του Σπύρου Σουρμελίδη 

Η επαναλειτουργία της ΕΡΤ είναι αιτία και αφορμή για μια ακόμα πολιτική αντιπαράθεση. Όσο και αν ακούγεται περίεργο, ίσως είναι εξαιρετικά σημαντική για τις γενικότερες εξελίξεις.

 

Η δημοσιογραφία κατέρρευσε τα τελευταία χρόνια υπό το βάρος της επιχειρηματικής φούσκας στον εκδοτικό κλάδο, και της πολιτικής υπερεκμετάλλευσης των ΜΜΕ από την κυβέρνηση Σημίτη και μετά. Έρμαιο στα χέρια των (επίσης προβληματικών) τραπεζών, η δημοσιογραφία προσπαθεί να επιβιώσει ακολουθώντας τους ίδιους λάθος δρόμους και τρόπους που χρησιμοποίησε και τα χρόνια της «ευμάρειας» και τα χρόνια της χρεοκοπίας. Τι συμβαίνει αυτή την ώρα; Μια νέα κυβέρνηση δηλώνει ότι θέλει να σπάσει το πελατειακό σύστημα στην δημόσια τηλεόραση (οφείλει να το πράξει και να μην είναι μόνο λόγια). Και θέλει επίσης να σπάσει την διαπλοκή στον χώρο των MME, μεταξύ μεγάλων ομίλων (που δεν πληρώνουν), των τραπεζών και της πολιτικής. Η διακήρυξη και μόνο των προθέσεων, προκαλεί αντιδράσεις και επιθέσεις κατά της κυβέρνησης. Η επίθεση του «Ποταμιού» στην κυβέρνηση με αφορμή την επαναλειτουργία της ΕΡΤ, έφερε στην επιφάνεια τις πιο μαύρες σελίδες της δημοσιογραφίας, στις οποίες δυστυχώς μετείχε και ο Στ. Θεοδωράκης, όχι μόνο λόγω των υψηλών αμοιβών του στην παλαιά ΕΡΤ, αλλά και της πολιτικής αντίληψης που στήριξε. Στην εποχή δηλαδή που στήθηκε η φούσκα της οικονομίας (σε όλους τους κλάδους) και της πολιτικής, η οποία και μας οδήγησε στην συνολική χρεοκοπία. Το σπάσιμο αυτής της σχέσης θα αλλάξει ισορροπίες στην πολιτική διακυβέρνηση της χώρας, με θετικές (ελπίζουμε) επιπτώσεις και στην πολιτική αλλά και στην δημοσιογραφία.  Μια δημοσιογραφία που πρέπει να ξαναβρεί την χρησιμότητα της (παράθεση πράξεων και ιδεών) και την ικανότητα της να επιζήσει αυτόνομα χωρίς κρατικό χρήμα. Η δημοσιογραφία του κρατισμού και της διαπλοκής μόνο κακό προσέφερε στην πολιτική και στην κοινωνία. Είναι βεβαίως στοίχημα αν και πως θα επαναχαραχθεί ένας άλλος δρόμος. Αυτή η προσπάθεια σε κάθε περίπτωση, θα επηρεάσει και τις πολιτικές ισορροπίες και τις εξελίξεις. 


Πως φτάσαμε εδώ; 

Το 2011 ήταν η χρόνια που εμφανίστηκε η μεγάλη  κρίση της δημοσιογραφίας, του  Τύπο και γενικώς των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Εκείνη τη χρονιά ο «Ελεύθερος» έκλεισε, όπως το καθημερινό «Βήμα» και η «Απογευματινή», η «Ελευθεροτυπία» αργοπέθαινε αναζητώντας νέα δάνεια, όπως και το «ΑΛΤΕΡ». Οι απολύσεις γινότανε ήδη κατά δεκάδες. 

Η άνοιξη 

Ήταν Μάρτιος του 1999 όταν επανεκδόθηκε το ημερήσιο «Βήμα» ως μία ακόμα κίνηση της ευρωστίας και της συνολικής ισχύος του ΔΟΛ. Ένα χρόνο πριν, ο ισχυρότερος δημοσιογραφικός οργανισμός της χώρας είχε ενταχθεί στο ελληνικό χρηματιστήριο.  Ο ΔΟΛ είχε ήδη μπει στην ηλεκτρονική εποχή, έχοντας στην...διάθεση του την ηλεκτρονική πύλη «in.gr». Η άνοδος του χρηματιστηρίου, έφερε μια δεύτερη «άνοιξη» στα ΜΜΕ της χώρας. Η πρώτη είχε έρθει με την ιδιωτική τηλεόραση και ραδιοφωνία. Η «άνοιξη» του χρηματιστηρίου, έφερε μεγάλα σχέδια και στον χώρο της Μαζικής Ενημέρωσης. Το ένα μετά το άλλο τα εκδοτικά συγκροτήματα έμπαιναν στο Χρηματιστήριο, αντλώντας τεράστια ποσά που έως εκείνη την ώρα δεν τα είχαν ξαναβρεί. Η συνολική πολιτική της κυβέρνησης Σημίτη ευνοούσε τα μεγάλα επιχειρηματικά σχέδια. Ευνοούσε και τα δυνατά εκδοτικά συγκροτήματα, τα οποία θα βοηθούσαν τα σχέδια της ίδιας της κυβέρνησης σε όλους τους τομείς, οικονομικό και πολιτικό. Συγχρόνως τα ευρωπαϊκά προγράμματα (Β και Γ Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης) προσέφεραν μεγάλα πακέτα και στα εκδοτικά συγκροτήματα είτε εμμέσως είτε αμέσως. Στον χώρο της ενημέρωσης είχε ξεκινήσει ένα τρελό πάρτι. Γνωστοί δημοσιογράφοι έγιναν εκδότες, άνθησε και ο χώρος του περιοδικού Τύπου. Ο τρελός χορός έφτασε σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας. Τηλεοπτικά δίκτυα, εφημερίδες και περιοδικά ξεφύτρωναν παντού σαν τα βαμβάκια της Θεσσαλίας. Όλοι απέβλεπαν στο γρήγορο και εύκολο χρήμα που ερχότανε, ανεξαρτήτως της εκδοτικής επιτυχίας. Κάποια στιγμή έπεφτε στο τραπέζι η ερώτηση: Που απευθύνονται όλα αυτά; Σε ποιο αγοραστικό κοινό; Γρήγορα όμως η ερώτηση ξεχνιότανε, έτσι κι αλλιώς δεν είχε απαντηθεί. 

Η απόλυτη συγκεντροποίηση 

Η γρήγορη επιχειρηματική ανάπτυξη στον χώρο της Ενημέρωσης είχε συνδεθεί εκ των πραγμάτων με την γενικότερη μπίζνα που έτρεχε σ όλη την Ελλάδα και σ όλους τους κλάδους. Η ΦΟΥΣΚΑ που εμφανιζότανε στους άλλους κλάδους εμφανιζότανε και στα ΜΜΕ. Τα εύκολα χρήματα μέσω χρηματιστηρίου και μέσω προγραμμάτων, προκάλεσαν επενδύσεις βιτρίνας, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να είναι βιώσιμες. Στήθηκαν πιεστήρια στον νότο και στο βορά , τα οποία είχαν δυνατότητα να τυπώσουν όλο το χαρτί των βαλκανίων, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της τουαλέτας. Πόσο βιώσιμα θα μπορούσαν να είναι αυτά τα πιεστήρια σε μια χώρα 10 εκατ. κατοίκων; Το ερώτημα όμως δεν απασχολούσε τους επενδυτές, οι οποίοι εκείνη την ώρα αντλούσαν λεφτά και δύναμη. Το τρελό πάρτι σε πρώτο επίπεδο έφερνε νέα περιοδικά και εφημερίδες ή τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Έφερνε νέα πιεστήρια, αλλά και περισσότερες διαφημιστικές εταιρίες, εταιρίες παραγωγής προγραμμάτων, έφερε νέα ισορροπία στην διακίνηση του Τύπου και στον καταμερισμό της διαφημιστικής πίτας. Μην ξεχνάμε και τις εταιρίες ερευνών (γκάλοπ) που ήταν επίσης συνδεδεμένες επιχειρηματικά με τα ΜΜΕ. Στην πραγματικότητα όμως έφερε συγκεντροποίηση εξουσίας με δύο τρόπους: 

1. Οι μεγάλοι και ισχυροί του χώρου έγιναν ακόμα ισχυρότεροι. Είχαν στα χέρια τους από περιοδικά και εφημερίδες έως τηλεοράσεις και ραδιόφωνα αλλά και διαφημιστικές εταιρίες, εταιρίες παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων, εταιρίες δημοσκοπήσεων, πιεστήρια και Πρακτορείο Διακίνησης του Τύπου. Ολ αυτά μάλιστα συνδεδεμένα και αλληλοεξαρτώμενα από τις Τράπεζες οι οποίες επίσης ζούσαν τη δική τους άνοιξη. Οι πιο μεγάλοι προμηθευτές του δημοσίου, ήταν και εκδότες. Όσα συνέβησαν στον χώρο των ΜΜΕ στην δυτική Ευρώπη από το 1960 έως το 1985, στην Ελλάδα συνέβησαν μέσα σε 10-15 χρόνια, από το 1990 έως το 2005. 
2. Οι μεγάλοι και ισχυροί είχαν ακόμα μεγαλύτερη επιρροή στην πολιτική εξουσία. Αν και μεγάλωσαν πατώντας πάνω σε πολιτικές αποφάσεις και σε απόλυτη συνεργασία –σε ορισμένες περιπτώσεις- με την κυβέρνηση Σημίτη, γρήγορα έγιναν οι επικυρίαρχοι, επιβάλλοντας τους όρους τους ακόμα και στους πολιτικούς συνεργάτες τους. Ο ίδιος ο Κ. Σημίτης εκβιάστηκε (πολιτικά) σε συγεκριμένες περιπτώσεις.  

Η φίμωση της δημοσιογραφίας 

Η Άνοιξη στα πιεστήρια, τις τηλεοράσεις και τις διαφημιστικές εταιρίες, προκάλεσε την φίμωση της δημοσιογραφίας. Αφού ο στόχος ήταν κοινός (επενδύσεις, χρηματιστήριο, κοινοτικά λεφτά, άντληση κρατικής διαφήμισης), η αντιπολιτευτική διάθεση μειώθηκε στο ελάχιστο. Ο κριτικός λόγος εμφανιζότανε κατά περίπτωση και για επιμέρους μικρά θέματα ή για συγκεκριμένα πρόσωπα την συγκεκριμένη ώρα. Η πολιτική έδωσε τη θέση της στην παραπολιτική, η ελευθερία του λόγου υποχώρησε μπροστά στο θράσος του κενού λόγου.  Οι δημοσιογράφοι έπαθαν αυτό που έπαθαν οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι από την δεκαετία του ‘80 (‘85-‘95). Το προϊόν που σερβιριζότανε δεν είχε καμία σχέση ούτε με την τέχνη ούτε με την διανόηση. Οι εταιρίες παραγωγής τέχνης –διασκέδασης, ήταν ο ισχυρός παράγοντας και όχι ο συνθέτης ή ο στιχουργός. Τα κοινοτικά προγράμματα καθόρισαν τις ισορροπίες εξουσίας στο πανεπιστήμιο και όχι ο ερευνητής ή ο προβληματιζόμενος καθηγητής. Το δημοσιογραφικό προϊόν άλλαξε γρήγορα στις αρχές της δεκαετίας του 90 και ξανάλεξε πολύ γρήγορα στα τέλη της ίδιας δεκαετίας. Οι δημοσιογράφοι που επικράτησαν έπρεπε να έχουν περισσότερο σχέση με δημόσιες σχέσεις παρά με την δημοσιογραφία. Το κλίμα αυτό ευνοήθηκε και από μια παλιά συνήθεια, αποτέλεσμα του κρατικοδίαιτου χαρακτήρα της ενημέρωσης και των πελατειακών σχέσεων. Στην Ελλάδα ο κανόνας επέτρεπε και επιτρέπει, ο δημοσιογράφος να μπορεί να είναι συγχρόνως και συνεργάτης υπουργών, βουλευτών , πολιτικών κομμάτων, εταιριών, τραπεζών, δημάρχων ή και γιατρών. Το πρωί βρίσκεται σ ένα γραφείο Τύπου και το απογευματάκι ντύνεται τη στολή της αντικειμενικής πληροφόρησης και της κριτικής. Πόσο μπορεί να κρίνει το απόγευμα, το Δελτίο Τύπου, που ο ίδιος έγραψε το πρωί; Πόσο μπορεί να επικρίνει τον υπουργό το απόγευμα, για χάρη του οποίου, το πρωί, μοίραζε παραπολιτικά στους συναδέλφους του; Από δημοσιογράφους και με δημοσιογράφους στήθηκαν εταιρίες συμβούλων και προβολής προσώπων, ή ακόμα και διευθέτησης μεγάλων υποθέσεων που ήθελαν τον …διαμεσολαβητή τους προς την κεντρική εξουσία. Από δημοσιογράφους στήθηκαν ακόμα και χρηματιστηριακές εταιρίες. Οι ίδιοι άνθρωποι που έλεγαν από ραδιοφώνου και εφημερίδων, ποιες μετοχές αποτελούν επενδυτική ευκαιρία, έπαιζαν με μετοχές μέσω των εταιριών τους ή των συνεργασιών που είχαν με εταιρίες. Κανείς δεν κινήθηκε ποτέ –ούτε η ΕΣΗΕΑ, ούτε άλλη αρχή- να ψάξει την πιο σκοτεινή υπόθεση της ελληνικής δημοσιογραφίας: Τη δημοσιογραφία του χρηματιστηρίου! Πόσο μπορούσε να αντέξει η δημοσιογραφία μέσα σ αυτό το κλίμα; Πόσο σημασία είχε να είναι κάποιος καλός ρεπόρτερ, δημοσιογράφος με κριτική σκέψη και περιέργεια; Καμία. Καλός ήταν πλέον ο καλά διασυνδεδεμένος. Ο στενός συνομιλητής των πολιτικών και συγχρόνως των επιχειρηματιών. Και στην άλλη όχθη, ο πολιτικός, ο άνθρωπος της δημόσιας ζωής, είχε πλέον ανάγκη τον διασυνδεδεμένο και όχι τον δημοσιογράφο. Η μαύρη(εχθροί) και άσπρη (φίλοι-συνεργάτες) λίστα των δημοσιογράφων που φτιάχτηκε στα υπόγεια του Μεγάρου Μαξίμου το 1996-97, ήταν απλώς η κυνική απεικόνιση της πραγματικότητας που επικράτησε στην δημοσιογραφία. Ποτέ άλλοτε η δημοσιογραφία δεν ήταν τόσο οικιοθελώς φιμωμένη και εξαρτώμενη, όσο την περίοδο που τελειώνει τώρα, λόγω της κρίσης. 

Όλα εδώ πληρώνονται 

Τα όσα ανέχτηκε η ελληνική δημοσιογραφία τα προηγούμενα 25 χρόνια, δυστυχώς πληρώθηκαν με τρόπο δραματικό. Η φούσκα έσκασε, επιχειρηματικά και δημοσιογραφικά, συμπαρασέρνοντας περιοδικά, εφημερίδες, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα και φυσικά εργαζόμενους δημοσιογράφους. Αυτοί οι τελευταίοι πληρώνουν πολύ ακριβά το τίμημα της “άνοιξης”. Οι επενδυτές-εκδότες, από την ώρα που εμφανίστηκε η κρίση, δεν έχουν κανένα λόγο να συνεχίζουν να πληρώνουν μεγάλους οργανισμούς οι οποίοι δεν βγάζουν τα λεφτά τους ως προϊόν ή ως μέσω επιρροής και διαπραγμάτευσης με την εξουσία. Οι τράπεζες δεν έχουν λόγο να χρηματοδοτούν επιχειρήσεις οι οποίες δεν βγάζουν τα λεφτά τους χωρίς την κρατική διαφήμιση και βεβαίως εν μέσω κρίσης. Είναι ψεύτικη κρίση που περνούν τα ΜΜΕ; Όχι βεβαίως. Ψεύτικα ήταν τα όσα στήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Δεν είχαν δηλαδή σχέση με την δημοσιογραφία και την ενημέρωση, αλλά με την άντληση γρήγορων και εύκολων χρημάτων όπως και εξουσίας. Τώρα που η γενικότερη κρίση αλλάζει τις ισορροπίες, τώρα εγκαταλείπεται το «σκάφος» άτακτα, άγρια και χωρίς σχέδιο. Οι έχοντες αποκομίσει κέρδη δεν πρόκειται να τα επανεπενδύσουν για να σώσουν αυτό που οι ίδιοι έφτιαξαν. Αυτοί ξέρουν και πως το έφτιαξαν, και γιατί το έφτιαξαν. Εκτός των ιδιωτών και το κράτος πλέον δεν μπορεί να απορροφήσει την κρίση, κάτι που έκανε το 2001 για μικρότερα μεγέθη και επιμέρους περιπτώσεις. Η κρατική ΕΡΤ και το Αθηναϊκό Πρακτορείο, είναι τα ίδια που συρρικνώθηκαν  αφού δεν μπορούν να συντηρηθούν. Οι εκατοντάδες δημοσιογράφοι που ειχαν προσληφθεί, είχαν εμπλακεί σε μια παγίδα από την οποία δεν μπόρεσαν  να ξεφύγουν. Ο Αντώνης Σαμαράς έδωσε το τελευταίο κτύπημα, δηλώνοντας ότι δεν θέλει (και δεν μπορεί λόγω πόρων) να κρατήσει καμία δημόσια ενημέρωση. Άλλωστε στηριζότανε στην ιδιωτική ενημέρωση.  

Και τώρα τι; 

Είναι για πέταμα όλη η δημοσιογραφία, οι τηλεοπτικοί σταθμοί και οι εφημερίδες; Όχι βεβαίως. Αν σήμερα βρίσκεται εδώ που βρίσκεται π.χ. ο ΔΟΛ, αυτό οφείλεται στον προσανατολισμό που του δόθηκε στην δεκαετία του 90 και όχι στην μακρά και σημαντική ιστορία του. Αν κάτι μπορεί να σωθεί αυτό μπορεί να συμβεί μέσω της αλλαγής πλεύσης και προσανατολισμού. Μέσω του επανακαθορισμού του ρόλου και της σημασίας του Τύπου και των ΜΜΕ. Και αυτό μπορεί να γίνει από εκδότες και δημοσιογράφους. Η επιστροφή στο αληθινό δημοσιογραφικό προϊόν φαντάζει αυτή την ώρα ως η μόνη λύση. Μπορεί να υπάρχουν και άλλες, μένει να τις ανακαλύψουμε. Η φούσκα έσκασε, μένει να σκάσουν και οι παθογένειες, οι συνήθειες και οι απολυταρχικές αντιλήψεις. Τη χώρα δεν μπορούν να κυβερνούν οι εκδότες ούτε οι δημοσιογράφοι. Μπορούν μόνο να συμμετέχουν και να συμβάλλουν. Για να επιζήσουν και οι ίδιοι.   

 

Απόψεις

Του Στράτου ΒαλτινούΣε ποια χώρα της ΕΕ, οι συγγενείς θυμάτων ενός πολύνεκρου δυστυχήματος, ερευνούν, βρίσκουν στοιχεία και τρέχουν πίσω από τους εισαγγελείς γιατί υποψιάζονται ότι η κυβέρνηση και άλλοι, επιδιώκουν συγκάλυψη... πλήρες κείμενο
Γράφει ο ανορθόγραφος*Όταν η αμερικανική δεξαμενή σκέψης Carnegie δημοσιεύει άρθρο με τίτλο «Η νεκρολογία της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ», είναι μήνυμα για τις ευρω-ατλαντικές σχέσεις. Η εξωτερική πολιτική της ΕΕ εδράζεται... πλήρες κείμενο
Σύμφωνα μα το άρθρο 20 του Καταστατικού του ΣΥΡΙΖΑ «Ο/Η πρόεδρος λειτουργεί στο πλαίσιο των αποφάσεων της Κεντρικής Επιτροπής. Σε περίπτωση άρσης της εμπιστοσύνης της Κεντρικής Επιτροπής από το 50% +1 των μελών της προς τον... πλήρες κείμενο
Γράφει ο ανορθόγραφος *Σε τηλεοπτική εκπομπή αρμόδιος υπουργός διερωτήθηκε γιατί ο κάτοικος της Κυψέλης να πληρώνει για έργα καθαρισμού στο περιαστικό δάσος. Βέβαια δεν αναφέρθηκε στον κάτοικο Κολωνακίου ο οποίος κατά... πλήρες κείμενο
Του Στράτου ΒαλτινούΟ Στέφανος Κασσελάκης, πρόεδρος του Αριστερού ΣΥΡΙΖΑ, στη Μύκονο. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι κάποιος θέλει διακριτικότητα και ξεκούραση δεν πάει στη Μύκονο από 1-15 Αυγούστου. Αντίθετα, όποιος θέλει να... πλήρες κείμενο
Τάκης Κατσαρός* Το μόνο που αποκαλύπτουν όσοι οψίμως στον ΣΥΡΙΖΑ ανακαλύπτουν τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει ο Κασσελάκης, είναι η ανευθυνότητα, η ανικανότητα και το μέγεθος του οπορτουνισμού τους.  πλήρες κείμενο

 

ΩΜΕΓΑ PRESS

Η δική σου σελίδα

Επι κοινωνία