Την ώρα που ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης αποστασιοποιούνταν πλήρως από την επιδίωξη του Αλέξη Τσίπρα να υπάρξει αναφορά στην ανάγκη κοινωνικής προστασίας και στα εργασιακά δικαιώματα, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τούσκ στήριζε τον Έλληνα πρωθυπουργό. Την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης με άρθρο του στην «Καθημερινή» ζητά περισσότερη Ευρώπη, ταυτόχρονα εμφανίζεται απόμακρος από κάθε διεργασία και εθνική διεκδίκηση ενόψει των αλλαγών στο πλαίσιο της ΕΕ πολλών ταχυτήτων. Στο άρθρο του, ο κ. Μητσοτάκης διατυπώνει ευχές για μια καλύτερη ΕΕ, σε κάθε του πράξη όμως, κάθε ημέρα και ώρα πολιτικής δράσης, αποστασιοποιείται από αιτήματα των εργαζομένων και κοινωνικών ομάδων που ζητούν περισσότερη δικαιοσύνη , ισοτιμία και δημοκρατία.
Στο άρθρο του ο κ. Μητσοτάκης αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Κάποιοι θα ρωτήσουν: «Μα για ποια Ευρώπη μιλάτε; Την Ευρώπη της οικονομικής κρίσης, της λιτότητας, της ύφεσης, της ανεργίας; Του προβληματικού ευρώ; Του άλυτου προσφυγικού και μεταναστευτικού; Την Ευρώπη της ανασφάλειας, της τρομοκρατίας και της αναποτελεσματικής κοινής εξωτερικής πολιτικής και άμυνας;». Απαντώ σε όσους διαβάζουν πρόχειρα και ιδεοληπτικά την πραγματικότητα –και που αποτελούν μειοψηφία στην ελληνική κοινωνία– ότι όλα αυτά τα προβλήματα προέκυψαν ως αποτέλεσμα «λιγότερης» Ευρώπης
Πρόκειται για πρόβλημα πολιτικής λογικής. Τα προβλήματα που περιγράφει ο πρόεδρος της ΝΔ δεν οφείλονται στο ότι υπάρχει «λιγότερη» Ευρώπη, αλλά στο γεγονός ότι υπάρχει μια άδικη Ευρώπη. Μια νεοφιλελεύθερη Ευρώπη, που ευνοεί συγκεκριμένα, αλλά μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, μια Ευρώπη που είναι όμηρος της ασύδοτης αγοράς, των τραπεζών και της κυριαρχίας της Γερμανίας . Τα οποία προβλήματα ο κ. Μητσοτάκης σκοπίμως αποσιωπά. Η περισσότερη Ευρώπη, αν υπάρξει, στο ίδιο οικονομικό μοντέλο όχι μόνο δεν θα λύσει προβλήματα, αντίθετα θα τα οξύνει, θα προκαλέσει περισσότερα κοινωνικά ρήγματα, πολλές χώρες θα φύγουν από την ΕΕ, και μετά τα χειρότερα έρχονται.
Με τον Τσίπρα τελικά συντάχθηκαν και άλλοι ηγέτες, κυρίως σοσιαλδημοκράτες. Θετικός ήταν και ο Γιούνκερ και ακόμη πιο θετικός ο Τούσκ. Αρνητικοί ήταν ο Μητσοτάκης και ο φιλικός με τη ΝΔ Τύπος. Προφανώς ο Τσίπρας δεν πήρε αυτό που θα ήθελε. .Έβαλε όμως την πρώτη πινελιά για να συνεχίσει να υποστηρίζει τις θέσεις του γιατί οι μεγάλες διαπραγματεύσεις στην ΕΕ τώρα αρχίζουν,
Στην αναφορά του επιστολή του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, για το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τούσκ δήλωσε αμέσως μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου της Ρώμης.
«Θα ήθελα να αναφερθώ στην επιστολή που έλαβα από τον Έλληνα πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, και να του πω ότι είμαι βέβαιος πως μαζί με τους κοινωνικούς εταίρους θα συνεχίσουμε να διατηρούμε ένα πολύ υψηλό επίπεδο κοινωνικής προστασίας και τις βέλτιστες πρακτικές στις εργασιακές σχέσεις στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως ακριβώς περιγράφεται στο ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο. Αυτό το σημείο συζητείται συχνά μεταξύ των ηγετών και όλοι μοιραζόμαστε αυτή την θέση».
Στη δήλωσή του στη Ρώμη, ο Έλληνας πρωθυπουργός σημείωσε ότι «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η Ευρώπη, δεν είναι η Ευρώπη που ονειρευόμαστε. Δεν είναι η Ευρώπη που θέλουμε. Δεν υπάρχει, όμως, επίσης αμφιβολία ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το να παλέψουμε εντός για να την αλλάξουμε». Και πρόσθεσε:
Σήμερα, λοιπόν, είχαμε την ευκαιρία να βάλουμε στο επίκεντρο της συζήτησης, τόσο εντός όσο και εκτός της αίθουσας, όπου υπεγράφη η Διακήρυξη των 27 για το μέλλον της Ευρώπης, το κοινωνικό κεκτημένο της Ευρώπης και την ανάγκη να το προφυλάξουμε.
Θετικό ότι υπάρχει σαφή αναφορά στην ανάγκη ενίσχυσης του κοινωνικού χαρακτήρα της Ευρώπης. Αυτές οι αναφορές έλειπαν τα τελευταία χρόνια από κείμενα με μια αμιγώς τεχνοκρατική γλώσσα. Όμως, οφείλουμε να συνεχίσουμε αυτή τη μάχη.
Είναι γνωστό ότι έθεσα στο επίκεντρο της συζήτησης το κρίσιμο ερώτημα: Αν το κοινωνικό κεκτημένο ισχύει και αν αυτό το κοινωνικό κεκτημένο είναι προσβάσιμο από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προφανώς η απάντηση που πήρα είναι καταφατική, μένει όμως να δούμε αν η πράξη από τα λόγια θα συνεχίσει να απέχει. Και αυτό θα το δούμε άμεσα.
Σε κάθε περίπτωση η καταφατική απάντηση των επικεφαλής των θεσμικών οργάνων της Ευρώπης, μας ενθαρρύνει να προχωρήσουμε σε μια μάχη που αφορά τόσο τους εργαζόμενους και τον λαό της Ελλάδας εν γένει, όσο, όμως, και τους εργαζόμενους και όλους τους λαούς της Ευρώπης.
Δεν μπορώ παρά να επισημάνω μια αντίφαση: Η ελληνική κυβέρνηση δίνει μια μάχη για λογαριασμό των εργαζομένων της χώρας μας, χωρίς να έχουμε τη στήριξη σε αυτή τη μάχη των επίσημων συνδικαλιστικών οργάνων στη χώρα μας. Τα συνδικάτα στη χώρα μας, δυστυχώς, είναι στην οπισθοφυλακή κι όχι στην πρώτη γραμμή όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Να σας θυμίσω μόνο ότι στο κρίσιμο δημοψήφισμα βρέθηκαν για να υπερασπιστούν την ανάγκη να πούμε «ναι» σε μια κακή συμφωνία κι όχι να υπερασπιστούμε και να διεκδικήσουμε μια καλύτερη. Δεν είναι βεβαίως όλες οι συνδικαλιστικές ενώσεις σε αυτή την κατεύθυνση.
Φυσικά και είμαι σκεπτικιστής και το σκέφτηκα αρκετά αυτό το θέμα, αν θα πρέπει να υπογράψω ή όχι. Ωστόσο, πρωταρχικό είναι να υπάρξει ειδική μνεία στην κοινωνική Ευρώπη και φυσικά είναι ένας ανοιχτός αγώνας και εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε σε αυτόν τον αγώνα».