέματα για τα οποία ούτως ή άλλως δεν βρίσκονται καν στην ατζέντα της ΕΕ, δυστυχώς. Σημειώνεται ότι η Τουρκία με την θεσμοθέτηση των Συνόδων Κορυφής όχι μόνο απενοχοποιείται πλήρως ως προς την επιθετικότητά της έναντι της Ελλάδας, αλλά και έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποία αρνείται να αναγνωρίσει . Και αντί να πιεστεί η Άγκυρα να συμμορφωθεί με κανόνες, θεσμούς και αποφάσεις, με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, πιέζονται η Ελλάδα και η Λευκωσία! Πρωτοφανείς εξελίξεις… Σε δηλώσεις του ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει τονίσει ότι θα μεταβεί στην Άγκυρα στις 18 Νοεμβρίου εκ μέρους της ΕΕ. Ωστόσο κανένας αξιωματούχος της ΕΕ δεν επιβεβαίωσε τη θέση αυτή, γιατί είναι φανερό ότι υπάρχει σοβαρή διάσταση απόψεων μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ ως προς τον ρόλο της Τουρκίας , κατά συνέπεια οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο δεν επιθυμούν να έχει ευρωπαική κάλυψη η επίσκεψη του πρωθυπουργού. Όχι μόνο αυτό, αλλά το Βερολίνο φρόντισε να «αδειάσει» τον κ. Τσίπρα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ, σε δηλώσεις του την Παρασκευή 13 Νοεμβρίου, τόνισε την ανάγκη να δημιουργηθούν το ταχύτερο δυνατό τα κέντρα υποδοχής προσφύγων (hotspots) στην Ελλάδα και την Ιταλία, ενώ, αναφερόμενος στην ελληνική πρόταση για εγκατάσταση hotspots στην Τουρκία, σημείωσε ότι θα πρέπει να γίνει διαπραγμάτευση με την Άγκυρα «και όχι διμερώς μεταξύ των Ευρωπαίων».
Ο Ζάιμπερτ, με απλά λόγια «απαγορεύει» στον κ. Τσίπρα να θέτει το εν λόγω θέμα στις ευρωπαικές συνόδους ή στη Γερμανία ή να θέτει θέματα σε άλλες χώρες, αλλά και στην Τουρκία, ενώ η κ.Μέρκελ είχε αυτό το δικαίωμα όταν επισκέφθηκε τον κ. Ερντογάν στο γνωστό παλάτι του στην Άγκυρα ή όταν διαπραγματεύεται με τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης ή των δυτικών βαλκανίων. Αποσιωπά κυρίως το γεγονός ότι η Γερμανία πρώτη είναι αυτή που διαπραγματεύθηκε με την Τουρκία ερήμην των άλλων ευρωπαικών χωρών. Ωστόσο ο Ζάιμπερτ αποσιωπά πλήρως τις ευθύνες της Τουρκίας και το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αγνοείται την στιγμή που όλοι την θεωρούν συνοριοφύλακα της Ευρώπης. Είναι αδιανόητο ότι όπως και ο κ. Τσίπρας έχει επισημάνει , η ΕΕ να διαπραγματεύεται με την Τουρκία ερήμην της Ελλάδας και η χώρα μας να έχει άγνοια. Αυτό το θολό σκηνικό πρέπει να ανατραπεί. Οι χώρες της Ευρώπης , η μία μετά την άλλη είτε υψώνουν είτε θα υψώσουν φράχτες στα σύνορά τους για να ελέγξουν τις προσφυγικές ροές ή και να τις σταματήσουν. Οι επόμενες Σύνοδοι Κορυφής θα είναι κρίσιμες για την Ελλάδα. Στις 29 Νοεμβρίου προγραμματίζεται να γίνει η πρώτη Σύνοδος ΕΕ –Τουρκίας μετά θα γίνει η κρίσιμη τακτική Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ στις 9-10 Δεκεμβρίου. Η Γερμανία επιδιώκοντας την αλλαγή του Δουβλίνο ΙΙΙ, θα προσπαθήσει να θεσμοθετήσει και να καταστεί ευρωπαικός νόμος η υποχρέωση της Ελλάδας να κρατά στο έδαφός της απροσδιόριστο αριθμό προσφύγων και μεταναστών, καθώς η συμφωνία περί αναδιανομής φαίνεται ότι ήδη ναυαγεί. Καθώς συνολικά , 15 από τις 28 χώρες έχουν προσφέρει 3500 θέσεις μετεγκατάστασης, έναντι του στόχου των 160.000 που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Είναι λάθος να θεωρούν οι Ευρωπαίοι ότι η Ελλάδα είναι δεδομένη. Ενόψει των Συνόδων αυτών, η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να αποσαφηνίσει ότι αν δεν υπάρξει κοινός παρανομαστής και η Αθήνα δεν συμφωνεί, δεν θα υπάρξει καμία απόφαση. Η Ελλάδα οφείλει να θέσει βέτο στην ύψωση φρακτών, να θέσει βέτο στο άνοιγμα ενταξιακών κεφαλαίων της Τουρκίας, ή να αποσπάσει ισχυρά πολιτικά και διπλωματικά ισοδύναμα για να συναινέσει, σε συνεννόηση φυσικά με την Λευκωσία. Η εικόνα της χώρας να αγνοούνται ή να υποβαθμίζονται σχεδόν επιδεικτικά οι θέσεις της πρέπει να ακυρωθεί. Και να αντικατασταθεί από μια πολιτική απαιτητική έναντι της Τουρκία και διορθωτική όσον αφορά το Μνημόνιο . Όσο όλα αυτά δεν μπαίνουν αποφασιστικά στο τραπέζι το πρόβλημα θα μεγαλώνει και θα είναι μη διαχειρίσιμο με ότι αυτό συνεπάγεται και για τη χώρα και για την κυβέρνηση.