Μαρτινισμός και Συναρχισμός.
Ο Γάλλος ιατρός, αποκρυφιστής και ελευθεροτέκτων Ζιράρ Ανακλέ Βενσάν Ανκός (Gérard Anaclet Vincent Encausse), γνωστός με το ψευδώνυμο Παπύς (Papus), ο οποίος εξέδιδε το αποκρυφιστικό περιοδικό L’Initiation, και ένας φίλος του, ο Λ.-Ν.-Α. Φιλίπ (L.-N.-A. Philippe), επισκέφθηκαν την Αγία Πετρούπολη αρκετές φορές κατόπιν προσκλήσεων από τον Τσάρο Νικόλαο Β´, τον οποίο μύησαν στον Μαρτινισμό (Martinism), γνωστό και ως το Τάγμα των Τεκτόνων Ιπποτών Εκλεκτών Κοέν (Ιερέων) του Σύμπαντος (Ordre des Chevaliers Maçons Élus Coëns de l’Univers), το οποίο δημιουργήθηκε αρχικώς από τον Μαρτινέζ ντε Πασκουαλί (Martinez de Pasqually), αναπτύχθηκε περαιτέρω από τον Λουί-Κλοντ ντε Σεν Μαρτέν (Louis-Claude de Saint Martin) και διαμορφώθηκε τελικώς ως ένα τεκτονικό σύστημα υψηλών βαθμών από τον Ζαν-Μπαπτίστ Βιλερμόζ (Jean-Baptiste Willermoz).
Ο Μαρτινέζ ντε Πασκουαλί (1709–74) καταγόταν από μια οικογένεια Ισπανών ιουδαίων, αλλά ο ίδιος είχε, τουλάχιστον τυπικώς, ασπαστεί τον Ρωμαιοκαθολικισμό. Το 1754, στο Μονπελιέ της περιοχής Λανγκντόκ-Ρουσιγιόν, ίδρυσε ένα τεκτονικό σύστημα υψηλών βαθμών το οποίο ονομαζόταν Capître des Juges Ecossais (Περιστύλιο Σκώτων Δικαστών), και, περί το 1766, στο Μπορντό της νοτιοδυτικής Γαλλίας, ίδρυσε και ένα άλλο τεκτονικό σύστημα υψηλών βαθμών το οποίο ονομαζόταν Τάγμα των Τεκτόνων Ιπποτών Εκλεκτών Κοέν (Ιερέων) του Σύμπαντος (Ordre des Chevaliers Maçons Élus Coëns de l’Univers). Το Τάγμα των Τεκτόνων Ιπποτών Εκλεκτών Κοέν (Ιερέων) του Σύμπαντος είχε μυστηριακό χαρακτήρα και ασκούσε ένα θεουργικό τυπικό το οποίο περιλάμβανε επικλήσεις (οι οποίες ονομάζονταν «εγχειρήματα») με την ελπίδα ότι θα είχαν ως αποτέλεσμα θείες «φανερώσεις» από τα ανώτερα πνευματικά επίπεδα. Ο Μαρτινέζ ντε Πασκουαλί εξέθεσε και ανέλυσε το δόγμα του στο βιβλίο του με τίτλο Traité sur la Réintégration des Êtres dans leur première propriété, vertu et puissance spirituelle divine (περ. 1771), και βασιζόταν σε παραδόσεις του Γνωστικισμού και στον ιουδαϊκό μυστικισμό. Η πλειοψηφία των μελών του Τάγματος του Μαρτινέζ ντε Πασκουαλί προερχόταν από τα στελέχη του γαλλικού στρατού.
Ο προαναφερθείς Ζαν-Μπαπτίστ Βιλερμόζ, στενός φίλος και μαθητής του Μαρτινέζ ντε Πασκουαλί, υπήρξε ο πραγματικός και πρωταρχικός εμπνευστής του τεκτονικού Τάγματος των Αγαθοποιών Ιπποτών της Αγίας Πόλης (γαλλιστί, Chevaliers Bienfaisants de la Cité Sainte, και, αγγλιστί, Knights Beneficent of the Holy City). Ο Βιλερμόζ ήταν ένας πλούσιος υφαντουργός από τη Λυών της νοτιοανατολικής Γαλλίας. Όταν πέθανε ο Πασκουαλί, το 1774, ο Βιλερμόζ σκέφθηκε ότι, επειδή κινδύνευαν να χαθούν οι διδασκαλίες του Πασκουαλί, θα ήταν χρήσιμο να δημιουργηθεί ένα τεκτονικό Τάγμα που θα αποτελούσε το όχημα και τον θεματοφύλακα των εσώτερων και μυστικών διδασκαλιών του Τάγματος των Τεκτόνων Ιπποτών Εκλεκτών Κοέν (Ιερέων) του Σύμπαντος. Εξ ου και ο Βιλερμόζ μεταβίβασε τις διδασκαλίες του Τάγματος των Τεκτόνων Ιπποτών Εκλεκτών Κοέν (Ιερέων) του Σύμπαντος στον τεκτονικό Τύπο της Αυστηρής Τήρησης, ο οποίος μετεξελίχθηκε στο τεκτονικό Τάγμα των Αγαθοποιών Ιπποτών της Αγίας Πόλης (C.B.C.S.). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το τεκτονικό Τάγμα C.B.C.S. αποτελεί τη σύνθεση της ναϊτικής ιπποτικής παράδοσης του Τύπου της Αυστηρής Τήρησης με τον Μαρτινισμό.
Ο προαναφερθείς Λουί-Κλοντ ντε Σεν Μαρτέν, γνωστός στους μαρτινιστικούς κύκλους ως ο «Άγνωστος Φιλόσοφος», είναι ο τελευταίος από τους τρεις θεμελιωτές της εσωτεριστικής «σχολής» του Μαρτινισμού. Γεννήθηκε σε μια ευσεβή οικογένεια της κατώτερης γαλλικής αριστοκρατίας και, αφού σπούδασε νομικά και, για ένα χρονικό διάστημα, εργάστηκε ως νομικός, ακολούθησε στρατιωτική σταδιοδρομία. Εντάχθηκε στον Μαρτινισμό, και έγινε ο προσωπικός γραμματέας του Μαρτινέζ ντε Πασκουαλί. Ο Λουί-Κλοντ ντε Σεν Μαρτέν ήταν αντίθετος τόσο προς τον ρασιοναλισμό του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού όσο και προς το χριστιανικό κατεστημένο, και, υπό την επίδρασή του, ο Μαρτινισμός έγινε ένα αποκρυφιστικό σύστημα που υποστήριζε και προωθούσε την ιδέα της εγκαθίδρυσης ενός αυταρχικού καθεστώτος στο οποίο θα ηγούνταν μια ιερατική και βασιλική ελίτ την οποία εκπροσωπούσαν οι «Εκλεκτοί Κοέν». Ο Λουί-Κλοντ ντε Σεν Μαρτέν συνεργάστηκε με τον Ζαν-Μπαπτίστ Βιλερμόζ και με τον ίδιο τον Πασκουαλί για να συνθέσουν τον Μαρτινισμό με τα ναϊτικά συστήματα του Ελευθεροτεκτονισμού.
Η ανάπτυξη του ναϊτικού Ελευθεροτεκτονισμού στη Γαλλία διέγειρε ορισμένες υποψίες εξαιτίας της γερμανικής προέλευσης του ναϊτικού Ελευθεροτεκτονισμού, και αυτές οι υποψίες εντάθηκαν εξαιτίας της πρόθεσης του Βιλερμόζ να καταστήσει τον γερμανικό Τύπο της Αυστηρής Τήρησης την κυρίαρχη μορφή Ελευθεροτεκτονισμού στη Γαλλία. Τελικώς, ο Μαρτινισμός, ιδίως υπό την ηγεσία του Ζιράρ Ανκός (Παπύς), ο οποίος αναζωογόνησε και αναδόμησε το Τάγμα του Μαρτινισμού το 1891, έγινε ένα από τα πιο επιδραστικά τεκτονικά και αποκρυφιστικά κινήματα που εναντιώνονταν προς τις φιλελεύθερες και ρασιοναλιστικές τάσεις της Μεγάλης Ανατολής της Γαλλίας και υποστήριζαν ποικίλες μορφές αποκρυφιστικής απολυταρχίας. Εξ ου και ο Τσάρος Νικόλαος Β´, ο οποίος ήταν ένας απόλυτος μονάρχης και επιρρεπής σε δεισιδαιμονίες, υιοθέτησε τον Μαρτινισμό και εντάχθηκε στους κόλπους του.
Πριν από τη Μπολσεβικική Επανάσταση, ο Ρώσος Τσάρος Νικόλαος Β´ και η σύζυγός του, η Τσαρίνα Αλεξάνδρα Φεοντόροβνα, συμμετείχαν σε πνευματιστικές συγκεντρώσεις που οργάνωνε ο Ζιράρ Ανκός. Μάλιστα, λέγεται ότι ο Τσάρος Νικόλαος Β´ είχε ζητήσει από τον Ζιράρ Ανκός να επικοινωνήσει με το πνεύμα του πατέρα του, Τσάρου Αλέξανδρου Γ´, για να τον συμβουλεύσει πώς να αντιμετωπίσει τις επιδεινούμενες κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές στη Ρωσία, και ότι το πνεύμα του Αλέξανδρου Γ´ συμβούλευσε τον υιό του να εφαρμόσει μια σκληρή κατασταλτική πολιτική. Ένας ακόμη πνευματιστής ο οποίος έδιδε παρόμοιες συμβουλές στον Τσάρο Νικόλαο Β´ και στη σύζυγό του ήταν ο διαβόητος Ρώσος μοναχός Γκριγκόρι Ρασπούτιν (Gregory Rasputin), ο οποίος υποστήριζε τη Γερμανία και ήταν ένας μυστικός πράκτορας του Γερμανού Κάιζερ. Εξ ου και οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες δολοφόνησαν τον Ρασπούτιν, το 1916, προκειμένου να παύσει να επηρεάζει τη ρωσική βασιλική οικογένεια υπέρ της Γερμανίας. Σύμφωνα με έρευνες που δημοσίευσε η έγκυρη βρετανική εφημερίδα The Telegraph το 2004, ο κύριος εκτελεστής του Ρασπούτιν ήταν ο Βρετανός πράκτορας Όσβαλντ Ρέινερ (Oswald Rayner), ο οποίος εργαζόταν στη ρωσική Αυλή στην Αγία Πετρούπολη και ήταν φίλος του Ρώσου Πρίγκιπα Φίλιξ Γιουσούποφ (Felix Yusupov), ο οποίος επίσης αντιπαθούσε τον Ρασπούτιν (Miller, Karyn, “British Spy ‘Fired the Shot that Finished Off Rasputin,’” The Telegraph, 19 September 2004, online:
https://www.telegraph.co.uk/education/3344528/British-spy-fired-the-shot-that-finished-off-Rasputin.html). Επίσης, οι στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες των Η.Π.Α., ήδη το 1918, είχαν οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι ο Ρασπούτιν ανήκε σε ένα δίκτυο μυστικών πρακτόρων οι οποίοι δρούσαν στη Ρωσία για λογαριασμό και υπέρ των συμφερόντων της Γερμανίας (βλ. Smith, Douglas, Rasputin, London: Macmillan, 2016 Smith, σελ. 533).
Γενικώς, ο Μαρτινισμός εξελίχθηκε σε μια αποπροσανατολισμένη και παρεκβατική εξέγερση εναντίον των υπερβολών των ρασιοναλιστικών και φιλελεύθερων δυνάμεων του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, και, αντί να διορθώσει τα σφάλματα της νεοτερικότητας, τα αντικαθιστά με άλλα σφάλματα, όπως τα εξής: η δεισιδαιμονία, ένας ιδιόμορφος ριζοσπαστικός ρομαντισμός, ο ακραίος συναισθηματισμός, η απαξίωση και άρνηση του υλικού κόσμου, ένα ιδιόμορφο όραμα μιας απολυταρχίας βασισμένης στον αποκρυφισμό και μια μορφή θείας ευχαριστίας που τελείται στο πλαίσιο του Τάγματος του Μαρτινισμού.
Το 1908, ο Ζιράρ Ανκός (Παπύς), με τη βοήθεια του πιστού γραμματέα του, ο οποίος ονομαζόταν Ντετρέ (Détré), οργάνωσε ένα συνέδριο το οποίο είχε τον τίτλο «Τεκτονικό και Πνευματιστικό Κονγκρέσο» («Congrès Maçonnique et Spiritualiste») και έλαβε χώρα στον κεντρικό «Ναό» του γαλλικού Μεικτού Τεκτονικού Τάγματος «Το Ανθρώπινο Δίκαιο» (Ordre «Le Droit Humain»). Ο γραμματέας της οργανωτικής επιτροπής εκείνου του συνεδρίου, ο Βικτόρ Μπλανσάρ (Victor Blanchard), το χαρακτήρισε ως «το πρώτο αυτόνομο Κονγκρέσο του Αποκρυφισμού». Μέσω του προαναφερθέντος συνεδρίου, ο Ζιράρ Ανκός (Παπύς) επιδίωξε, ανεπιτυχώς, να ενώσει όλα τα αποκρυφιστικά και τεκτονικά Τάγματα υπό την αιγίδα ενός «Οικουμενικού Τύπου» («Universal Rite»). Ένας από τους σημαντικότερους επικριτές του Ζιράρ Ανκός (Παπύς) σε εκείνο το συνέδριο ήταν ο Γάλλος διανοούμενος Ρενέ Γκενόν (René Guénon).
Το πολιτικό πρότυπο που προωθείται από το Τάγμα του Μαρτινισμού είναι γνωστό ως Συναρχισμός (Synarchism), ή Συναρχία (Synarchy), και έχει εκτεθεί και αναλυθεί από τον Ζιράρ Ανκός (Παπύς). Ο όρος «Συναρχισμός» (όπως, προφανώς, και ο όρος «Συναρχία») προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «συν-» και «αρχή», και, κυριολεκτικώς, σημαίνει «από κοινού αρχή», δηλαδή, «από κοινού άσκηση εξουσίας». Από την προοπτική του Μαρτινισμού, ο Συναρχισμός αναφέρεται σε μια μορφή «σκιώδους κυβέρνησης» ή «βαθέος κράτους». Συνοπτικώς, σύμφωνα με μια δεκαοκτασέλιδη έκθεση της γαλλικής στρατιωτικής κατασκοπείας, η οποία αποτελεί την περίληψη ενός φακέλου περίπου εκατό σελίδων τον οποίο συνέταξαν οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες αναφορικώς με τις γαλλικές ομάδες του Συναρχισμού και φέρει ημερομηνία Ιουλίου 1941 (περιλαμβάνεται, μάλιστα, στα πολεμικά αρχεία των Η.Π.Α.), ο Συναρχισμός μπορεί να οριστεί ως εξής:
Το κίνημα του Συναρχισμού είναι ένα διεθνές κίνημα γεννημένο μετά από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, το οποίο χρηματοδοτήθηκε και καθοδηγήθηκε από συγκεκριμένες χρηματοοικονομικές ομάδες που ανήκουν στην κορυφή της διεθνούς τραπεζικής κοινότητας. Ο σκοπός του ουσιαστικώς είναι να ανατρέψει σε κάθε χώρα, όπου υπάρχουν, τα κοινοβουλευτικά καθεστώτα τα οποία θεωρούνται ανεπαρκώς αφοσιωμένα στα συμφέροντα αυτών των ομάδων και, άρα, πολύ δύσκολα ελέγξιμα εξαιτίας του αριθμού των προσώπων τα οποία απαιτούνται για να τα ελέγξουν. Η SME [Αυτοκρατορία του Κινήματος του Συναρχισμού] προτείνει συνεπώς να αντικατασταθούν [τα κοινοβουλευτικά καθεστώτα] από αυταρχικά καθεστώτα πιο πειθήνια και πιο χειραγωγήσιμα. Η ισχύς [σύμφωνα με τη SME] πρέπει να συγκεντρωθεί στα χέρια των διευθυνόντων συμβούλων της βιομηχανίας και καθορισμένων αντιπροσώπων επιλεγμένων τραπεζικών ομίλων σε κάθε χώρα. Με λίγα λόγια, η ιδέα είναι να δοθεί σε κάθε χώρα ένα πολιτικό σύνταγμα και μια κατάλληλη οικονομική δομή που να έχουν οργανωθεί για τους εξής σκοπούς: (1) Για να θέσουν την πολιτική εξουσία άμεσα στα χέρια επιλεγμένων ανθρώπων και να εξαλείψουν όλους τους ενδιαμέσους. (2) Για να εγκαθιδρύσουν τη μέγιστη συγκέντρωση των βιομηχανιών και να καταστείλουν κάθε ανεπιθύμητο ανταγωνισμό. (3) Για να εγκαθιδρύσουν έναν απόλυτο έλεγχο των τιμών όλων των αγαθών (πρώτων υλών, ημιτελικών και τελικών αγαθών). (4) Για να εγκαθιδρύσουν δικαστικούς ή κοινωνικούς θεσμούς που θα προλαμβάνουν όλες τις ακραίες πράξεις. (Παρατίθεται στο: Steinberg, Jeffrey, “Synarchism: The Fascist Roots of the Wolfowitz Cabal,” EIR (Executive Intelligence Review), τόμ. 30, 2003, σελ. 34–39; online:
https://larouchepub.com/eiw/public/2003/eirv30n21-20030530/eirv30n21-20030530_034-synarchism_the_fascist_roots_of.pdf).
Το καθεστώς Βισί (Vichy) στη Γαλλία
Το καθεστώς Βισί (Vichy) στη Γαλλία, όπως ονομάστηκε το φιλοναζιστικό γαλλικό καθεστώς που είχε αρχηγό τον στρατάρχη Φιλίπ Πετέν (Philippe Pétain) και έδρευε στην πόλη Βισί κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Γουίλιαμ Λάνγκερ (William L. Langer), ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος του τμήματος Ιστορίας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ (Harvard University) και επικεφαλής του τμήματος Έρευνας και Ανάλυσης του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών (Office of Strategic Services) των Η.Π.Α. (όπως ονομαζόταν η υπηρεσία κατασκοπείας των Η.Π.Α. κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, πριν μετατραπεί στη CIA), έχει γράψει ένα αποκαλυπτικό βιβλίο με τίτλο Our Vichy Gamble (New York: Alfred A. Knopf, 1947). Στο προαναφερθέν βιβλίο του, ο Λάνγκερ υποστηρίζει ότι, ακόμη και πριν από την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ορισμένα γαλλικά βιομηχανικά και τραπεζικά συμφέροντα είχαν εκτεταμένες και άμεσες επιχειρηματικές σχέσεις με γερμανικά βιομηχανικά και τραπεζικά συμφέροντα, και οραματίζονταν ένα σύστημα «Συναρχισμού», το οποίο, σύμφωνα με τον Λάνγκερ, συνίστατο σε ένα πρότυπο πανευρωπαϊκής κυβέρνησης βασισμένης σε φασιστικές αρχές και ελεγχόμενης από μια διεθνή αδελφότητα χρηματοοικονομικών και βιομηχανικών παραγόντων.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 έως το 1945, οι αναφορές των μυστικών υπηρεσιών των Η.Π.Α. χαρακτήριζαν τον Συναρχισμό ως μια ιδιόμορφη σύνθεση μεταξύ ναζισμού και κομμουνισμού. Ο Γάλλος πολιτικός ηγέτης Φρανσουά Μιτεράν (François Mitterrand, 1916–96), ο οποίος διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στο μεταπολεμικό σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, συνεργάστηκε με το καθεστώς Βισί, συναντήθηκε προσωπικώς με τον στρατάρχη Πετέν το 1942, και, έως τη δεκαετία του 1980, συνεργαζόταν και συνδεόταν φιλικώς με τον Ρενέ Μπουσκέ (René Bousquet), ο οποίος είχε διατελέσει αρχηγός της αστυνομίας υπό το καθεστώς Βισί και ήταν ένας διακεκριμένος παράγοντας του γαλλικού Ελευθεροτεκτονισμού, αποτελώντας ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα προσώπων που βεβηλώνουν τον Ελευθεροτεκτονισμό (βλ. DuBois, Josiah Ellis, Jr., Generals in Grey Suits, London: Bodley Head, 1953). Εξ ου και ο Μιτεράν έχει αποκληθεί «βισιστοαντιστασιακός» («vichystoresistant»), καθώς ήταν μέλος του καθεστώτος Βισί, υπό την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, και συγχρόνως ενεργό μέλος της Γαλλικής Αντίστασης (εναντίον της ναζιστικής Γερμανίας) από τον Ιανουάριο του 1942 έως τα μέσα του 1943.
Η ιταλική μυστική τεκτονική Στοά «Propaganda Due», γνωστή απλούστερα ως «P2», η οποία, στη δεκαετία του 1970, διαμόρφωσε ένα σύστημα «Συναρχισμού» που αποτελούνταν από ακροδεξιούς πολιτικούς, μέλη του ρωμαιοκαθολικού κλήρου, πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών της Ιταλίας και των Η.Π.Α., αξιωματούχους του ΝΑΤΟ, επιχειρηματίες και μέλη της Μαφίας, με σκοπό να ελέγξουν μυστικώς το ιταλικό πολιτικό σύστημα (βλ. Ganser, Daniele, NATO’s Secret Armies: Operation Gladio and Terrorism in Western Europe, Oxford: Frank Cass/Taylor and Francis Group, 2005, και Hooper, John, “Licio Gelli Obituary,” The Guardian, 29 December 2015, online: https://www.theguardian.com/world/2015/dec/29/licio-gelli). Η Στοά P2, της οποίας το αρχηγείο βρισκόταν στο ξενοδοχείο Excelsior στη Via Veneto στη Ρώμη, ιδρύθηκε επισήμως το 1966 από τον Τζορντάνο Γκαμπερίνι (Giordano Gamberini), Μέγα Διδάσκαλο της Μεγάλης Ανατολής της Ιταλίας. Σύμφωνα με τον Ουμπέρτο Πασκάλι (Umberto Pascali), ανταποκριτή στη Ρώμη τού αμερικανικού περιοδικού Executive Intelligence Review, «ο Μέγας Διδάσκαλος Γκαμπερίνι διεκπεραίωνε εν τω μεταξύ μια σημαντική ενοποίηση μεταξύ της Μεγάλης Ανατολής της Ιταλίας και των αμερικανικών Στοών στις οποίες ήταν οργανωμένοι οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ που έδρευαν στην Ιταλία» (βλ. Pascali, Umberto, “A History of the P2 Conspiracy,” EIR (Executive Intelligence Review), τόμ. 8, 1981, σελ. 23–27, online:
https://larouchepub.com/eiw/public/1981/eirv08n27-19810707/eirv08n27-19810707_023-a_history_of_the_p_2_conspiracy.pdf). Ωστόσο, υπό τη διοίκηση του Λίτσιο Τζέλι (Licio Gelli), η Στοά P2 έγινε ένα αυτόνομο σύστημα Συναρχισμού (βλ. Cornwell, Rupert, “Licio Gelli: Businessman Who Became the ‘Puppet Master’ of the Sinister Right-Wing Organisation, P2,” Independent, 22 December 2015, online:
https://www.independent.co.uk/news/obituaries/licio-gelli-businessman-who-became-the-puppet-master-of-the-sinister-right-wing-organisation-p2-a6783576.html).
Πράγματι, ο Φρανκ Τζιλιότι (Frank Gigliotti), ένας Αμερικανός μυστικός πράκτορας και αντιπρόσωπος του Ελευθεροτεκτονισμού των Η.Π.Α.―ο οποίος ηγήθηκε μιας αντιπροσωπείας Αμερικανών ελευθεροτεκτόνων οι οποίοι μεταπολεμικώς ζήτησαν και πέτυχαν να επιστραφεί το Παλάτι Giustiniani στον ιταλικό Ελευθεροτεκτονισμό (ως έδρα της Μεγάλης Ανατολής της Ιταλίας)―«στρατολόγησε προσωπικώς τον Τζέλι και τον καθοδήγησε για να οργανώσει μια αντικομμουνιστική παράλληλη κυβέρνηση στην Ιταλία σε στενή συνεργασία με τον σταθμό της CIA στη Ρώμη» (Ganser, όπ.π., σελ. 73). Επίσης, σύμφωνα με τον διαπρεπή Ελβετό ιστορικό και διεθνολόγο Ντάνιελ Γκάνσερ (Daniel Ganser), ο Τεντ Σάκλι (Ted Shackley), «διευθυντής όλων των μυστικών επιχειρήσεων της CIA στην Ιταλία στη δεκαετία του 1970», ήταν αυτός ο οποίος συνέστησε τον αρχηγό της Στοάς P2, δηλαδή, τον Λίτσιο Τζέλι, στον Αλεξάντερ Χέιγκ (Alexander Haig), ο οποίος υπηρέτησε ως ο πέμπτος κατά σειρά επιτελάρχης του Λευκού Οίκου (υπό τους προέδρους Ρόμπερτ Νίξον και Τζέραλντ Φορντ) κατά το χρονικό διάστημα 1973–74 και ως ο έβδομος κατά σειρά αρχηγός των συμμαχικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ κατά το χρονικό διάστημα 1974–79 (όπ.π., σελ. 73).
Η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της Στοάς P2 περιλάμβανε την πραγματοποίηση τρομοκρατικών υπονομευτικών ενεργειών (για την αποσταθεροποίηση και τη χειραγώγηση του ιταλικού πολιτικού συστήματος), το λαθρεμπόριο και μια σειρά μυστικών πραξικοπημάτων στα οποία συμμετείχαν στρατιωτικοί οι οποίοι ήταν μέλη της Στοάς P2. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο του συστήματος του Συναρχισμού που είχαν δομήσει μεταξύ τους, η Στοά P2 και παράγοντες των μυστικών υπηρεσιών του ΝΑΤΟ και των Η.Π.Α. συμμετείχαν στις εξής εγκληματικές ενέργειες: (i) στο σιωπηλό πραξικόπημα του 1964, στο πλαίσιο του οποίου ο στρατηγός Τζοβάνι ντε Λορέντζο (Giovanni de Lorenzo), αρχηγός της ιταλικής μυστικής υπηρεσίας SIFAR, εξανάγκασε τους Ιταλούς σοσιαλιστές υπουργούς να εγκαταλείψουν την κυβέρνηση· (ii) στην πραγματοποίηση μιας σειράς βομβιστικών τρομοκρατικών ενεργειών στην Ιταλία (όπως η βομβιστική επίθεση στην Piazza Fontana το 1969, η σφαγή στο Peteano το 1972, η βομβιστική επίθεση στην Piazza della Loggia το 1974 κ.λπ.)· και (iii) στη δολοφονία του Ιταλού πρωθυπουργού Άλντο Μόρο (Aldo Moro), η οποία πραγματοποιήθηκε το 1978, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να αποτραπεί το σχέδιο του Μόρο περί ενός «ιστορικού συμβιβασμού» μεταξύ του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Τέλος, αξίζει να επισημανθεί ότι ο Βίκτορ Οστρόβσκι (Victor Ostrovsky), πρώην πράκτορας της ισραηλινής μυστικής υπηρεσίας Mossad, στο βιβλίο του με τίτλο The Other Side of Deception (New York: HarperCollins, 1994), αποκάλυψε ότι η Στοά P2, με την έγκριση του ΝΑΤΟ, συνεργάστηκε με τη Mossad, μεταξύ άλλων, και στον τομέα του εμπορίου όπλων.
Ο Οργανισμός του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (North Atlantic Treaty Organization), NATO. Το ΝΑΤΟ ιδρύθηκε στις 4 Απριλίου 1949 ως μια αμυντική συμμαχία χωρών της δυτικής Ευρώπης, του Καναδά και των Η.Π.Α. με σκοπό να προστατεύσει αυτές τις χώρες από πιθανή επίθεση που θα μπορούσε να πραγματοποιήσει εναντίον τους η Σοβιετική Ένωση. Όμως, στην πραγματικότητα, σταδιακώς, το ΝΑΤΟ εξελίχθηκε σε μια αυτοπροωθούμενη υπερεθνική γραφειοκρατία η οποία λειτουργεί ως ένα όργανο ένοπλου μάρκετινγκ δυτικών πολεμοκάπηλων κερδοσκοπικών ολιγοπωλίων και ως μια «σκιώδης υπερκυβέρνηση» η οποία επιτηρεί και ελέγχει τα υπουργεία εξωτερικών και άμυνας των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ. Γι’ αυτόν τον λόγο, παρά το γεγονός ότι, από το 1991, έπαυσε να υπάρχει η Σοβιετική Ένωση, και παρά το γεγονός ότι η Ρωσική Ομοσπονδία συνεργάζεται οικονομικώς, αλλά και σε ζητήματα διεθνούς ασφάλειας, με δυτικοευρωπαϊκές χώρες και με τις Η.Π.Α. και αποτελεί έναν στρατηγικό προμηθευτή των Η.Π.Α. και της δυτικής Ευρώπης με πετρέλαιο και φυσικό αέριο, το ΝΑΤΟ συνέχισε να υπάρχει και να διαδραματίζει έναν πολύ σημαντικό διεθνή ρόλο ως ένα όργανο της πολιτικής στρατιωτικών επεμβάσεων μιας ευρωατλαντικής ελίτ σε διάφορες περιοχές του κόσμου (βλ. Chomsky, Noam, Rogue States: The Rule of Force in World Affairs, second edition, Cambridge, MA: South End Press, 2000).
Αμέσως μετά από τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, στο πλαίσιο της δικαστικής διερεύνησης του προβλήματος της ιταλικής τρομοκρατίας, ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζούλιο Αντρεότι (Giulio Andreotti) αναγκάστηκε να παραδεχθεί επισήμως, τον Αύγουστο του 1990, ότι ένας μυστικός στρατός, ευθέως συνδεδεμένος με τρομοκρατικές οργανώσεις και με την προαναφερθείσα μυστική Στοά P2, υπήρχε στην Ιταλία και σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες που ήταν μέλη του ΝΑΤΟ. Αυτός ο μυστικός στρατός, ο οποίος είχε την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Γκλάντιο» («Operation Gladio»), είχε οργανωθεί από την αμερικανική μυστική υπηρεσία CIA (Central Intelligence Agency) και τη βρετανική μυστική υπηρεσία MI6 (SIS) μετά από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου για να πολεμήσει εναντίον του κομμουνισμού και συντονιζόταν από τον κλάδο ανορθόδοξου πολέμου του ΝΑΤΟ. Ο προαναφερθείς διαπρεπής Ελβετός ιστορικός και διεθνολόγος Ντάνιελ Γκάνσερ, ιδρυτής και διευθυντής του Swiss Institute for Peace and Energy Research (SIPER) στη Βασιλεία της Ελβετίας, έχει διερευνήσει τους μυστικούς στρατούς του ΝΑΤΟ με συστηματικό και επιστημονικώς αυστηρό τρόπο, και έχει καταλήξει στα ακόλουθα συμπεράσματα: σε καθένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, «η στρατιωτική μυστική υπηρεσία χειριζόταν τον αντικομμουνιστικό στρατό εντός του κράτους σε στενή συνεργασία με τη CIA ή την MI6 εν αγνοία των κοινοβουλίων και των λαών», και, σε καθένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, «ηγετικά μέλη της εκτελεστικής εξουσίας, περιλαμβανομένων πρωθυπουργών, προέδρων, υπουργών Εσωτερικών και υπουργών Άμυνας, είχαν αναμειχθεί στη συνωμοσία, ενώ η “Συμμαχική Μυστική Επιτροπή” (“Allied Clandestine Committee”) […] η οποία κάποιες φορές αποκαλούνταν λιγότερο επιδεικτικά και ως “Επιτροπή Συντονισμού και Σχεδιασμού” (“Coordination and Planning Committee”) της Ανωτάτης Διοίκησης των Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης (SHAPE) του ΝΑΤΟ, συντόνιζε τα δίκτυα σε διεθνές επίπεδο» (βλ. Ganser, όπ.π., σελ. 1). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, με το πρόσχημα της καταπολέμησης του κομμουνισμού, το ΝΑΤΟ δημιούργησε ένα ένοπλο σύστημα Συναρχισμού, στο πλαίσιο του οποίου διαχειριζόταν μυστικούς στρατούς, τρομοκρατικές οργανώσεις, μέλη του οργανωμένου εγκλήματος και μυστικές εταιρείες, περιλαμβανομένων τεκτονικών δικτύων ειδικού σκοπού (όπως, για παράδειγμα, η Στοά P2).
Η μεξικανική Εθνική Συναρχιστική Ένωση (Unión Nacional Sinarquista). Αυτή η οργάνωση ιδρύθηκε το 1937 από μια ομάδα φασιστών ρωμαιοκαθολικών πολιτικών ακτιβιστών υπό την ηγεσία του Χοσέ Αντόνιο Ουρκίσα (José Antonio Urquiza), ο οποίος ήταν ένας εύπορος γαιοκτήμονας. Ο Ουρκίσα δολοφονήθηκε τον Απρίλιο του 1938 από μια ομάδα αγροτικών εργατών οι οποίοι υποστήριζαν την αριστερή μεξικανική κυβέρνηση του Λάζαρο Κάρδενας (Lázaro Cárdenas), ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος του Μεξικού από το 1934 έως το 1940. Μετά από τη δολοφονία του Ουρκίσα, την ηγεσία της Εθνικής Συναρχιστικής Ένωσης ανέλαβε ο δικηγόρος Σαλβαδόρ Αβασκάλ (Salvador Abascal). Ο σκοπός της Εθνικής Συναρχιστικής Ένωσης ήταν να δημιουργήσει ένα ακροδεξιό κοινωνικό κίνημα και να χειραγωγήσει την πολιτική ζωή του Μεξικού.
Το ευρασιατικό ιδεολογικό κίνημα αναπτύχθηκε αρχικώς στη δεκαετία του 1920 από την κοινότητα των Ρώσων μεταναστών στη δυτική Ευρώπη (οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν επηρεασμένοι από δυτικές μυστικιστικές «σχολές» και ρομαντικά ρεύματα) ως μια ιδιόμορφη ρωσική εξέγερση εναντίον του φιλελευθερισμού, της παγκοσμιοποίησης, του υλισμού και της τεχνοκρατίας και ως ένα αποκρυφιστικό ρωσικό πρότυπο παραδοσιοκρατίας και απόλυτης μοναρχίας (βλ. Sedgwick, Mark, Against the Modern World: Traditionalism and the Secret Intellectual History of the Twentieth Century, Oxford: Oxford University Press, 2004).
Το 1921, μια μικρή ομάδα Ρώσων ευρασιατιστών μεταναστών εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο Έξοδος προς την Ανατολή (Exodus to the East), στο οποίο υποστήριξαν ότι η Ρωσία δεν ήταν ούτε ευρωπαϊκή ούτε ασιατική, αλλά ευρασιατική, και ότι η ευρασιατικότητα αποτελεί μια ξεχωριστή πολιτισμική κατηγορία από μόνη της, καθώς χαρακτηρίζεται από οικονομική αυτάρκεια και από μια «δημώδη» πνευματική ταυτότητα (η οποία μπορεί να γίνει κατανοητή ως μια λαϊκιστική μορφή δημοκρατίας χωρίς κράτος δικαίου). Ωστόσο, από μια φιλοσοφικώς αυστηρή προοπτική, το ευρασιατικό κίνημα της δεκαετίας του 1920 ήταν μια ιδιόμορφη σύνθεση μεταξύ ενός πολύπλοκου και ετερογενούς ρωσικού υποσυνειδήτου και διαφόρων επιμέρους όψεων και ρευμάτων της δυτικής νεοτερικότητας. Συγκεκριμένα, οι ευρασιατιστές, αντί να αρθρώσουν και να προβάλλουν έναν αυθεντικό ρωσικό ή νεοβυζαντινό λόγο, άρθρωσαν και προέβαλλαν έναν λόγο θεμελιωμένο σε νεοτερικές δυτικές «σχολές» φιλοσοφικής ανθρωπολογίας (κυρίως στον ρομαντισμό και στον υπαρξισμό), νεοτερικές δυτικές «σχολές» πολιτικής θεωρίας (αυταρχικός εθνικισμός) και νεοτερικές δυτικές «σχολές» εσωτερισμού (αποκρυφιστικός αυταρχισμός, Νεογνωστικισμός) προσαρμοσμένες στις ανάγκες και στους πόθους Ρώσων μεταναστών και αντικαθεστωτικών οι οποίοι βίωναν μια σοβαρή υπαρξιακή και ιστορική κρίση.
Κατά τη διάρκεια της Σοβιετικής Ένωσης, ο Σοβιετικός ιστορικός, εθνολόγος και ανθρωπολόγος Λεβ Γκουμίλεφ (Lev Gumilev) ανέπτυξε μια ευρασιατική θεωρία η οποία έχει τα εξής τρία βασικά χαρακτηριστικά: πρώτον, τονίζει τον πολυεθνοτικό χαρακτήρα της Ρωσίας και τον θεωρεί ως τεκμήριο της αλληλεγγύης μεταξύ των ευρασιατικών λαών, απομακρύνοντας ουσιαστικώς τη Ρωσία από τις βυζαντινές της ρίζες και προσανατολίζοντάς τη πνευματικώς προς τους πολιτισμούς της ευρασιατικής στέππας και προς τον ασιατικό απολυταρχισμό· δεύτερον, τονίζει τη σημασία των τοπικών γεωγραφικών συνθηκών για την ιστορική και κοινωνική ανάπτυξη της Ρωσίας με έναν τρόπο που προσδίδει θρησκευτικές και εσχατολογικές διαστάσεις στη γεωγραφία και οδηγεί σε έναν νεοπαγανιστικό-νεοσαμανιστικό νατουραλισμό· και, τρίτον, επιχειρεί να υπερασπιστεί τη ρωσική ιδιαιτερότητα έναντι της Δύσης αρθρώνοντας και προβάλλοντας μια ρομαντική και εξιδανικευμένη εικόνα των ταταρικών, των μογγολικών και άλλων ευρασιατικών στοιχείων και κοινοτήτων της Ρωσικής Επικράτειας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ευρασιατική θεωρία του Γκουμίλεφ ενσωματώθηκε βαθέως μέσα στην ευρύτερη ολοκληρωτική και απολυταρχική ιδεολογία του σοβιετικού καθεστώτος, και αποτέλεσε το ιδεολογικό υπόβαθρο για τη δημιουργία ενός ιδιόμορφου ευρασιατικού νεοφασιστικού κινήματος στη μετασοβιετική Ρωσία.
Το γερμανοφραγκικό σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης. Διάφοροι Γερμανοί ιστορικοί έχουν κατ’ επανάληψη δημοσιεύσει ποικίλα έγγραφα των ναζί τα οποία περιέχουν σχέδια για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Το 1972, στο Βερολίνο, ο Γκέρχαρτ Χας (Gerhart Hass) και ο Βόλφγκανγκ Σούμαν (Wolfgang Schumann), δύο διακεκριμένοι Γερμανοί ιστορικοί, εξέδωσαν μια συλλογή ιστορικών εγγράφων υπό τον τίτλο Anatomie der Aggression (Η Ανατομία της Επιθετικότητας), παραθέτοντας ιστορικά τεκμήρια που αποδεικνύουν την ύπαρξη μεγάλης κλίμακας σχεδίων για την οικονομική ολοκλήρωση της Ευρώπης υπό τη ναζιστική ηγεσία και προς όφελος ευρωπαϊκών χρηματοοικονομικών ελίτ. Συγκεκριμένα, τέτοια σχέδια καταστρώθηκαν στο υπουργείο Οικονομικών του Ράιχ, στον Βιομηχανικό Σύνδεσμο του Ράιχ και στο υπουργείο Εξωτερικών του Ράιχ.
Ο ίδιος ο όρος «Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα» (Ε.Ο.Κ.) χρησιμοποιήθηκε και επεξηγήθηκε για πρώτη φορά σε έγγραφα των ναζί τα οποία αφορούσαν στα σχέδια του ναζιστικού καθεστώτος της Γερμανίας για την ενοποίηση του οικονομικού χώρου των ευρωπαϊκών κρατών υπό τη ναζιστική ηγεσία. Ο κορυφαίος θεωρητικός επ’ αυτού του θέματος ήταν ο Βέρνερ Ντάιτς (Werner Deitz), επικεφαλής της Εταιρείας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Σχεδιασμό και τα Οικονομικά του Μεγάλου Χώρου (μια ημιεπίσημη δεξαμενή σκέψης της ναζιστικής Γερμανίας). Συγκεκριμένα, οι οικονομικοί θεωρητικοί του ναζιστικού καθεστώτος της Γερμανίας σχεδίασαν την εγκαθίδρυση ενός ομοιόμορφου συστήματος σχεδιασμού και διαχείρισης της ευρωπαϊκής οικονομίας το οποίο θα οδηγούσε σταθερά στην καθυπόταξη των εθνών-κρατών σε μια υπερεθνική γραφειοκρατική οικονομική ελίτ. Επί πλέον, οι οικονομικές υπηρεσίες του Ράιχ κατανοούσαν την «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» ως μια διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας όλα τα άλλα έθνη της Ευρώπης θα προωθούσαν την ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας.
Δεν αποτελεί απλή σύμπτωση το γεγονός ότι ο πρώτος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δηλαδή, της μη-εκλεγμένης εκτελεστικής γραφειοκρατίας της Ε.Ο.Κ. (μετέπειτα Ευρωπαϊκής Ένωσης), ήταν ένας ναζί διανοούμενος, συγκεκριμένα, ο Δρ. Βάλτερ Χάλσταϊν (Walter Hallstein), ο οποίος παρέμεινε σε αυτό το αξίωμα από το 1958 έως το 1967. Στις 23 Ιανουαρίου 1939, στη φημισμένη μπυραρία «Mahn & Ohlerich», στην πόλη Ρόστοκ της βορειοανατολικής Γερμανίας, ο Χάλσταϊν εκφώνησε μια ομιλία στην οποία υπερασπίστηκε και περιέγραψε την κατάκτηση της Αυστρίας και ενός μεγάλου μέρους της τότε Τσεχοσλοβακίας από τη Γερμανία ως τη «δημιουργία του Μείζονος Γερμανικού Ράιχ» και ως τον «νόμιμο εκγερμανισμό των νέων εδαφών». Επιπροσθέτως, ο Χάλσταϊν ισχυρίστηκε ότι ένας από τους σημαντικότερους νόμους που επιβλήθηκαν στις κατακτημένες χώρες ήταν ο «Νόμος για την Προστασία του Γερμανικού Αίματος και της Γερμανικής Τιμής», ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 15 Σεπτεμβρίου 1935. Το 1941, ο Χάλσταϊν έγινε κοσμήτορας της Νομικής και Οικονομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης. Αναφορικώς με την παιδεία των πρώτων ανωτάτων αξιωματούχων της Ε.Ο.Κ., αξίζει να επισημανθεί και το γεγονός ότι, στις 17 Απριλίου 1957, ο Γερμανός νομικός και διπλωμάτης Δρ. Καρλ Φρίντριχ Όφιλς (Karl Friedrich Ophüls), ο οποίος είχε διατελέσει ενεργό μέλος του Ναζιστικού Κόμματος από το 1933 έως το 1945 (δηλαδή, σε ολόκληρη τη διάρκεια του ναζιστικού καθεστώτος), αναδείχθηκε στον κυριότερο ιδρυτικό παράγοντα του Ανωτάτου Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (της τότε Ε.Ο.Κ.).
Στα τέλη του δεκάτου ενάτου και στις αρχές του εικοστού αιώνα, η μυθολογία και, γενικώς, η πνευματικότητα έγιναν συστηματικώς αντικείμενα διαστρέβλωσης, κατάχρησης, βεβήλωσης και χειραγώγησης από Βρετανούς, Γάλλους και Γερμανούς ιμπεριαλιστές και αποκρυφιστές, και, μέσα σε αυτό το γενικό πνευματικό κλίμα, Ρώσοι αποκρυφιστές, πρωτίστως η Μαντάμ Ελένα Πετρόβνα Μπλαβάτσκι (Madame Helena Petrovna Blavatsky, 1831–91), η ιδρύτρια μιας μυστικιστικής «σχολής» την οποία ονόμασε Θεοσοφία (Theosophy), διαμόρφωσε μια ευρασιατική θεωρία μυστικιστικού ιμπεριαλισμού. Η Μπλαβάτσκι είχε φιλικές σχέσεις με τον Ρώσο Τσάρο Νικόλαο Β´ (Nikolai II) και τον ενθουσιώδη οριενταλιστή Πρίγκιπα Έσπερ Ουχτόμσκι (Esper Ukhtomsky), ο οποίος ήταν ένας έμπιστος συνεργάτης του Τσάρου Νικόλαου Β´. Επίσης, η Μπλαβάτσκι συνδεόταν με τον Σαμζαράν (Πιότρ) Μπαντμάεφ (Shamzaran (Pyotr) Badmaev), ο οποίος ήταν ένας Θιβετιανός φίλος τού Ουχτόμσκι και προωθούσε την ιδέα της ένωσης της Ρωσίας, της Μογγολίας και του Θιβέτ σε μια ιδιόμορφη μυστικιστική ευρασιατική οντότητα. Ένας ακόμη σημαντικός Ρώσος φίλος της Μπλαβάτσκι ήταν ο εκδότης Μιχαήλ Κάτκοφ (Mikhail Katkoff), ένας από τους ιδεολόγους του ρωσικού ευρασιατικού ιμπεριαλισμού.
Η Μπλαβάτσκι γοήτευσε τον Τσάρο Νικόλαο Β´ και τη σύζυγό του, τη διαβόητη για τις δεισιδαιμονίες της Τσαρίνα Αλεξάνδρα Φεοντόροβνα (Alexandra Feodorovna), με το βιβλίο της Η Μυστική Δοξασία (The Secret Doctrine). Το βιβλίο της Μπλαβάτσκι Η Μυστική Δοξασία αποτελεί μια ιδιόμορφη σύνθεση διαφόρων μυστικιστικών παραδόσεων, αλλά είναι κυρίως εστιασμένο στην ινδο/θιβετιανή πνευματικότητα. Πολλοί από τους οπαδούς της Μπλαβάτσκι διαμόρφωσαν την εντύπωση και καλλιέργησαν την πεποίθηση ότι ο Τσάρος Νικόλαος Β´ ήταν ο προφητευμένος βόρειος «Λευκός Τσάρος», ο οποίος είχε μοναδικά χαρίσματα και ήταν θεόθεν προορισμένος να αντισταθμίσει τη Βρετανική Αυτοκρατορία, να πολεμήσει εναντίον του υλισμού και του ορθολογικού πνεύματος της νεοτερικότητας και να γίνει ο αυτοκράτορας της Ευρασίας. Αυτά τα όνειρα ευρασιατικού μυστικισμού και μια λατρεία του κρατικού ηγέτη-τσάρου εμπνέουν ακόμη και σήμερα ένα σημαντικό μέρος της ρωσικής κοινωνίας και καλλιεργούνται ενσυνειδήτως από συγκεκριμένα μέλη των ρωσικών πολιτικών και θρησκευτικών ελίτ.
Ο σκοπός της Θεοσοφικής Εταιρείας (Theosophical Society) της Μπλαβάτσκι ήταν να συγκεράσει διάφορες θρησκευτικές πεποιθήσεις και να αναμείξει ποικίλα πνευματικά συστήματα σύμφωνα με τις δικές της απόψεις και σύμφωνα με τη δική της στρατηγική για να πείσει τους ανθρώπους να αποδεχθούν τη Θεοσοφική Εταιρεία σαν την παγκόσμια «υπερθρησκεία» της ανθρωπότητας. Η Θεοσοφική Εταιρεία ιδρύθηκε επισήμως στη Νέα Υόρκη, στις Η.Π.Α., στις 17 Νοεμβρίου 1875 από την Ε. Π. Μπλαβάτσκι, τον συνταγματάρχη Χένρι Στιλ Όλκοτ (Henry Steel Olcott) και τον Γουίλιαμ Κουάν Τζατζ (William Quan Judge). Ο Χένρι Στιλ Όλκοτ ήταν ένας αξιωματικός του στρατού των Η.Π.Α. και ελευθεροτέκτων ο οποίος είχε επισήμως ασπαστεί τον Βουδισμό, αλλά είχε διαμορφώσει μια δική του ερμηνεία του Βουδισμού σύμφωνα με το πνεύμα της δυτικής νεοτερικότητας. Ο Γουίλιαμ Κουάν Τζατζ ήταν ένας δικηγόρος της Νέας Υόρκης. Μετά από λίγα χρόνια, η Μπλαβάτσκι και ο Όλκοτ μετακόμισαν στην Ινδία και εγκατέστησαν τη Διεθνή Έδρα της Θεοσοφικής Εταιρείας στο Άντιαρ της περιοχής Μαντράς της Ινδίας. Τελικώς, η Μπλαβάτσκι εγκατέλειψε την ιδέα να εργαστεί για τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες (την «Οχράνα»), και ακολούθησε μια αυτόνομη πορεία, όπως έχει επιβεβαιωθεί από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, οι οποίες είχαν θέσει τη Μπλαβάτσκι υπό παρακολούθηση από τον Φεβρουάριο έως τον Σεπτέμβριο του 1879, και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν ήταν πράκτορας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Η Μπλαβάτσκι αντιτάχθηκε στην παραδοσιακή θεολογία και στη δογματική των χριστιανικών Εκκλησιών για να αναπτύξει και να προωθήσει το δικό της συγκρητιστικό δόγμα, τη «Θεοσοφία», και, έτσι, να εγκαθιδρύσει τη δική της αποκρυφιστική αυτοκρατορία. Επί πλέον, η Θεοσοφική Εταιρεία εναγκαλίστηκε και αξιοποίησε το αμερικανικό νεοϊνδουιστικό κίνημα για να προωθήσει το δικό της συγκρητιστικό αποκρυφιστικό σύστημα και να προσελκύσει περισσότερους οπαδούς και μαθητές.
Στο δεύτερο ήμισυ του δεκάτου ενάτου αιώνα, στις Η.Π.Α., το νέο θρησκευτικό κίνημα του Νεοϊνδουισμού (neo-Hinduism), γνωστό και ως «Νεοβεντάντα» («neo-Vedanta»), το οποίο εμπνεόταν και καθοδηγούνταν από τις εκστατικές οραματικές εμπειρίες του Σρι Ραμακρίσνα (Sri Ramakrishna, 1836–86) και του μαθητή του τού Σουάμι Βιβεκανάντα (Swami Vivekananda, 1863–1902), δίδασκε μια ιδιόμορφη δική του θεωρία περί της ενότητας όλων των θρησκειών. Ο Βιβεκανάντα, ο οποίος ήταν επίσης ελευθεροτέκτων, είναι γνωστός για την ομιλία του στη Βουλή των Θρησκειών του Κόσμου (Parliament of the World’s Religions) στο Σικάγο, το 1893. Σε εκείνη την ομιλία του, ο Βιβεκανάντα προώθησε το συγκρητιστικό δόγμα του αμερικανικού κινήματος του Νεοϊνδουισμού (βλ. McRae, John R., “Oriental Varieties on the American Frontier: The 1893 World’s Parliament of Religions and the Thought of Masao Abe,” Buddhist-Christian Studies, τόμ. 11, 1991, σελ. 7–36). Το 1921, ο Γάλλος συγγραφέας και διανοούμενος Ρενέ Γκενόν (René Guénon) εξέδωσε το βιβλίο του με τίτλο Ο Θεοσοφισμός: Η Ιστορία μιας Ψευδοθρησκείας (Le Théosophisme: histoire d’une pseudo-religion), όπου, μελετώντας την ιστορία του θεοσοφικού κινήματος της Μπλαβάτσκι, αποφαίνεται ότι, μετά από την προαναφερθείσα Βουλή των Θρησκειών που έλαβε χώρα στο Σικάγο το 1893, «οι θεοσοφιστές έμοιαζαν πολύ ικανοποιημένοι με την εξαιρετική ευκαιρία για προπαγάνδα που τους προσφέρθηκε στο Σικάγο, και έφθασαν στο σημείο να διακηρύξουν ότι “η αληθής Βουλή των Θρησκειών ήταν, στην πραγματικότητα, το Θεοσοφικό Κονγκρέσο”» (Guénon, René. Theosophy: History of a Pseudo-Religion, edited by James R. Wetmore. Hillsdale, N.Y.: Sophia Perennis, 2004).
Τα προαναφερθέντα ρεύματα και κινήματα του ευρασιατικού μυστικισμού χωρίζονται σε δύο κυρίως τάσεις: Η μια τάση ερμηνεύει και αξιοποιεί την ανάπτυξη του αποκρυφισμού, που έλαβε χώρα στα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα με πρωταγωνιστικό παράγοντα τη Θεοσοφική Εταιρεία, ως έναν συνασπισμό εκείνων των παραδοσιακών και αντιδραστικών πνευματικών ελίτ που θέλουν να πολεμήσουν ευθέως τον φιλελευθερισμό σε όλες του τις εκφάνσεις και αντιτίθενται στα χειραφετητικά και ρασιοναλιστικά ρεύματα και κινήματα της νεοτερικότητας. Αυτή η εκδοχή τού «θεοσοφισμού» επικράτησε κυρίως στη Ρωσία (και εκφράστηκε, μεταξύ άλλων, και μέσω του κινήματος «Σοφιολογία» του Βλαντίμιρ Σολοβιόφ (Vladimir Solovyov), ο οποίος, μάλιστα, ήταν φίλος τού Ντοστογιέφσκι). Η άλλη τάση δεν αντιτίθεται ευθέως και αδιακρίτως στον φιλελευθερισμό και στα χειραφετητικά και ρασιοναλιστικά κινήματα της νεοτερικότητας, αλλά θέλει να χρησιμοποιήσει τον αποκρυφισμό γενικώς και την πνευματική κληρονομιά της Θεοσοφικής Εταιρείας ειδικώς για να οριοθετήσει και να ποδηγετήσει τον φιλελευθερισμό και τα χειραφετητικά και ρασιοναλιστικά κινήματα της νεοτερικότητας, προκειμένου να αποτρέψει την εξάπλωση ριζοσπαστικών ρευμάτων και κινημάτων, όπως ήταν τα επαναστατικά κινήματα του 1848 («Άνοιξη των Ευρωπαϊκών Λαών»), να χειραγωγήσει τη σκέψη των μαζών που αναζητούν μια νέα γνώση και μια νέα εμπειρία απελευθέρωσης, να σχετικοποιήσει και να αλλοιώσει τις μεγάλες παλαιές πνευματικές παραδόσεις που δεν ήταν συμβατές με τον καπιταλισμό, και βεβαίως να αποτρέψει την εξάπλωση του σοσιαλισμού-κομμουνισμού. Αυτή η εκδοχή τού «θεοσοφισμού» επικράτησε κυρίως στη Δύση, όπου εκφράστηκε ποικιλοτρόπως μέσω του λεγόμενου κινήματος της «Νέας Εποχής» («New Age»).
Με τον όρο «συντηρητικά θρησκευτικά Τάγματα», αναφέρομαι σε τάγματα όπως η οργάνωση Opus Dei και το παπικό Τάγμα των Ιπποτών της Μάλτας, του οποίου η επίσημη ονομασία είναι Κυρίαρχο Στρατιωτικό Οσπιταλιερικό Τάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, της Ρόδου και της Μάλτας (Supremus Militaris Ordo Hospitalarius Sancti Ioannis Hierosolymitani Rhodiensis et Melitensis).
Ο φίλος και συνεργάτης μου Άλεν Γκρίνφιλντ (Allen Greenfield)―ο οποίος διαθέτει ένα καταπληκτικό αρχείο για την ιστορία του αποκρυφισμού και αποτελεί ένα ηγετικό στέλεχος του σύγχρονου αποκρυφισμού στις Η.Π.Α.―μου έχει πει και έχει γράψει ότι, το 1937, στις παραμονές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ένας Αμερικανός αντιπρόσωπος των Ιπποτών της Μάλτας, με τον οποίο ο Γκρίνφιλντ συζήτησε προσωπικώς το 1979, συναντήθηκε με την εσωτεριστική ηγεσία του Τρίτου Ράιχ στη Γερμανία σε ένα μυστικό καταφύγιο των Ες-Ες (SS) όπου ήταν παρών ο στρατηγός και γεωπολιτικολόγος Καρλ Χάουσχοφερ (Karl Haushofer), υψηλόβαθμος μύστης της «Μαύρης Στοάς» του Γερμανικού Ράιχ (βλ. Greenfield, Allen H., Secret Rituals of the Men in Black, U.S.A., 2005). Ο σκοπός εκείνης της συνάντησης―σύμφωνα με τις πληροφορίες που συνέλεξε ο Γκρίνφιλντ―ήταν να σφυρηλατηθεί μια συνεργασία μεταξύ Ιπποτών της Μάλτας και ναζιστών αποκρυφιστών με σκοπό να διεξάγουν από κοινού μυστικές έρευνες και εργασίες στα πεδία των εξωγήινων οντοτήτων, των UFOs, της τεχνολογίας και της διαμόρφωσης ενός νέου λατρευτικού συστήματος για την ανθρωπότητα. Το 1960, ο Γάλλος δημοσιογράφος Λουί Ποέλς (Louis Pauwels) και ο Γάλλος χημικός μηχανικός, κατάσκοπος και συγγραφέας Ζακ Μπερζιέ (Jacques Bergier) εξέδωσαν ένα βιβλίο που είχαν γράψει από κοινού με τίτλο Le Matin des Magiciens, στο οποίο συνδέουν την UFOλογία και τους ιπτάμενους δίσκους με μυστικά πειράματα και μυστικές τεχνολογίες των ναζί (βλ. Pauwels, Louis et Jacques Bergier, Le Matin des Magiciens, Paris: Gallimard, 1960).
Μετά από την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας, οι προαναφερθέντες κύκλοι των Ιπποτών της Μάλτας προσέγγισαν με τον ίδιο σκοπό τον Αμερικανό πρόεδρο Αϊζενχάουερ, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος των Η.Π.Α. κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Στη δεκαετία του 1950, ο Γερμανός μηχανικός Γκέοργκ Κλάιν (Georg Klein), ο οποίος είχε εργαστεί σε προγράμματα ιπτάμενων δίσκων για λογαριασμό της Πολεμικής Αεροπορίας (Luftwaffe) της ναζιστικής Γερμανίας και πλέον συνεργαζόταν με την αμερικανική CIA, επιβεβαίωσε ότι, στη ναζιστική Γερμανία, είχαν κατασκευαστεί δύο τύποι ιπτάμενων δίσκων: ένας τύπος μη-περιστρεφόμενου ιπτάμενου δίσκου τον οποίο ανέπτυξε ο μηχανικός πυραύλων Ρίχαρντ Μίτε (Richard Miethe), και ένας τύπος περιστρεφόμενου ιπτάμενου δίσκου (αποτελούμενου από έναν δακτύλιο κινούμενων πτερυγίων στροβίλου γύρω από ένα σταθερό πιλοτήριο) τον οποίο ανέπτυξαν οι μηχανικοί Ρούντολφ Σρίβερ (Rudolf Schriever) και Κλάους Χάμπερμολ (Klaus Habermohl). Η Πολεμική Αεροπορία των Η.Π.Α. πραγματοποίησε μια σειρά ερευνητικών προγραμμάτων αναφορικώς με την επιστημονική ανάλυση στοιχείων που αφορούν σε UFOs και στη διερεύνηση του αν UFOs αποτελούν απειλή για την εθνική ασφάλεια των Η.Π.Α.: τέτοιου είδους προγράμματα ήταν το Project Sign (1947), το Project Grudge (1949) και το Project Blue Book (1952–69).
Όμως, ο Αϊζενχάουερ, σε μια αιφνιδιαστική αποστροφή του αποχαιρετιστήριου λόγου που εκφώνησε κατά τη λήξη της προεδρικής θητείας του, στις 17 Ιανουαρίου 1961, κατήγγειλε την προαναφερθείσα συμφωνία και το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα, ανοίγοντας τον δρόμο στην εποχή του Κένεντι και σε μια γενεά προοδευτικού πειραματισμού. Οι θεσμοί των Η.Π.Α. που διαδραματίζουν τον σημαντικότερο ρόλο στη διεξαγωγή ερευνών και πειραμάτων αναφορικώς με το ζήτημα των UFOs (που σημαίνει κυρίως μυστική, «εξωτική» στρατιωτική τεχνολογία) είναι η Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (Atomic Energy Commission), η Πολεμική Αεροπορία των Η.Π.Α. και η μυστική υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού των Η.Π.Α. (βλ. Hynek, Allen J., The Hynek UFO Report, New York: Dell, 1977).
Ο Αϊζενχάουερ συνειδητοποίησε ότι μια φράξια στελεχών του αμερικανικού στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος τα οποία ασχολούνται με τα ζητήματα της στρατιωτικής τεχνολογίας περιλαμβανομένων των UFOs έχει αποκτήσει υπερβολικά μεγάλη δύναμη μέσα στο σύστημα εξουσίας των Η.Π.Α., τείνει να αυτονομηθεί από τη συνταγματική τάξη των Η.Π.Α., και έχει δημιουργήσει μια μυστική «πίσω πόρτα» στο χρηματοοικονομικό σύστημα των Η.Π.Α., μέσω της οποίας, υπό τη μορφή μυστικών κονδυλίων και απορρήτων δημοσίων δαπανών, τεράστια χρηματικά ποσά και μεγάλο μέρος των φορολογικών εσόδων που συσσωρεύει η κυβέρνηση των Η.Π.Α. καταλήγουν στο στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα και στις μυστικές υπηρεσίες των Η.Π.Α. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο Αϊζενχάουερ αποφάσισε να καταγγείλει και να καταπολεμήσει αυτή τη φράξια.
Ο πρόεδρος Κένεντι, ο οποίος διαδέχθηκε τον Αϊζενχάουερ στην προεδρία των Η.Π.Α., αποφάσισε να συνεχίσει την πολιτική του Αϊζενχάουερ για τον περιορισμό της δύναμης του αμερικανικού στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος και να συνεργαστεί με τη Σοβιετική Ένωση σε ορισμένα σημαντικά ζητήματα διαστημικής τεχνολογίας με σκοπό τη βελτίωση του διεθνούς συστήματος και την ειρηνική χρήση του διαστήματος. Επίσης, παρ’ ότι το βαθύ κράτος τον Η.Π.Α. έπεισε αρχικώς τον πρόεδρο Κένεντι να συνεχίσει τον πόλεμο στο Βιετνάμ και να εφαρμόσει μια ιμπεριαλιστική διεθνή πολιτική, εκείνος τελικώς διαφοροποιήθηκε από αυτή την πολιτική «γραμμή», και, το 1963, στην περίφημη ομιλία για την ειρήνη, την οποία εκφώνησε στο American University, στην Ουάσινγκτον Ντι Σι, ο πρόεδρος Τζον Φ. Κένεντι δήλωσε: «Τι είδους ειρήνη εννοώ και ποιου είδους ειρήνη επιδιώκουμε; Όχι μια Pax Americana επιβεβλημένη στον κόσμο με αμερικανικά όπλα πολέμου. Όχι την ειρήνη του τάφου ή την ασφάλεια του δούλου. Ομιλώ για μια αυθεντική ειρήνη, για το είδος της ειρήνης που κάνει τη ζωή άξια να τη ζούμε, και για το είδος [της ειρήνης] που παρέχει τη δυνατότητα στους ανθρώπους και στα έθνη να αναπτύσσονται, και να ελπίζουν, και να οικοδομούν μια καλύτερη ζωή για τα παιδιά τους». Έτσι, για ένα μικρό χρονικό διάστημα, οι Ιππότες της Μάλτας και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του αμερικανικού στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος βρέθηκαν στο περιθώριο, αλλά επακολούθησε ένα αιματηρό όργιο δολοφονιών προοδευτικών πολιτικών και ηθικών ηγετών, και, στη δεκαετία του 1980, η διοίκηση των Η.Π.Α. περιήλθε στα χέρια ενός ηλικιωμένου πρώην ηθοποιού (του Ρόναλντ Ρέιγκαν) ο οποίος έπασχε από την εκφυλιστική νόσο Αλτσχάιμερ και περιβαλλόταν από ένα επιτελείο στο οποίο κυριαρχούσαν οι Ιππότες της Μάλτας και οι έμποροι του πολέμου.
Αναφορικώς με το ρωμαιοκαθολικό Τάγμα Opus Dei―το οποίο ιδρύθηκε επισήμως το 1928 από τον ρωμαιοκαθολικό Ισπανό ιερέα Χοσεμαρία Εσκριβά (Josemaría Escrivá, 1902–75), τον οποίο, μάλιστα, ανακήρυξε άγιο ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β´―πρέπει να αναφερθεί ότι συνδυάζει τον έλεγχο ακροδεξιών ιδιωτικών παραστρατιωτικών ομάδων και στοιχείων των μαφιών, την εξυπηρέτηση επιχειρήσεων παλαιών αριστοκρατικών οικογενειών και των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών καθώς και την προώθηση φασιστικών αντιλήψεων και νοοτροπιών για τον έλεγχο των μαζών.
Σημαντικές πληροφορίες για τις σχέσεις του Τάγματος Opus Dei με τους οίκους των Βουρβόνων και των Αψβούργων, με την αμερικανική μυστική υπηρεσία CIA καθώς και με παρακρατικά και εγκληματικά δίκτυα έχει προσφέρει μια έκθεση που συνέταξαν το 1986 δύο αξιωματικοί της βελγικής χωροφυλακής (BOB/Gendarmerie), ο Gérard Bihay και ο Franz Balfroid, στο πλαίσιο των ερευνών που διεξήγαν για την εξάρθρωση της Συμμορίας Νιβέλ (Nijvel Gang), η οποία έδρασε με ιδιαιτέρως άγριο τρόπο στο Βέλγιο κατά το χρονικό διάστημα 1982–85. Μελετώντας την προαναφερθείσα έκθεση της βελγικής χωροφυλακής και τις καταθέσεις των συντακτών εκείνης της έκθεσης ενώπιον εξεταστικής επιτροπής της Βουλής του Βελγίου, έχω συγκεντρώσει πληθώρα στοιχείων για τις διασυνδέσεις μεταξύ παραγόντων του Τάγματος Opus Dei, αριστοκρατικών οίκων, μυστικών υπηρεσιών και οργανωμένου εγκλήματος. Όπως επισημαίνεται στα έγγραφα της προαναφερθείσας έκθεσης του Gérard Bihay και του Franz Balfroid, οι διασυνδέσεις της Opus Dei είναι πολλές και πολλαπλές, και ο κύριος σκοπός της Opus Dei είναι «η ολοκληρωτική κυριαρχία στον κόσμο στο όνομα της καθολικής θρησκείας» (κατά λέξη: «But principal de L’OPUS DEI: domination totale du monde au nom de la religion catholique»).
Ιστορική ημέρα η 21η Νοεμβρίου 2024. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο αψήφισε απειλές, επιθέσεις και εκβιασμούς και εξέδωσε εντάλματα σύλληψης κατά του πρωθυπουργού του Ισραήλ Μπένζαμιν Νετανιάχου και τον πρώην υπουργό Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ, όπως και...
Δήμητρα Κυρανούδη, ΒερολίνοΟλοταχώς για πρόωρες εκλογές βαδίζει η Γερμανία. Μένει να φανεί πότε ακριβώς. Ποια είναι τα επόμενα βήματα και οι προθεσμίες βάσει του Γερμανικού Συντάγματος.Οι πρόωρες εκλογές στη Γερμανία δεν είναι μια εύκολη υπόθεση...
Ριζοσπάστης και ακτιβιστής, σεβαστός ακόμη και από τους Ρεμπουμπλικάνους, ο Μπέρνι Σάντερς επανεξελέγη Γερουσιαστής της Πολιτείας του Βερμόντ με ποσοστό 63,3%. για τέταρτη συνεχή θητεία Ανήκει στην Αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος και δεν...
Μπουράκ ΟυνβερένΠολλοί στην Τουρκία θεωρούν ότι η επίθεση του ΡΚΚ στη βιομηχανία TUSAS υποσκάπτει τις προσπάθειες επίλυσης του Κουρδικού. Ποιο είναι ο PKK και ποιοι οι στόχοι του; Το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK) και συγκεκριμένα μια αυτόνομη ομάδα του...