O Aλέξης Τσίπρας ακολουθεί μια συγκεκριμένη επικοινωνιακή τακτική. Χαμηλοί και απολογητικοί τόνοι στην αρχή που συνοδεύονται από το εκβιαστικό δίλημμα της αυτοδυναμίας , έστω και του ισχυρού πρώτου κόμματος, διαφορετικά θα αποχωρήσει και, στην συνέχεια αντεπίθεση και πολυμέτωπη αντιπαράθεση. Την πολυμέτωπη αντιπαράθεση δεν την επέλεξε ο ίδιος, αλλά οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν μετά το τρίτο μνημόνιο και την διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ. Την επέλεξαν οι αντίπαλοί του, σχεδόν συσπειρωμένοι στον στόχο να ηττηθεί ο Τσίπρας.
Ο Ευάγγελος Μειμαράκης ακολουθεί εντελώς αντίθετη τακτική. Μέσω γελοίων δημοσκοπήσεων που κανονικά απαγορεύεται να γίνονται μήνα Αύγουστο διεθνώς, λόγω διακοπών, η ΝΔ υποτίθεται σχεδόν ισοψηφεί με τον ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Μειμαράκης κάνει το θέατρό του διεκδικώντας την πρώτη θέση. Φυσικά δεν μπορούσε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κάνει μια εκστρατεία και να δηλώνει ότι διεκδικεί την δεύτερη θέση. Θα μπορούσε όμως ο μεταβατικός πρόεδρος της ΝΔ να είναι συγκρατημένος, να ξεκινά με μετριοπάθεια και να διεκδικήσει στην τελική ευθεία την ανατροπή. Αυτό θα ήταν πολύ λογικό.
Σε λίγες ημέρες οι κουβέντες επιπέδου λιμανιού που εκτοξεύει ο κ. Μειμαράκης κατά του Τσίπρα θα ξεφουσκώσουν και θα πάρουν την αξία που πραγματικά έχουν. Προς το παρόν ένα λαικό τμήμα της ΝΔ απολαμβάνει τις ατάκες του Μειμαράκη, γελάει ίσως, κάτι πολύ χρήσιμο στις ημέρες μας, αλλά με ανέκδοτα και μαγκιές δεν είναι δυνατό να πιστεύει κάποιος ότι θα διεκδικήσει την εκλογική πρωτοκαθεδρία. Είναι απορίας άξιο ποιοι παγιδεύουν όχι μόνο τον κ. Μειμαράκη , αλλά γενικότερα τους πολιτικούς ηγέτες σε αυτά τα επικοινωνιακά τερτίπια και εκείνοι κυριολεκτικά παραδίδονται. Πρώτα παραδίδονται στους επικοινωνιολόγους και μετά παραδίδουν στον επόμενο πρόεδρο. Η κρισιμότητα της περιόδου απαιτεί προφανώς σοβαρότητα , όραμα , σχέδιο και υψηλού επιπέδου διάλογο. Δυστυχώς , τίποτα από όλα αυτά δεν ισχύει σε αυτή την προεκλογική περίοδο. Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης και η ΛΑΕ, θυμίζουν κάτι από την ναφθαλίνη του ΚΚΕ. Είναι ένα νέο κόμμα, χωρίς κανένα νέο στέλεχος, χωρίς καμία θέση για την επιβίωση μιας χώρας σε εποχή παγκοσμιοποίησης και θεσμοθετημένες κυριαρχίας του κεφαλαίου και των τραπεζών. Ο Λαφαζάνης δεν μπορεί να δώσει καμία λύση στη χώρα, γιατί δεν αναγνωρίζει τα πραγματικά προβλήματα της εποχής και την ισχύ των συσχετισμών. Παραγνωρίζει σκόπιμα τα προβλήματα, σαν να μην υπάρχουν για να δικαιολογήσει τις ριζοσπαστικές θέσεις , δήθεν ανατροπής που μπορεί να κάνει. Ριζοσπαστισμός είναι να κοιτάζει κάποιος την αλήθεια κατάματα και όχι να κλείνει τα μάτια. Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να αναγνωρίσει το πρόβλημα, αλλά κινδυνεύει να ενσωματωθεί στην λογική των δανειστών, που κατέστρεψε τους προηγούμενους πρωθυπουργούς. Κοιτάζω κατάματα την πραγματικότητα δεν σημαίνει ιδεολογικός υπνωτισμός, αλλά αποκάλυψη που μπορεί να οδηγήσει σε νέους δρόμους. Και νέος δρόμος είναι η λίστα που δεν υπάρχει στο Μνημόνιο όπως η Δικαιοσύνη, η παιδεία, η εξωτερική πολιτική , ο πόλεμος στα μεταλλαγμένα και πολλά ακόμη.
Προς το παρόν δεν γνωρίζουμε πόσο πειστικός είναι ο Τσίπρας . Δεν ξέρουμε ούτε το σχέδιό του για τη χώρα , ελπίζουμε να το μάθουμε.
Τα διλλήματα είναι πολλά και όχι ένα. Ο Τσίπρας πρέπει να αντιληφθεί ότι δεν αρκεί να δηλώνει ότι αν δεν έχει ισχυρή εντολή δεν θα είναι πρωθυπουργός. Και ισχυρή εντολή να πάρει, το θέμα είναι τι θα την κάνει. Αν θα την αξιοποιήσει για Δικαιοσύνη, Δημοκρατία, παιδεία, υγεία, αγροτική ανάπτυξη, εξωτερική πολιτική κυριαρχίας και όχι παράδοσης που ακολουθεί τώρα, για να συντρίψει την διαπλοκή, κλπ.
Κατά συνέπεια, αυτό που θα μετρήσει είναι ποιες δεσμεύσεις θα αναλάβει ο Τσίπρας που να είναι πειστικές , ποιες ο Μειμαράκης και ποιες όλοι οι άλλοι.
Χρόνος δεν υπάρχει για κανέναν. Κάθε ημέρα που περνά η χώρα μεγαλώνει τα προβλήματά της. Και του λαού.
Καθαρά λόγια λοιπόν, για να έχει καθαρή εντολή