Λύση συνολική που να τερματίζει οριστικά την διένεξη της Ελλάδας με την ΠΓΔΜ για το θέμα της ονομασίας, του αλυτρωτισμού και συναφών προβλημάτων δεν πρόκειται να υπάρξει. Στην καλύτερη περίπτωση θα υπάρξει μια Ενδιάμεση Συμφωνία Νούμερο 2 προκειμένου να μην οδηγηθεί η διαπραγμάτευση σε οριστικό ναυάγιο, αλλά να έχει ανοιχτή ημερομηνία τέλους , περίπου όπως το Κυπριακό. Είναι ήδη γνωστό ότι με αντάλλαγμα το σύνθετο όνομα , θα αναβαθμιστούν οι σχέσεις της γειτονικής χώρας με ΕΕ –ΝΑΤΟ, αλλά ένταξη θα υπάρξει μόνο με την εκπλήρωση των όρων για αλλαγή συντάγματος.
Ταυτόχρονα, η δυσμενής πορεία των διαπραγματεύσεων, η απουσία συναίνεσης μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ, φέρνουν τις εκλογές όλο και πιο κοντά, το Φθινόπωρο , το αργότερο, κατά πάσα πιθανότητα. Η αποστασιοποίηση των ΑΝΕΛ και οι σχέσεις αντιπαλότητας με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι εδραιωμένες. Η κυβέρνηση έχει ήδη πολιτικό πρόβλημα που είναι μεγαλύτερο από ενδεχόμενο αριθμητικό πρόβλημα εντός βουλής , για το θέμα της ΠΓΔΜ.
Είναι πολύ ασαφές τι σημαίνει αναβάθμιση σχέσεων Σκοπίων –ΝΑΤΟ, γιατί αν η ΠΓΔΜ έχει όλα τα προνόμια στις σχέσεις με το ΝΑΤΟ, η τυπική ένταξη ενδεχομένως να είναι δευτερεύουσας σημασίας, πράγμα που σημαίνει ότι η Ελλάδα θα έχει υποστεί πολιτική ήττα. Δεν υπάρχει όμως προηγούμενο τέτοιας ρύθμισης για να ξέρουμε τι ακριβώς σημαίνει η αναβάθμιση σχέσεων ΠΓΔΜ-ΝΑΤΟ ως πλαίσιο συμφωνίας με τρίτη χώρα, δηλ. την Ελλάδα. Παράλληλα, στην πορεία θα πρέπει να μάθουμε αν η ΠΓΔΜ θα έχει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, αν θα έχει προενταξιακή βοήθεια, αν θα συμμετέχει σε πολιτικές άμυνας και ασφάλειας κλπ. Με απλά λόγια, αν η ΠΓΔΜ θα είναι μέρος των πολιτικών άμυνας και ασφάλειας, αν θα έχει ΝΑΤΟική βάση και συμμετοχή σε πλήθος δράσεων όλη η συζήτηση αλλάζει . Γι αυτό η κυβέρνηση οφείλει να αποσαφηνίσει το πλαίσιο αυτό πριν φέρει κάποια συμφωνία στη βουλή.
Οι πρώτες παρενέργειες όμως, οι πολιτικές θα φανούν εντός του τρέχοντος μηνός καθώς η κυβέρνηση θα φέρει στη βουλή την αναθεωρημένη συμφωνία σύνδεσης σταθεροποίησης μεταξύ ΕΕ –ΠΓΔΜ με αντάλλαγμα την αλλαγή της ονομασίας του αεροδρομίου και δρόμων στα Σκόπια. Η στάση των ΑΝΕΛ θα είναι καθοριστική για την εικόνα σταθερότητας της κυβέρνησης. Το ίδιο αφορά και την διαφημιζόμενη συμφωνία με την Αλβανία που επίσης είναι ετεροβαρής.
Ήδη όμως το πρώτο ρήγμα έχει υπάρξει μεταξύ Καμμένου –Κοτζιά καθώς οι δύο υπουργοί έχουν απολύτως ψυχρές σχέσεις , ούτε καν συσκέπτονται από κοινού με τον πρωθυπουργό . Τα περί εμπιστοσύνης του υπουργού Άμυνας προς τον ΥΠΕΞ ήταν μάλλον απειλή παρά ειλικρινής σχέση . Και τα χειρότερα έπονται.
Οι πολιτικές εξελίξεις
Η κυβέρνηση υποτίμησε το κοινωνικό υπόβαθρο του εθνικισμού στη χώρα μας και τώρα αναζητά οδό πολιτικής διαφυγής από το κλίμα πόλωσης γύρω από την διένεξη με την ΠΓΔΜ, ενώ ακολουθεί η συμφωνία με την Αλβανία που θα προκαλέσει αντίστοιχα προβλήματα με συνέπεια να φορτιστεί ακόμη περισσότερο το κλίμα.
Προκαλεί τεράστια ερωτηματικά η ελαφρότητα με την οποία συνολικά η κυβέρνηση αντιμετώπισε τα δύο αυτά προβλήματα ως ζητήματα εφήμερης διαχείρισης , ενώ πρόκειται για μείζονα ζητήματα πολιτικής ταυτότητας για πολλούς Έλληνες πολίτες . Η αναζήτηση ταυτότητας οδήγησε εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες στην εύκολη οδό του εθνικισμού . Μέσα από τα συλλαλητήρια οι πολίτες δεν εκφράζουν τη διαφωνία τους μόνο για την ΠΓΔΜ αλλά συμπυκνώνουν όλη τους την οργή για πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Η κυβέρνηση δημιούργησε την εντύπωση ότι η διαπραγμάτευση με την ΠΓΔΜ θα ήταν περίπατος , ότι σχεδόν η λύση ήταν έτοιμη και άριστη και μετά έπεσε από τα σύννεφα. Ούτε η ΝΔ θα διασπαστεί , ούτε η κυβέρνηση θα νικήσει. Από τον ενθουσιασμό , οδηγήθηκε σε διπλωματική και επικοινωνιακή καθίζηση και τώρα , φθάσαμε στο σημείο να κάνει «αυστηρές» συστάσεις στον μεσολαβητή Μάθιου Νίμιτς, ώστε να μην ερμηνεύει κατά το δοκούν τις ελληνικές θέσεις. Πρόκειται περί αστειότητας γιατί ο Νίμιτς σε όλες τις προτάσεις και τις συνεντεύξεις του εδώ και χρόνια τα ίδια λέει ακριβώς για την ταυτότητα των «Μακεδόνων» .
Ο Νίμιτς όμως είναι Αμερικανός και όχι Νορβηγός όπως ο Έϊντε που δέχονταν τα πυρά του Έλληνα ΥΠΕΞ στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό εκ του ασφαλούς. Ο Νίμιτς έχει πίσω του φανερούς και αφανείς υποβολείς στα κέντρα αποφάσεων της Ουάσιγκτον και όπως είχαμε σημειώσει σε προηγούμενα άρθρα μας ήταν σχεδόν βέβαιο ότι θα παρενέβαινε στις διαπραγματεύσεις, αλλά αυτά όφειλε να τα προνοήσει η ελληνική κυβέρνηση. Υπάρχουν προφανώς δυνάμεις που θέλουν να διατηρήσουν στο προσκήνιο και τον αλυτρωτισμό των Σκοπίων και των Τιράνων. Αν δεν υπήρχαν, δεν θα υπήρχαν και όλα αυτά τα προβλήματα σε όλη την βαλκανική.
Ο Νίκος Κοτζιάς , κυρίως όμως ο πρωθυπουργός , βρίσκονται εγκλωβισμένοι στο πρόβλημα που οι ίδιοι προκάλεσαν και τελικά τους ξέφυγε. Αντί να δημιουργήσουν από την αρχή, ίσως από το Φθινόπωρο κλίμα συναίνεσης και με διαφανή τρόπο να κινηθούν, επέλεξαν την σύγκρουση και την μυστικοπάθεια. Η κυβέρνηση αντί να δημιουργήσει ισχυρό μέτωπο συναίνεσης εντός της χώρας για να είναι ισχυρή στην διαπραγμάτευση και να στείλει σχετικά μηνύματα εκτός Ελλάδας επέλεξε να διαπραγματευθεί με τη ΝΔ και την ακροδεξιά με προφανή στόχο να βρεθεί σε θέση κυριαρχίας και τώρα βρίσκεται σε σύγχυση.
Όταν ξεκίνησε η διαπραγμάτευση, η κυβέρνηση θεωρούσε ότι θα κλείσε σύντομα τα μέτωπα με Αλβανία και ΠΓΔΜ, θα τελειώσει με το μνημόνιο, θα ρυθμίσει το χρέος και σύμφωνα με πληροφορίες περίμενε ότι οι δανειστές μας θα ήταν χαλαροί και θα μειώσουν το πρωτογενές πλεόνασμα , δεν θα απαιτούσαν μείωση συντάξεων από το 2019 και έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός θα ετοιμάζονταν με την άνεσή τους για εκλογές τον Μάιο του επομένου έτους, μαζί με τις ευρωεκλογές.
Το συμπληρωματικό σχέδιο ήταν ότι ο Π. Καμμένος θα τηρούσε στάση αποχής , ίσως και να αποσύρει τους υπουργούς του για λίγο ώστε να αντιμετωπιστεί η ΝΔ που επιμένει σε κατάθεση κοινής πρότασης για την ΠΓΔΜ και έτσι ο χρόνος θα κυλούσε υπέρ τους. Η δυναμική των αντιδράσεων όμως για την ΠΓΔΜ ανατρέπει όλους τους σχεδιασμούς και αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι η πολιτική εμπεριέχει περισσότερες ανατροπές απ΄όσες μπορεί να σχεδιάσει ακόμη και το πιο ευφάνταστο επιτελείο.
Η αριθμητική δεν είναι πάντα καλός σύμβουλος. Το γεγονός ότι μια πρόταση μπορεί να ψηφιστεί και από άλλα κόμματα δεν καθιστά άτρωτη την κυβέρνηση. Ήδη όμως η αρνητική δυναμική βρίσκεται στο προσκήνιο, γιατί όσο φθάνουμε στην ουσία της διαπραγμάτευσης , γίνεται εμφανές ότι τα Σκόπια έχουν περισσότερες κόκκινες γραμμές απ΄όσες μπορεί να δεχθεί οποιοδήποτε κράτος.
Σημειωτέον ότι όσο φθάνουμε στο τέλος των διαπραγματεύσεων την άνοιξη, θα φανούν και οι πιέσεις των μεγάλων χωρών. Υπό αυτό το πρίσμα καμία κυβέρνηση στην Αθήνα δεν θα μπορεί να δεχθεί την αποσταθεροποίησή της, της δικής της και της χώρας προκειμένου να σταθεροποιηθεί η ΠΓΔΜ.